Δευτέρα 11 Ιουνίου 2012

Αγίου Αποστόλου Βαρνάβα (Βίος)




Ο  ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ  ΒΑΡΝΑΒΑΣ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο Απόστολος Βαρνάβας, δεν ήταν μόνο ο ιδρυτής κι ο θεμελιωτής της Εκκλησίας της Κύπρου, αλλά και ο δραστήριος και ταπεινός εργάτης της πίστης μας, που πάντο­τε λάμβανε πρωτοβουλία για την επίλυση δύσκολων εκκλησιαστικών θεμάτων, όταν οι άλλοι Απόστολοι δυσκολεύονταν να τα λύσουνε.
Καταγόταν απ' τη Σαλαμίνα της Κύπρου, αλλά η νέα θρησκεία του Εσταυρωμένου τον κάλεσε, για να γίνει ο πρώτος των εβδομήντα Αποστόλων του Χριστού και να πάρει το θαυμάσιο όνομα Βαρνάβας, που άρμοζε στον χαρακτήρα του και σήμαινε: "υιός Παρακλήσεως", δηλ. άνθρωπος που ανακουφίζει τον πόνο, προσφέροντας στον καθένα βοήθεια.
Έτσι πρέπει να εξετάσουμε τη μεγάλη μορφή του για να δούμε όχι τα λίγα που γράφτηκαν γι' αυτόν, αλλά την πλούσια δράση που έδειξε, όχι με λόγια, αλλά με έργα. Η προσφορά του αρχίζει με την παρουσίαση του Παύλου στους άλλους Αποστόλους, που είχε την τόλμη να τους πει να τον δεχθούν και να τον εμπιστευθούν, αφού κι ο Κύριος τον εξέλεξε κι όλοι υπάκουσαν στη σοφή συμ­βουλή του.
Ανέλαβε μετά να βοηθήσει τους πρώτους χριστια­νούς στην Αντιόχεια με την ευχάριστη παρουσία του. Όμως το βαρύ έργο της οργάνωσης της εκεί Εκκλησίας, τον έκαμε ν' απευθυνθεί στον ικανό κι έμπειρο Παύλο για να τον βοηθήσει.

Έγινε από τότε ο στενός συνεργάτης του Αποστόλου των Εθνών, που το κριτήριό του διέγνωσε πρώτος τον δυναμισμό του, όταν οι άλλοι τον απορρίπταν. Βοήθησε ε­νεργά με τον Παύλο να μη λιμοκτονήσουν οι χριστιανοί της Ιερουσαλήμ και να επιζήσουν. Πάντοτε πρόβαλλε σαν από μηχανής Θεός και έλυε με το εφευρετικό μυαλό που διέθετε και τα πιο δύσκολα κι ακανθώδη προβλήματα.
Έτσι έφερε στην Κύπρο τον Παύλο να κηρύξει στη γενέτειρά του, γιατί ήξερε πως η ρητορική του τέχνη θα θαυματουργούσε. Έκαμε τους Κυπρίους χριστιανούς το 45 μ.Χ., αλλά η μεγαλύτερη επιτυχία του ήταν στην Πάφο, που ο Σέργιος Παύλος, Ρωμαίος ανθύπατος, έγινε χρι­στιανός με το κήρυγμα του Παύλου, γεγονός που έγινε αισθητό σ' όλη την οικουμένη.
Δεν έμεινε όμως ως εδώ η δράση του και με τον Παύ­λο μαζί περιοδεύσανε στην Μ. Ασία και κηρύξανε την σωτηρία του Κυρίου, στην Πέργη, Αντιόχεια, Ικόνιο, Λύστρα, Δέρβη, όπου στεριώσανε εκκλησιές και δίδαξαν πρώτοι αυτοί και σ' εθνικούς (ειδωλολάτρες).
Αντιμετώπισε τότε σοβαρό ζήτημα να παρεξηγηθεί με τον Παύλο απ' τους άλλους Αποστόλους, πως διδάξανε σε απερίτμητους. Στη Σύνοδο όμως των Ιεροσολύμων δικαιωθήκανε το 49μ.Χ. και γίνανε οι πρώτοι που είχαν το δικαίωμα να διδάσκουν και να καθοδηγούν τους εθνικούς, γίνανε δε οι διερμηνείς πια κι οι κατηχητές τους.
Πάντοτε συγκαταβατικός, υποχωρητικός, μειλίχιος κι όμως φάνηκε ανυποχώρητος στην απαίτηση του Παύ­λου να εγκαταλείψει τον Μάρκο απ' τη συνοδοιπορία τους. Δεν υπεχώρησε όμως στο φοβερό δίλημμα που του έ­θεσε ο Παύλος, αλλά βοήθησε τον ανεψιό του Μάρκο να βρει τον εαυτό του, να καταλάβει το ρόλο του κι αργότερα να μας χαρίσει ο άπειρος αυτός Απόστολος, το θαυ­μάσιο κατά Μάρκον Ευαγγέλιο.
Πάντοτε γνωστικός, λιγόλογος, άγγιξε τις ψυχές των ανθρώπων με τη γλυκειά παρουσία του, όχι με ρητορικά σχήματα λόγου, αλλά με έργα. Ήλθε στην Κύπρο το 52 μ.Χ. όπου στέριωσε για καλά τον χριστιανισμό, έπεσε ό­μως θύμα της δράσης του, με λιθοβολισμό απ' τους Ιου­δαίους και τάφηκε στη γενέτειρά του απ' τον Μάρκο.
Αλλά η Εκκλησία του που ίδρυσε με τόσους κόπους κλονίζεται το 477 απ' τις απαιτήσεις του Πατριάρχη Α­ντιοχείας, που ήθελε να την υποτάξει. Ο Απόστολος Βαρνάβας όμως επεμβαίνει με το όραμα που είδε ο Αρ­χιεπίσκοπος Κύπρου Ανθέμιος, όπου ο Άγιος του υπέδει­ξε το μέρος της ταφής του. Ο αυτοκράτορας Ζήνωνας σαν είδε το Ιερό Ευαγγέλιο και έμαθε την εύρεση του λειψά­νου του Αγίου, τότε σε σύνοδο ανεγνώρισε το αυτοκέφα­λο της Εκκλησίας της Κύπρου και παρεχώρησε στον Αρ­χιεπίσκοπό της κι άλλα βασιλικά προνόμια.
Η φιλειρηνική δράση του Αποστόλου Βαρνάβα δεν αρκέστηκε στην Αντιόχεια, Κύπρο, Μ. Ασία αλλ' έγινε πλατύτερη κι αγκάλιασε τη Ρώμη, Αλεξάνδρεια, Μεδιόλανα. Όπως λέγεται ο Απόστολος αυτός δεν ήταν μόνο "το μέγα κλέος της Κύπρου", "ο κήρυκας της Οικουμέ­νης", "ο αρχιτέκτονας της Εκκλησίας των Αντιοχέων", αλλ' ήταν κι ο "παναληθής υπηρέτης των Αποστόλων", αυτός πού έκανε τον Πατριάρχη Αντιοχείας και τον Αυτοκράτορα Ζήνωνα, να υποκύψουν και ν' αναγνωρίσουν το αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Κύπρου.
Δίκαια λοιπόν συγκαταριθμείται μαζί με τον Παύ­λο, όπως αναφέρεται στο απολυτίκιό του, "ισοστάσιος", ίσος με τους δώδεκα άλλους Αποστόλους.
Ο  ΒΙΟΣ  ΤΟΥ   ΑΓΙΟΥ
 
ΓΕΝΝΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΓΩΓΗ
Ο Απόστολος Βαρνάβας ήταν Ιουδαίος και καταγό­ταν απ' τη φυλή του Λευί, απ' την οποία λαμβάνονταν οι ιερείς και οι υπηρέτες του Ναού. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς στο βιβλίο του «Πράξεις των Αποστόλων» (Κεφ. δ', 36), αναφέρει πως ο Βαρνάβας ήταν Κύπριος στο γέ­νος και αρχικά λεγόταν Ιωσής. Οι Απόστολοι όμως σαν έγινε μαθητής του Χριστού, τον μετονομάσανε Βαρνάβα, που ερμηνεύεται "Υιός Παρακλήσεως", δηλαδή γιος πα­ρηγοριάς.
Πώλησε όλη την περιουσία του, για να μην έχει κα­νένα περισπασμό στη ζωή, και την έθεσε στη διάθεση των Αποστόλων. Έγινε ένας από τους εβδομήντα μαθητές του Χριστού και μάλιστα ο κορυφαίος των Αποστόλων. Συν­δεόταν στενά με τον Ευαγγελιστή Μάρκο, που ήταν ανεψιός του, αφού η μητέρα του Μάρκου, ήταν αδελφή του Βαρνάβα.
Η στενή συγγενική σχέση που είχε με τη Μαρία, τον έφερε πιο κοντά στον Χριστό, γιατί ως γνωστόν η Μαρία ήταν ανάμεσα στις γυναίκες που ακολουθούσαν και διακονούσαν τον Κύριο. Το σπίτι της μάλιστα χρησιμοποιήθηκε σαν τόπος συγκέντρωσης της πρώτης Εκκλησίας και στο υπερώο αυτής της οικίας ήταν, που ο Χριστός έφαγε με τους δώδεκα μαθητές του, τελώντας τον περίφημο Μυστικό Δείπνο, όπου τους παρέδωσε το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Ο Βαρνάβας κατείχε ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους Αποστόλους, ιδιαίτερα γιατί πρόσφερε την περιουσία του στους πτωχούς κι ήταν πάντοτε για τους δυστυχισμένους ο παρήγορος άγγελός τους. Όπως δε αναφέρει γι' αυτόν ο Ευαγγελιστής Λουκάς στις "Πράξεις των Αποστόλων" (κεφ. ια΄ 23-24), "ην ανήρ αγαθός και πλήρης Πνεύματος Αγίου και πίστεως", δηλαδή ήταν άνθρωπος ενάρετος και φωτισμένος απ' το Άγιο Πνεύμα για την πίστη που ακολουθούσε.

Ο ΒΑΡΝΑΒΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ
ΣΤΟΥΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥΣ
Σαν ο Παύλος επέστρεψε στην Ορθοδοξία ύστερα από το όραμα της Δαμασκού και ήθελε στα Ιεροσόλυμα να ενωθεί με τους άλλους Αποστόλους, το πρόβλημα ήταν δύσκολο γι' αυτόν, γιατί οι μαθητές του Χριστού δυσπιστούσαν για την ξαφνική στάση του. Δεν ήθελαν με κανένα τρόπο να τον εγκολπωθούνε, γιατί γνώριζαν την προηγούμενη διαγωγή του και τον μεγάλο φανατισμό που επέδειξε ενάντια στους Χριστιανούς.
Ο γλυκομίλητος όμως Βαρνάβας έσωσε την κατάσταση, παρέλαβε τον Παύλο, τον οδήγησε στους Αποστόλους, τους εξήγησε πως στο δρόμο της Δαμασκού είδε τον Κύριο που του μίλησε κι αυτός δέχτηκε πρόθυμα το κάλεσμα του Ιησού και πως από τότε πια ο Παύλος ανέλαβε επίσημα το βαρύ αποστολικό του έργο.

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΒΑΡΝΑΒΑ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ
Ύστερα από τον λιθοβολισμό του αρχιδιακόνου Στεφάνου, μερικοί Κύπριοι και Κυρηναίοι διδάξανε τη νέα Θρησκεία του Χριστού και με τη βοήθεια του Θεού, ιδρύθηκε ο πρώτος πυρήνας μιας Εκκλησίας. Σαν μάθα­νε το γεγονός αυτό στα Ιεροσόλυμα, τότε οι Απόστολοι απεφάσισαν να στείλουν τον Βαρνάβα στην Αντιόχεια για να ενισχύσει και οργανώσει την Εκκλησία τους.
Σαν ο Βαρνάβας αντελήφθηκε πως το έργο της οργά­νωσης ήταν τεράστιο και πως καθημερινά πλήθος πιστών πύκνωνε τις τάξεις της Εκκλησίας, τότε πήγε στην Ταρ­σό και αναζήτησε τον Παύλο κι άρχισαν από κοινού να διδάσκουν και να σταθεροποιούν την Εκκλησία. Μείνα­νε στην Αντιόχεια ένα χρόνο και σχημάτισαν την πρώ­τη αποστολική Εκκλησία και οι ακόλουθοι του Χριστού πήρανε για πρώτη φορά το όνομα Χριστιανοί. (Πράξ. Αποστ. Κεφ. ια' 26).
Όταν ο προφήτης Άγαβος απεκάλυψε πως θα γινό­ταν μεγάλη πείνα σ' όλο τον κόσμο, την εποχή του Καί­σαρα Κλαυδίου (41-54 μ.Χ.), ο Βαρνάβας και ο Παύλος α­νέλαβαν να μεταφέρουν τη βοήθεια των χριστιανών της Αντιοχείας στα Ιεροσόλυμα, για τους πτωχούς αδελφούς τους, που γίνανε χριστιανοί και κατάγονταν από Ιουδαί­ους.
 
Η Α' ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Στη συνεργασία Βαρνάβα και Παύλου οφείλεται κι η διάδοση του Χριστιανισμού στην Κύπρο. Οι δύο φλο­γεροί Απόστολοι μαζί με τον Μάρκο, ανεψιό του Βαρνά­βα, το 45 μ.Χ. απέπλευσαν από τη Σελεύκεια για τη Σα­λαμίνα της Κύπρου, όπου κήρυξαν τη νέα θρησκεία στις συναγωγές των Ιουδαίων, που ήσαν εγκαταστημένοι εκεί από την εποχή των Πτολεμαίων.
Οι Πράξεις των Αποστόλων (Κεφ. γ' 4-5) αναφέρουν γι' αυτήν την περιοδεία τα ακόλουθα: «Ούτοι μεν ουν εκπεμφθέντες υπό του Πνεύματος του Αγίου κατήλθον εις την Σελεύκειαν, εκείθεν τε απέπλευσαν εις την Κύπρον, και γενόμενοι εν Σαλαμίνι. κατήγγελλον τον λόγον του Θεού εν ταις συναγωγαίς των Ιουδαίων, είχον δε και Ιωάννην υπηρέτην».
Η Σαλαμίνα τότε ήταν η μεγαλύτερη πόλη της Κύ­πρου, γι' αυτό διδάξανε πρώτα εδώ. Μετά προχώρησαν πεζοί στην Πάφο, που ήταν πρωτεύουσα της Κύπρου και έδρα του Ρωμαίου ανθυπάτου Σεργίου Παύλου, που ήταν συνετός άνδρας, γι' αυτό κάλεσε τους Αποστόλους να κηρύξουν τον λόγο του Θεού για να τον ακούσει. Ο Ιουδαίος Βαριησούς, που λεγόταν και Ελύμας και στα ε­βραϊκά σήμαινε μάγος, προσπάθησε τότε ν' απομακρύνει τον ανθύπατο ώστε να μην ακούσει το κήρυγμα.
Μα ο Παύλος, που ως τότε λεγόταν Σαύλος, εμπνευ­σμένος από το Άγιο Πνεύμα, στράφηκε στον Ελύμα κι αφού τον κοίταξε, του είπε: «Παιδί του διαβόλου, που είσαι γεμάτος από πονηριά και κάθε ραδιουργία, εχθρέ κάθε αρετής, δε θα παύσεις να παρουσιάζεις σαν πλανε­μένους τους ίσιους δρόμους του Κυρίου; Και τώρα να, θα πέσει πάνω σου το χέρι του Θεού και θα είσαι τυφλός, μη μπορώντας να βλέπεις τον ήλιο για ένα διάστημα» (Πράξ. Αποστ. Κεφ. ιγ' 9-11). Αμέσως έπεσε γύρω του θά­μπος και σκοτάδι και ζητούσε ανθρώπους για να τον κρατούν απ' το χέρι, για να τον βοηθούν να περπατά.
Σαν είδε ο ανθύπατος το θαύμα πίστεψε καθώς και πολλοί άλλοι Κύπριοι, για την αλήθεια και τη δύναμη της νέας θρησκείας.
Με το γεγονός αυτό μπήκανε οι πρώτες βάσεις του χριστιανισμού στη Κύπρο, γιατί ένας ανώτερος αξιωμα­τούχος του Ρωμαϊκού κράτους, αποσκίρτησε απ' τις τά­ξεις των ειδωλολατρών. Ο Παύλος δε, εγκατέλειψε πια το εβραϊκό του όνομα Σαούλ ή Σαύλος και έλαβε οριστικά το ρωμαϊκό όνομα Παύλος, που σήμαινε μικρός. Εκεί λέ­γεται πως ο Παύλος ξυλοκοπήθηκε άγρια με "σαράντα παρά μία" μαστιγώσεις, όπως ήταν το ρωμαϊκό έθιμο.
 
ΚΗΡΥΓΜΑ ΒΑΡΝΑΒΑ  ΚΑΙ  ΠΕΤΡΟΥ  ΣΤΗ  Μ.  ΑΣΙΑ
Αφού φύγανε από την Κύπρο ήλθανε και κήρυξαν στην Πέργη της Παμφυλίας, αλλά ο Μάρκος για άγνωστο λόγο τους εγκατέλειψε, πιθανό να κουράστηκε από το ταξίδι του στην Κύπρο κι επέστρεψε στα Ιεροσόλυμα. Έ­τσι τώρα μείνανε μόνο οι δυο Απόστολοι που επισκέφθη­καν την Αντιόχεια της Πισιδίας.
Ήταν μέρα Σάββατο γι' αυτό πήγανε στη συναγωγή των Ιουδαίων. Ύστερα από την ανάγνωση του Μωσαϊκού Νόμου και των Προφητών οι αρχισυνάγωγοι τους πλησί­ασαν και τους ρώτησαν αν θέλουν ν' απευθυνθούν στο λαό. Τότε ο Παύλος, αφού ένευσε στον λαό να ησυχάσει, τους προέτρεψε αν φοβούνται τον Θεό ν' ακούσουνε, για­τί ο Θεός αυτός διάλεξε τους Πατριάρχες και αρχηγούς τους, τους οδήγησε ύστερα από 40 χρόνια περιπλάνηση στην έρημο πίσω στη γη Χαναάν και μετά αφού κατέ­στρεψε 7 έθνη τους διαμέρισε στη γη τους. Ο Θεός ακόμα τους βοήθησε κι έστειλε τους Κριτές μέχρι του Σα­μουήλ του προφήτη, ύστερα τους έστειλε τους βασιλείς Σαούλ και Δαυίδ, απ' τη γενιά του οποίου γεννήθηκε ο Χριστός, ο Σωτήρας των Ιουδαίων.
Συνεχίζοντας ο Παύλος, το θεόπνευστο κήρυγμά του, τους ανέφερε πως, ο Θεός έστειλε πριν από τον Χριστό τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, που ετοίμασε τον δρόμο για να διδάξει ο Χριστός. Τους τόνισε ακόμα να μη περιφρο­νήσουν το κήρυγμά τους, για να μην επαληθεύσουνε γι' αυτούς τα λόγια των Προφητών, πως όποιοι απορρίψουνε τη διδασκαλία του για τα θαυμαστά έργα του Κυρίου, αν κάποιος τους τα εξιστορήσει, αυτοί θα εξολοθρευθούνε απ' αυτόν.
Τα λόγια του Παύλου εντυπωσίασαν τους ακροατές του που ζήτησαν από τους δύο Αποστόλους το επόμενο Σάββατο πάλιν να κηρύξουν στη συναγωγή τους. Πολλοί από τους Ιουδαίους και τους ευσεβείς προσηλύτους που φύγανε από τον Ιουδαϊσμό, πίστευσαν στον Παύλο και στον Βαρνάβα και προτρέπανε όλους αυτούς να μένουνε σταθεροί στη νέα πίστη τους.
Το άλλο Σάββατο όλη η πόλη μαζεύτηκε στη συναγω­γή της Αντιοχείας της Πισιδίας, για ν' ακούσουν το λόγο του Θεού. Μερικοί όμως φανατικοί Ιουδαίοι φέραν α­ντιρρήσεις στο κήρυγμα του Παύλου. Τότε ο Παύλος κι ο Βαρνάβας, μίλησαν με θάρρος σ' αυτούς και είπαν πως, ήλθαν να κηρύξουν πρώτα σ' αυτούς το λόγο του Θεού, ε­πειδή όμως δεν τον αφήνουν να φυτρώσει μέσα τους και δεν κρίνανε τον εαυτό τους άξιο σωτηρίας, τότε, απευθύνουνε τη διδασκαλία τους στους ειδωλολάτρες, ό­πως τους παρήγγειλε ο Κύριος. Αφού άκουσαν αυτά τα λόγια των Αποστόλων οι ειδωλολάτρες χάρηκαν και πί­στευσαν στον αληθινό Θεό.
Αρκετοί όμως αμετάπειστοι Ιουδαίοι ξεσήκωσαν διωγμό και παρακινώντας τις ευσεβείς γυναίκες και τους πρώτους άρχοντες της πόλης, ανάγκασαν τους δύο Αποστόλους να φύγουν απ' τα σύνορα της πόλης τους. Τότε οι Απόστολοι φύγανε και με αγανάκτηση από την πράξη τους, τινάξανε από τα πόδια τους κι αυτήν την σκόνη ακόμα που είχανε τα πέδιλά τους.
Απ' την Αντιόχεια φθάσανε στο Ικόνιο, όπου δίδα­ξαν στη συναγωγή. Το κήρυγμά τους σημείωσε τόση επι­τυχία, ώστε πιστεύσανε πολλοί Ιουδαίοι και εθνικοί, α­νάμεσα στους οποίους ήταν και η πρωτομάρτυς Θέκλα.
Στην πόλη αυτή, αρκετό διάστημα μείνανε και διδάσκανε, αλλά και πάλι οι Ιουδαίοι ξεσήκωσαν το λαό, που χωρίστηκε έτσι σε δύο μέρη, με τους υποστηρικτές των Αποστόλων και εκείνους που ήταν με τους φανατι­κούς Ιουδαίους. Σαν αντελήφθησαν πια, πως ο αναβρα­σμός μεγάλωνε και πως σχεδίαζαν να τους λιθοβολή­σουν, κατέφυγαν στις πόλεις της Λυκαονίας, Λύστρα και Δέρβη και στα περίχωρά τους και άρχισαν πάλι να διδά­σκουν.
Σαν δίδασκαν στα Λύστρα ανάμεσα στο πλήθος των ακροατών τους, ήταν και ένας άντρας χωλός με αδύνατα πόδια, που δεν περπάτησε ποτέ κι εκείνη τη στιγμή παρακολουθούσε με προσοχή το κήρυγμα του Παύλου. Ο Παύλος είδε τη μεγάλη πίστη του, γι' αυτό του φώναξε: «σήκω και περπάτα». Κι αμέσως το θαύμα έγινε. Τα πλή­θη τότε σαν είδαν τον χωλό να περπατά ανάμεσά τους, άρχισαν να φωνάζουν πως οι θεοί πήρανε μορφή ανθρώ­πων και κατέβηκαν στην γη.
Ονόμασαν τότε τον Βαρνάβα Δία, γιατί ήταν επι­βλητικός και μεγαλοπρεπής στο ανάστημα και τον Παύ­λο Ερμή, γιατί μιλούσε συχνά, ενώ ο Βαρνάβας ήταν ολιγόλογος. Ο ιερέας μάλιστα του Δία, που ο ναός του βρισκόταν στο μπροστινό μέρος της πόλης, έφερε ταύρους για να θυσιάσει για χάρη των Αποστόλων που τους θεωρούσαν για θεούς ως και στεφάνια ακόμα, που στεφάνωναν τα ζώα, σαν τα θυσίαζαν.
Όταν είδαν αυτή την ειδωλολατρική πράξη του ιε­ρέα, ξεσχίσανε τα ρούχα τους σαν διαμαρτυρία, όπως ή­ταν συνήθεια της εποχής κι αφού εισχωρήσανε στο μέ­σον του λαού, φώναξαν, γιατί τα κάνουνε όλα αυτά, α­φού κι οι ίδιοι είναι άνθρωποι του Θεού, όπως κι αυτοί. Τους τονίσανε πάλι να εγκαταλείψουν τα άψυχα είδωλα και να επιστρέψουν στον αληθινό Θεό, που είναι ο δη­μιουργός όλου του κόσμου, που καθημερινά βλέπουνε.
Σαν αποφύγανε τη βδελυρά θυσία, νέα συμφορά βρή­κε τους Αποστόλους. Ήλθαν φανατικοί Ιουδαίοι απ' την Αντιόχεια και το Ικόνιο και πείσανε το πλήθος να λιθο­βολήσει τον Παύλο. Όταν τελείωσε ο λιθοβολισμός, ε­πειδή νόμισαν πως πέθανε, τον σύρανε έξω από την πόλη. Οι πιστοί μαθητές του όμως τον βρήκανε κι αφού τον σή­κωσαν πάνω τον οδήγησαν στην πόλη. Την επόμενη μέρα όμως, οι δύο Απόστολοι αναχώρησαν για τη Δέρβη.

Ο ΒΑΡΝΑΒΑΣ ΚΑΙ Ο ΠΑΥΛΟΣ ΟΡΓΑΝΩΝΟΥΝ
ΤΙΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΠΟΥ ΙΔΡΥΣΑΝ
Αφού διδάξανε στη Δέρβη και πίστευσαν αρκετοί στο Ευαγγέλιο της σωτηρίας, επέστρεψαν πάλι στα Λύστρα, στο Ικόνιο και την Αντιόχεια. Παντού όπου πή­γαν ενθάρρυναν τους χριστιανούς να μείνουν σταθεροί στην πίστη τους και τους τόνισαν, πως πρέπει πολύ να υ­ποφέρουν για να σώσουν την ψυχή τους.
Στα μέρη απ' όπου περνούσαν χειροτονήσανε πρε­σβυτέρους για κάθε εκκλησία κι αφού προσευχήθηκαν στον Κύριο να τους βοηθήσει, τους υποδείξανε να μένουν πιστοί σ' Αυτόν που έχουν πιστεύσει. Αφού πέρασαν απ' την Πισιδία, φθάσανε στην Πέργη της Παμφυλίας, όπου κηρύξανε τον λόγο του Θεού. Μετά κατέβηκαν στην Αττάλεια και φθάσανε στην Αντιόχεια, όπου διηγήθηκαν στους χριστιανούς, όσα έκαμε ο Θεός με το κήρυγμά τους και πως άνοιξε ο Θεός για τους εθνικούς μια πραγ­ματική πύλη πίστης.

ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΤΟΜΗΣ
Με την προσέλευση των ειδωλολατρών προέκυψε ένα σοβαρό ζήτημα, γιατί μερικοί από τους Φαρισαίους διδάσκανε, πως για να σωθούν όσοι προσέρχονταν στον χριστιανισμό, έπρεπε να περιτέμνονται, όπως διέτασσε κι ο Μωσαϊκός νόμος. Αυτό όμως δημιούργησε σοβαρή συζήτηση του Βαρνάβα και Παύλου, μ' αυτούς, που διαδίδανε τη γνώμη αυτή. Έτσι, αποφάσισαν να μεταβούνε στα Ιεροσόλυμα ο Βαρνάβας, ο Παύλος και μερικοί άλ­λοι χριστιανοί, για να συζητήσουν το ζήτημα τούτο με τους Αποστόλους και πρεσβυτέρους.
Ύστερα από αρκετή συζήτηση μεταξύ τους, ο Πέτρος που ήταν κι ο κορυφαίος των Αποστόλων, εξέθεσε σ' όλους πως ο Θεός δεν έκαμε καμμιά διάκριση για να δεχθούν όλοι το κοσμοσωτήριο κήρυγμά του και τώρα πώς αυτοί θα τους επέβαλλαν νέες απαγορεύσεις; Έτσι εξελέγη μια επιτροπή από έξι άνδρες μεταξύ των οποίων ήταν ο Βαρνάβας κι ο Παύλος για να μεταφέρουν επιστολή στους αδελφούς τους, πριν εθνικούς στην Αντιόχεια, Συρία και Κιλικία.
Η επιστολή ανέφερε πως οι Απόστολοι λυπούνται, γιατί μερικοί τους σκανδαλίζουν με το θέμα αυτό, και τους προτρέπουν να δεχθούν τις οδηγίες, που στέλνουνε μαζί με τον Βαρνάβα και τον Παύλο, που αφιέρωσαν τη ζωή τους για τον Κύριο.
Πριν να φύγουν από τα Ιεροσόλυμα, πληροφόρησαν τους Αποστόλους για το θεάρεστο έργο που επιτέλεσαν στην Λυκαονία καί Παμφυλία και χάρηκαν όλοι για όσα ο Θεός πραγματοποίησε δια μέσου των Αποστόλων αυτών. Φέρανε στην Αντιόχεια την επιστολή των Απο­στόλων, που διελάμβανε να μη περιτέμνονται οι χρι­στιανοί, να μη τρώνε πνικτό και ειδωλόθυτο κρέας, ακό­μα δε ν' απέχουν από την πορνεία.

ΔΙΑΦΩΝΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
Ο Βαρνάβας κι ο Παύλος μείνανε στην Αντιόχεια λίγες μέρες και διδάσκανε τον λόγο του Θεού. Ύστερα α­πό λίγες μέρες ο Παύλος είπε στον Βαρνάβα να επισκε­φθούν τις πόλεις που κηρύξανε τον χριστιανισμό στη Μ. Ασία, για να δουν πώς πραγματικά παν εκεί οι χριστιανοί.
Παρουσιάστηκε τότε μια διαφωνία ανάμεσα στον Βαρνάβα και Παύλο, γιατί ο Βαρνάβας ήθελε να πάρουν μαζί τους στην περιοδεία και τον ανεψιό του Μάρκο, ενώ ο Παύλος διαφωνούσε, γιατί τους εγκατέλειψε στην Πέργη της Παμφυλίας αφήνοντάς τους μόνους. Έτσι χωρί­σθηκαν οι δύο Απόστολοι και ο Παύλος πήρε μαζί του τον Σίλα και περιόδευσε τη Συρία και Κιλικία, ο δε Βαρ­νάβας απέπλευσε για την Κύπρο μαζί με τον Μάρκο.

Β'  ΠΕΡΙΟΔΕΙΑ ΤΟΥ ΒΑΡΝΑΒΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Σαν ήλθε στην Κύπρο ο Βαρνάβας, έγινε ο πρώτος ε­πίσκοπος στη Σαλαμίνα. Αμέσως χειροτόνησε και άλ­λους επισκόπους σε μεγάλα κέντρα του νησιού για την ε­ξάπλωση του χριστιανισμού. Στο Κίτιο χειροτονήθηκε ε­πίσκοπος ο Άγιος Λάζαρος, ο τετραήμερος φίλος του Χρι­στού, που ποίμασε για δεκαοχτώ χρόνια την Εκκλησία του, στην Ταμασό, τον Άγιο Ηρακλείδιο, στην Αμαθούντα τον Μνημόνιο και στους Σόλους τον Αυξίβιον. Ο Φιλάγριος χρημάτισε επίσκοπος Κουρίου, ο Τυχικός μνη­μονεύεται σαν επίσκοπος Νεάπολης (Λεμεσού), ο Αρί­στων επίσκοπος Αρσινόης (πόλης της Χρυσοχού), ο Επαφράς, ο Τίμωνας και ο Μνάσωνας σε άλλες πόλεις της Κύ­πρου.
Ο Βαρνάβας σαν επισκέφθηκε την Ταμασό, παρακί­νησε τον άγιο Ηρακλείδιο να κτίσει ναούς στο νησί και να φροντίσει να χειροτονεί πρεσβυτέρους για τις ανά­γκες των εκκλησιών. Ποτέ του δεν επιβάρυνε κανένα για τη συντήρησή του και τις προσωπικές του ανάγκες, όπως και της συνοδείας του. Πάντοτε εργαζότανε, όπως και ο Παύλος, για να κερδίσει τον επιούσιό του (Κοριν. Α' Κεφ. η' 7).
Ο Απόστολος Βαρνάβας, σύμφωνα με τις παραδό­σεις, επεξέτεινε το αποστολικό έργο του και εκτός Κύ­πρου και κήρυξε στην Αλεξάνδρεια, Ρώμη και Μεδιόλανα της Βορείου Ιταλίας. Λέγεται μάλιστα ότι χειροτόνη­σε επίσκοπο Ρώμης τον Κλήμη.

ΤΟ  ΤΕΛΟΣ  ΚΑΙ  Η  ΤΑΦΗ  ΤΟΥ  ΒΑΡΝΑΒΑ
O Βαρνάβας και o Παύλος ήταν οι μόνοι Απόστολοι που είχαν το δικαίωμα να κηρύττουν στους εθνικούς (απεριτμήτους), ενώ οι άλλοι Απόστολοι στους Ιουδαίους, που κάνανε περιτομή. Γι' αυτό ο Βαρνάβας ήλθε στη γε­νέτειρά του Σαλαμίνα για να διδάξει, όπως και σ' όλη την Κύπρο. Όπως αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς επει­δή κηρύττανε τον Χριστό στους Ιουδαίους αυτό το θεωρούσανε μωρία και σκάνδαλο γι' αυτούς, ενώ για τους προσκεκλημένους Ιουδαίους και Έλληνες δύναμη και α­πόκτηση της σοφίας του Θεού.
Ο Βαρνάβας συνέχιζε στη Σαλαμίνα να διδάσκει τον Εσταυρωμένο Χριστό κι αυτό ερέθιζε τους Ιουδαί­ους, που μια μέρα πια γεμάτοι από μανία και πάθος, τον δέσανε με σχοινί απ' τον τράχηλο και τον σύρανε έξω α­πό την πόλη. Εκεί τον λιθοβόλησαν στις 11 Ιουνίου και παρέδωσαν στη φωτιά το σώμα του, που ευτυχώς έμεινε α­νέπαφο. Το ιερό λείψανό του σαν νύκτωσε το παρέλαβε κρυφά απ' τους Ιουδαίους ο ανεψιός του Μάρκος, μαζί με τον Μνάσωνα και άλλους χριστιανούς και το θάψανε σε υπόγειο τάφο, που για να τον βρεις κατεβαίνεις ένα στενό διάδρομο με 14 σκαλοπάτια, μετά βρίσκεις ένα προθάλαμο και πιο μέσα άλλο θάλαμο μικρότερο. Πάνω στο στήθος του Αγίου τοποθετήσανε το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, που έγραψε ο Βαρνάβας με τα ίδια του τα χέρια.
Ο μαρτυρικός θάνατος του Βαρνάβα συνέβηκε το 57 μ.Χ. και με τη θυσία του έγινε ο ιδρυτής κι ο θεμελιωτής της Εκκλησίας της Κύπρου.
Ο Μάρκος κατάμονος και θλιμμένος από τον σκλη­ρό θάνατο που βρήκε ο θείος του, πεζός φτάνει στο Λιμνίτη απ' όπου με πλοίο έφθασε στην Έφεσο, όπου ανήγγει­λε στον Παύλο τον χαμό του αξιολάτρευτου συνεργάτη τους. Τότε κι οι δύο μαζί χύσανε πικρά δάκρυα. Το μέ­ρος που τάφηκε ο Άγιος έγινε "τόπος ίασης" για όσους περνούσανε άρρωστοι από εκεί.

Η ΑΝΕΥΡΕΣΗ ΤΟΥ ΛΕΙΨΑΝΟΥ
Η Εκκλησία της Κύπρου στην αρχή της ίδρυσής της απ' τον Απόστολο Βαρνάβα, προσπάθησε να τηρήσει την ανεξαρτησία της απ' τον κόμητα της Ανατολής, που είχε έδρα του την Αντιόχεια. Απ' το παρελθόν θέλανε οι Πα­τριάρχες της Αντιοχείας να υποδουλώσουν θρησκευτι­κά την Εκκλησία της Κύπρου και προβάλλανε τον ισχυ­ρισμό, πως απ' εδώ ξεκίνησαν οι Απόστολοι για να κη­ρύξουν τον χριστιανισμό στην Κύπρο. Την απαίτησή τους αυτή ανακοινώσανε και στον Πάπα της Ρώμης, που χωρίς να εξετάσει βαθύτερα το ζήτημα, έγραψε στους Κυπρίους να συμμορφωθούν. Οι Κύπριοι όμως, είτε γιατί έπεισαν τον Πάπα, είτε γιατί θέλανε να είναι ελεύθεροι από κάθε παρέμβαση, δεν υποκύψανε.
Ο Πατριάρχης όμως της Αντιοχείας δεν αρκέστηκε στα λόγια, αλλά προχώρησε και στις απειλές και σαν πέ­θανε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, έπεισε τον κόμητα της Ανατολής ν' απαγορεύσει στους Κυπρίους να εκλέξουνε νέο Αρχιεπίσκοπο, μέχρις ότου το ζήτημά τους συζητη­θεί στην Γ' Οικουμενική Σύνοδο που έγινε στην Έφεσο το 431. Οι Κύπριοι όμως παρεγνώρισαν την απαγόρευση, εξέλεξαν νέο Αρχιεπίσκοπο και σαν έγινε η Σύνοδος στην Έφεσο, πήγανε με τέσσερις άλλους Επισκόπους, για να υποστηρίξουν την υπόθεσή τους.
Η Σύνοδος αυτή εξέτασε με πολλή προσοχή το δίκαιο των Κυπρίων Επισκόπων και ανεγνώρισε πως η Εκκλη­σία της Κύπρου ήτανε ανεξάρτητη και αυτοδιοίκητη. Παρόλο όμως που η Σύνοδος δικαίωσε τους Κυπρίους Ε­πισκόπους, ο Πατριάρχης της Αντιοχείας δεν έπαυσε να διεκδικεί όπως ελέγχει την Εκκλησία της Κύπρου και να θέλει να χειροτονεί μόνον αυτός τον Αρχιεπίσκοπο Κύ­πρου.
Το ζήτημα αυτό της ανεξαρτησίας της Κυπριακής Εκκλησίας, άρχισε να παίρνει επικίνδυνες διαστάσεις, όταν Πατριάρχης Αντιοχείας ήταν ο Πέτρος Κναφεύς, που επανήλθε στο γνωστό ισχυρισμό των Αντιοχέων, πως οι Κύπριοι λάβανε την πίστη και τον χριστιανισμό απ' την πόλη τους. Στην απαίτησή τους αυτή υποστηρίζονταν και απ' τον Αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης Ζήνω­να (475-491). Έτσι η ανεξαρτησία της Κύπρου κινδύνευε αυτή τη φορά, από δύο μονοφυσίτες Ευτυχιανούς, τον Πατριάρχη Αντιοχείας και τον Αυτοκράτορα της Κων­σταντινούπολης. Στη δύσκολη αυτή στιγμή επενέβηκε για να βάλει στη θέση τους τα πράγματα η θεία πρόνοια με το παρακάτω θαυμαστό γεγονός.
Ο Απόστολος Βαρνάβας παρουσιάστηκε στον ύπνο του Αρχιεπισκόπου της Σαλαμίνας Ανθεμίου και του α­ποκάλυψε, πως θα βρει το λείψανό του μέσα σε τάφο, με το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο στο στήθος του, αφού σκά­ψει κάτω από μια χαρουπιά. Ο Απόστολος ακόμα του τόνισε πως αν οι αντίπαλοί του λένε πως ο Θρόνος της Α­ντιοχείας είναι Αποστολικός, να πει κι αυτός πως κι η Εκκλησία της Κύπρου είναι Αποστολική, γιατί έχει δικό της Απόστολο.
Πραγματικά την άλλη μέρα ο Ανθέμιος, αφού τέλε­σε λειτουργία με αρχιερείς στον καθορισμένο τόπο, σκάψανε κάτω από τη χαρουπιά και βρήκανε τον τάφο του Αγίου, απ' όπου έβγαινε θαυμάσια ευωδία. Πάνω στο λείψανο δε του Αγίου υπήρχε το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, που έγραψε ο ίδιος με τα χέρια του. Έτσι με την εύρεση λειψάνου του Αποστόλου Βαρνάβα επαλήθευσε το όραμα του Ανθεμίου.

ΤΑ   ΠΡΟΝΟΜΙΑ  ΤΗΣ   ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ  ΤΗΣ   ΚΥΠΡΟΥ
Ο Ανθέμιος αφού παρέλαβε το Ιερό Ευαγγέλιο σαν τεκμήριο, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και παρουσιά­στηκε στον Αυτοκράτορα Ζήνωνα, που μόλις είδε το ιερό κειμήλιο χάρηκε πολύ. Τότε ο Ανθέμιος πρόσφερε σαν δώρο το Ιερό Ευαγγέλιο στον Ζήνωνα, που το κατέθεσε στο παρεκκλήσι του Αγίου Στεφάνου, που βρισκόταν στην αυλή του παλατιού του κι ο αυτοκράτορας διέταξε να αναγινώσκεται κάθε χρόνο τη Μεγάλη Παρασκευή.
Αμέσως ο Αυτοκράτορας συνεκάλεσε τη Σύνοδο που είχε εργασίες εκείνες τις μέρες και τους έδειξε το Ιερό Ευαγγέλιο. Όλοι τους κατελήφθησαν από μεγάλη συγκί­νηση, οι δε Αντιοχείς που βρίσκονταν στη Σύνοδο, φύ­γανε ντροπιασμένοι απ' τη συνεδρίαση. Τότε η Σύνοδος ομόφωνα ανεγνώρισε πως η Εκκλησία της Κύπρου είναι αυτοκέφαλη και ανεξάρτητη, κι έπαυσε πια να εξαρτά­ται από την Εκκλησία της Αντιοχείας.
Ο Αυτοκράτορας Ζήνωνας έκανε κι αυτός με τη σει­ρά του μια ευγενικιά και γενναιόδωρη χειρονομία και παρεχώρησε στον κατά καιρούς Αρχιεπίσκοπο Κύπρου τέσσερα βασιλικά προνόμια:
1) Να υπογράφει με κόκκινο μελάνι.
2) Να φορεί ερυθρό μανδύα, όπως οι αυτοκράτορες.
3) Να κρατεί σκήπτρο βασιλικό, αντί ποιμαντορική ράβδο και
4) Να κάθεται σε Οικουμενικές Συνόδους στην πέ­μπτη θέση ύστερα απ' τους τέσσερις Πατριάρχες.
Τα προνόμια αυτά η Εκκλησία του Αποστόλου Βαρ­νάβα τα φυλάττει σα κόρη οφθαλμού μέχρι σήμερα.
Ο Αυτοκράτορας Ζήνωνας έδωσε στον ίδιο τον Ανθέμιο άφθονα χρήματα και πολύτιμα δώρα με τα οποία ο Αρχιεπίσκοπος ανήγειρε λίγο πιο πέρα απ' το μέρος ό­που βρέθηκε το λείψανο, μεγαλοπρεπή ναό, πάνω σ' ερεί­πια αρχαίου ειδωλολατρικού ναού, καθώς και ξενώνες για τους προσκυνητές. Τα ιερά λείψανα του Αγίου τα διεφύλαξε μέσα στο ιερό του ναού.
Δυστυχώς το βασιλικό αυτό μοναστήρι του ιδρυτή της Εκκλησίας της Κύπρου κατεστράφηκε το 647 μ.Χ., απ' τη μεγάλη Αραβική επιδρομή του Χαλίφη Μωαβία, τότε που καταστράφηκε κι η Σαλαμίνα. Το μοναστήρι ξανακτίστηκε απ' τον Ιλαρίωνα Κιγάλα (1674-78), Αρ­χιεπίσκοπο Κύπρου και ανακαινίστηκε απ' τον Αρχιεπί­σκοπο Φιλόθεο (1734-1759). Ύστερα από πολλές περιπέ­τειες, το 1922 στο εσωτερικό του ναού ζωγραφιστήκανε τα προνόμια της Εκκλησίας της Κύπρου στο δεξιό μέρος του ναού σε τέσσερεις σκηνές, που είναι πανομοιότυπες μ' εκείνες του παρεκκλησίου του Αγίου Στεφάνου στην Κωνσταντινούπολη. Οι απεικονίσεις των προνομίων, βρίσκονται σε μικρότερο μέγεθος και στον Αγ. Ιωάννη Λευκωσίας (Αρχιεπισκοπή).
Ο τάφος του Αποστόλου Βαρνάβα βρίσκεται 100 μέ­τρα ανατολικά του ναού, ανάμεσα σε ευκαλύπτους. Πά­νω στον τάφο του Αγίου κτίστηκε το 1953, μικρό παρεκ­κλήσι, που μπαίνοντας σ' αυτό βρίσκεις μικρά είσοδο και κατεβαίνοντας ένα στενό διάδρομο με 14 βαθμίδες, που χρειάζεται να κρατείς κάποιο φως για να προχωρή­σεις, μπαίνεις σ' ένα προθάλαμο και πιο μέσα συναντάς τον τάφο του Αποστόλου Βαρνάβα. Εκεί είναι κι ένα πηγάδι με το θαυματουργό αγίασμά του κατάλληλο για δερματικές παθήσεις.
Το αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Κύπρου και τα προνόμιά της τα αναγνώρισε και η Πενθέκτη Οικουμενι­κή Σύνοδος η εν Τρούλλω Σύνοδος (692 μ.Χ.), γιατί συνήλθε σε αίθουσα, που στεγαζότανε από ψηλό τρούλλο, όταν οι Κύπριοι βρίσκονταν σαν πρόσφυγες στην Νέα Ιουστιανούπολη (Κύζικο), που μεταφερθήκανε απ' τον Αυτοκράτορα Ιουστινιανό Β', τον Ρινότμητο, για να γλυτώσουν από τις Αραβικές επιδρομές (632-964). Εκεί στην Ιουστινιανούπολη ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου διετήρησε όλες τις.εξουσίες του και τα προνόμια που παρεχωρηθήκανε σ' αυτόν απ' τον αυτοκράτορα Ζήνωνα. Σαν ε­πέστρεφε δε στην Κύπρο το 698 έφερε πια τον τίτλο «Αρ­χιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και Πάσης Κύπρου».
Με την σθεναρά στάση των Κυπρίων απέναντι της Α­ντιοχείας, αλλά ιδιαίτερα με την επέμβαση την έγκαιρη του Αποστόλου Βαρνάβα, η Εκκλησία της Κύπρου βρή­κε την πραγματική ελευθερία της, κι έτσι ο Άγιος πια δικαίωσε ακόμα μια φορά τον τίτλο του Αποστόλου, που του δόθηκε και τον φέρει μόνον αυτός κι ο Παύλος μαζί με τους 12 Αποστόλους.
Το μοναστήρι του Αποστόλου Βαρνάβα σήμερα δυ­στυχώς στενάζει κάτω από την μπότα του Τουρκικού Ατ­τίλα, που απ' το 1974 κατέχει το βόρειο τμήμα της μαρ­τυρικής Κύπρου.
Ας παρακαλούμε όμως με θερμές προσευχές τον Από­στολο Βαρνάβα που η μνήμη του γιορτάζεται στις 11 του Ιουνίου, να πρεσβεύει στον Κύριόν μας Ιησού Χριστό, που τόσο δόξασε, να λυπηθεί το πολύπαθο νησί των Αγί­ων, χαρίζοντάς του την ελευθερία του και τη δικαίωση των εθνικών του πόθων.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ
 Ήχος δ΄
Ως του Παύλου πέλων συνέκδημος και Χρι­στόν κηρύξας τοις έθνεσι, των Αγγέλων ομότιμος γέγονας, Βαρνάβα Απόστολε· διό δυσώπει τον Κύριον, ταις ψυχαίς ημών δοθήναι το μέγα έλε­ος.
 
ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ
Ήχος γ'.  Η Παρθένος σήμερον
Του Κυρίου γέγονας παναληθής υπηρέτης, Αποστόλων ώφθης τε των εβδομήκοντα πρώτος· ήνυσας συν τω Παύλω οδόν ευθείαν, άπασι καταμηνύων Χριστόν Σωτήρα. Δια τούτο υμνωδίαις σου θείαν μνήμην, Βαρνάβα, γεραίρομεν.
ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ
Υμνήσωμεν πάντες χαρμονικώς τον της Εκ­κλησίας πρωτεργάτην και αθλητήν, Βαρνάβαν τον Θείον Απόστολον τον μέγα, Χριστιανών το κλέος, άσμασι στέφοντες.
 
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Related Posts Plugin for WordPress,  Blogger...