Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ Ο Ε' ΜΟΝΑΧΟΣ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΝΝΑ
Ο Κύριλλος ό Ε' Οικουμενικός Πατριάρχης, περιφρόνησε τίτλους και αξιώματα
δόξης και τιμής και παντός είδους ματαιοδοξία, εγκατέλειψε τα εγκόσμια και
κατετάγη σαν υποτακτικός και απλός Μοναχός, στη συνοδεία της Καλύβας των
«Άγιων Αποστόλων», πού είναι κάτω από το Κυριάκο της Σκήτης αυτής.
Ή Καλύβα αυτή, έχει κτήμα με ελαιόδεντρα κάτω στην παραλία, το οποίο καλλιεργούσαν οι Πατέρες, για άσκηση και σκληραγωγία του σώματος άφ' ενός, και για παραμικρό εισόδημα προς συντήρηση των αδελφών άφ' έτερου.
Ό Πατριάρχης Κύριλλος, παρ' όλη την προχωρημένη ηλικία του, πρώτος πήγαινε στο κτήμα να βοηθήσει και να δίνει θάρρος στους αδελφούς με προθυμία να εργάζονται. Επειδή όμως τα μέρη εκείνα είναι απότομος κατήφορος και ανήφορος πολύ κουραστικός σε νέους, πολύ δε περισσότερο σε γέρους, για το λόγο αυτό, με την αδεία του Γέροντα της Καλύβας, δόθηκε στον Πατριάρχη ένα υποζύγιο —γαιδουράκι— για να τον κατεβάζει και ανεβάζει από το κτήμα στο σπίτι.
Μια μέρα, στη μεγάλη ζέστη του καλοκαιριού, το γαιδουράκι καταϊδρωμένο ανέβαζε τον Πατριάρχη από το κτήμα στο σπίτι, και στο δυσκολότερο μέρος του δρόμου, είδε ό Πατριάρχης δύο νέους, οί οποίοι σκούπιζαν τον ίδρωτα από .το πρόσωπο των διερχομένων. Όταν πλησίασε ό γάιδαρος πού μετέφερε τον Πατριάρχη, οί νέοι σκούπισαν τον ίδρωτα από το ζώο.
Ό Πατριάρχης μόλις είδε
τους λαμπρούς εκείνους νέους να σκουπίζουν μόνο τον ίδρωτα του ζώου,
πειράχτηκε πού δε σκούπισαν κι αυτόν, και μέσα του παραπονέθηκε και είπε:
«Περίεργο πράγμα, το ζώο σκούπισαν και όχι εμένα, άραγε είμαι χειρότερος από
το γαϊδούρι;» Τότε οί λαμπροφόροι νέοι εξαφανίστηκαν και άκουσε φωνή πού του
έλεγε: «Εμείς σκουπίζαμε μόνον αυτούς πού ιδρώνουν από τον κάματο της
εργασίας και όχι αυτούς πού ιδρώνουν από την ανάπαυση και τις καιρικές
συνθήκες».
Ύστερα άπ' αυτό ό Πατριάρχης άλλη φορά δε μεταχειρίστηκε το ζώο, άλλ' όταν μπορούσε πήγαινε κι αυτός με τα πόδια, για να χει μισθό όπως και οι άλλοι Πατέρες.
Αφού παραιτήθηκε από όλα του τα αξιώματα όπως είπαμε, έζησε σαν καλός υποτακτικός, έκτισε την εκκλησία «των αγίων Αποστόλων» και ανακαίνισε την Καλύβα εκ θεμελίων, ή οποία μέχρι σήμερα λέγεται του Πατριάρχου.
Προείδε και
προείπε το θάνατο του και κοιμήθηκε τον αιώνιο ύπνο πλήρης ήμερων γενόμενος
και έφυγε από τον κόσμο τούτον με οσιακό θάνατο, διότι ολόκληρο 24ωρο έλαμπε
από χαρά το πρόσωπο του, από τις οπτασίες και επισκέψεις πού είχε των Αγίων
Αγγέλων και των Όσίων αγιορειτών Πατέρων, ενώπιον των οποίων παρέδωκε στον
Ποιητή και Πλάστη και Θεό ημών την αγία και μακαρία του ψυχή !
Αυτοί οί άξιοι ιεράρχαι ζουν
αιώνια κοντά στο Θεό.