Τετάρτη 27 Ιουνίου 2012

Ο χαριτωμένος Ρουμάνος παπα Ιωακείμ

Ο παραγυός του παπα Ιωακείμ


Κάθε Σάββατο απόγευμα ερχόταν στις Καρυές για προμήθειες των αναγκαίων και για να συναντήση ρουμάνους συμπατριώτες του, που έρχονταν απ’ την ερημική Καψάλα για να πουλήσουν τα εργόχειρά τους –κομποσχοίνια, μπαστούνια, σουσουρόσκουπες και στυλιάρια-, ο, απ’ το άθροισμα των κελλιών της αντικρυνής νότιας δασοπλαγιάς, και συγκεκριμένως απ’ το Κουτλουμουσιανό κελλί των Αγίων Θεοδώρων, χαριτωμένος Γέροντας παπαΙωακείμ (κατά κόσμον Δωρόθεος Μαρίων του Κωνσταντίνου, γεννηθείς εις Τσιμπουλεύσκι Βάλτας Ουκρανίας το έτος 1891, προσήλθε 1906(!), κουρά 1910, κοιμήθηκε 1979). Χρόνια τώρα μόνος, αφού τους Γεροντάδες του τους έθαψε, γηροκομώντας τους μέχρι τα τέλη τους επιμελώς και ευγνωμόνως, και απ΄τη Ρουμανία δεν ερχόταν κανείς να κοινοβιάση, να δη και χαρή το κελλί διαδοχή και ο ίδιος υποτακτικό ανακουφιστή και ευλαβή παραγυό.
Μόνο αγαθά αισθήματα διατηρούσε στην καρδιά του για όλο τον κόσμο και μόνο καλά λόγια ήξερε να λέη στον καθένα. Να συμβουλεύη τους αρχαρίους πατρικώτατα και να προτρέπη τους λαϊκούς σε θεοφοβία και ευσέβεια. Σε εντυπωσίαζε και σε καλοδιέθεται το γλυκύ και πάντοτε πρόσχαρο πρόσωπό του, και καθώς ήταν ευκολοπλησίαστος για συζήτησι, όλο κάποιοι τον περικύκλωναν μόλις εμφανιζόταν στις Καρυές. […]
[…] Τον έβλεπαν να δυσκολεύεται κατά την διαδρομή οι γείτονες κελλιώτες και για να τον διευκολύνουν, άρπαζαν την ντροβαδίνα απ’ τηυν πλάτη του και τηυν φόρτωναν στα μουλάρια τους. Εκ παραλλήλου όμως τον συμβούλευαν, ότι καιρός ήταν να παρατήση την πεζοπορία και να πάρη ένα μουλάρι. Αλλά εκείνος αντέτεινε, ότι δεν μπορούσε να θρέφη, να περιποιήται και να κάνη κουμάντο σε τόσο μεγάλο και ψηλό… παραγυό. Ύστερα δεν ήταν και σίγουρος αν εκείνος θα του «έκανε υπακοή».
Το 1971 στην ονομαστική γιορτή του, που όλοι ήξεραν ότι συμπλήρωνε και τα ογδόντα του χρόνια, μετά την θεία λειτουργία, κατά το κέρασμα, του είχαν μια μεγάλη έκπληξι: του έδειξαν στην αυλή δεμένον με το καπίστρι του απ’ τον στύλο της κληματαριάς έναν γαϊδαράκο με κατακαίνιουργο σαμάρι και του είπαν ότι είναι δικός του. Του τον αγόρασαν βάζοντας «ρεφενέ» όλοι τους. Του είπαν ότι είναι δοκιμασμένος ήσυχος και τον διαβεβαίωσαν ότι θα έκανε και «τυφλή υπακοή». Κατενθουσιασμένος ο Γέροντας για την αγάπη των γειτόνων, που «του βρήκαν συνοδεία», βγήκε έξω και πήγε να καλωσορίση τον «παραγυό». Του χάιδεψε το κούτελο, κι εκείνος γύρισε και τον κοίταξε με ευγνωμοσύνη. Την κίνησι αυτή την είδε σαν πολύ καλό σημάδι και του είπε:
- Αμπρέ, ημείς οι ντυό καλά τα περάσουμε. Τα ντγης.
Έκτοτε του έγινε διευκόλυνσις, παρηγοριά και συντροφιά και ποτέ δεν ξαναπήγε στις Καρυές με τα πόδια. […]
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Related Posts Plugin for WordPress,  Blogger...