Περί κατανύξεως και μετανοίας
Ο αββάς Ιωάννης, ο Ηγούμενος των Κελίων, μας διηγήθηκε την ακόλουθη ιστορία.
Στα μέρη της Αιγύπτου ήταν πολύ γνωστή μια έμορφη και πολύ πλούσια
πόρνη. Όλοι σχεδόν οι άρχοντες την επισκέπτονταν, όσοι δεν μπορούσαν ν’
αντισταθούν στον πειρασμό και την ομορφιά της. Μια μέρα, ο δρόμος την
έφερε κοντά στην εκκλησία και θέλησε να μπει μέσα. Όμως, ο αυστηρός
υποδιάκος που έστεκε στη θύρα δεν την άφησε να μπει, λέγοντας της:
-Εσύ δεν είσαι άξια να μπεις στον οίκο του Θεού, γιατί είσαι ακάθαρτη και αμαρτωλή.
Έγινε κάποια φασαρία και ο επίσκοπος, που άκουσε το θόρυβο, βγήκε να ιδεί τι συμβαίνει. Η πόρνη, θυμωμένη, του λέει:
-Ήρθα να μπω στην εκκλησία και δεν μ’ αφήνει.
-Καλά σου κάνει, της λέει ο επίσκοπος. Δεν σου επιτρέπεται να μπεις, γιατί είσαι ακάθαρτη.
Συγκλονισμένη εκείνη από την αυστηρή απάντηση και του επισκόπου, λέει:
-Από σήμερα δεν ξαναδίνω το κορμί μου στην πορνεία! Ο επίσκοπος της λέει τότε:
-Αν φέρεις εδώ τα χρήματα που κέρδισες απ’ την πορνεία, θα πιστέψω πως δεν θα πάρεις πάλι τον ίδιο δρόμο.
Έτρεξ’ εκείνη και παρέδωκε όλα τα χρήματα στον επίσκοπο. Εκείνος τα
πήρε και τα έκαψε στη φωτιά. Πήρε μετά, την άλλοτε πόρνη απ’ το χέρι και
την έμπασε στην εκκλησία. Εκείνη, που δεν μπορούσε να σταματήσει τα
δάκρυα της, έλεγε:
-Αν τώρα μου φέρθηκαν έτσι, τι θα πάθω στην άλλη ζωή;…
Και από τότε άλλαξε βίο και μετανόησε ειλικρινά, κ’ έγινε πραγματικά σκεύος εκλογής και χάριτος.
( Π. Β. ΠΑΣΧΟΥ, Γυναίκες της Ερήμου, Εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ σ. 60)