Πατέρα και μητέρα, πρώτα θέλω να σας ευχαριστήσω και ύστερα να σας κατηγορήσω, για ότι κάνατε για μένα...
Πώς να το πω; Μου δώσατε πολλά. Τα ρούχα, ποτέ δε μου έλειψαν. Εσείς φροντίσατε να μορφωθώ. Εσείς με στείλατε στο χοροδιδασκαλείο να μάθω μουσική. Εσείς στο κολυμβητήριο, εσείς στα σχολεία ξένων γλωσσών. Με θρέψατε σαν το θρεφτάρι, με στολίσετε και μ’ μάθατε να καμαρώνω σαν το παγώνι.
Το γνωρίζω, ήμουν το είδωλό σας, η μεγάλη σας αδυναμία, ο θεός σας. Ποτέ δε μου αρνηθήκατε τίποτα. Ότι ζήτησα το πήρα. Και ότι ήθελα το έκανα. Ποτέ δεν θυμάμαι να μου είπατε ένα όχι. Ότι ώρα ήθελα έφευγα από το σπίτι.
Και όσες φορές γύριζα στο σπίτι αργά το βράδυ, εσείς ...πάντα σιωπούσατε. Ποτέ δεν υψώσατε τη φωνή σας να διαμαρτυρηθείτε. Τα μόνα λόγια που θυμάμαι είναι η επωδός των λόγων σας: «αυτό που εγώ στερήθηκα στην ηλικία σου, εσύ να μη το στερηθείς».
Όμως πρέπει να γνωρίζετε πως τώρα σας κατηγορώ. Ναι, σας κατηγορώ εγώ, το παιδί σας. Όλα μου τα δώσατε, και εκείνα ακόμα που δεν θα έπρεπε.
Στα παιδικά μου χέρια άμετρος ευδαιμονισμός και απόλυτη ελευθερία ήταν δίκοπο μαχαίρι που πλήγωσαν το κορμί μου και μάτωσαν την ψυχή μου. Όλα μου τα δώσατε και όμως μου αρνηθήκατε το ένα. Δεν μου δώσατε το Θεό!
Παραμελήσατε να με μάθετε να προσεύχομαι σ’ Αυτόν.
Δεν σύρατε τα βήματά μου στον Ιερό Ναό να εκκλησιαστώ και να μεταλάβω των Αχράντων Μυστηρίων.
Δεν μου κάνατε λόγο ποτέ για το κατηχητικό και αρνηθήκατε επίμονα να με οδηγήσετε στον Πνευματικό.
Δεν με διδάξατε να μελετώ τον νόμο του Θεού.
Ποτέ δεν μου είπατε πως η τιμή της αγνότητας είναι ο ατίμητος θησαυρός, που όποιος νέος τον χάσει δεν τον ξαναβρίσκει.
Πότε, αλήθεια, δουλέψατε στην καρδιά μου;
Τι κάνατε για την προσωπικότητά μου; Λησμονήσατε, να μου πείτε πως η ζωή δεν είναι ένα αδιάκοπο γλέντι, αλλά ένας συνεχής και αδιάκοπος αγώνας με επιτυχίες και αποτυχίες, με νίκες και ήττες, με ευχάριστα και δυσάρεστα.
Για ότι είμαι σήμερα, φταίτε εσείς.
Σας συγχωρώ, αλλά δεν θα σταματήσω να σας κατηγορώ!
Το παιδί σας
Πώς να το πω; Μου δώσατε πολλά. Τα ρούχα, ποτέ δε μου έλειψαν. Εσείς φροντίσατε να μορφωθώ. Εσείς με στείλατε στο χοροδιδασκαλείο να μάθω μουσική. Εσείς στο κολυμβητήριο, εσείς στα σχολεία ξένων γλωσσών. Με θρέψατε σαν το θρεφτάρι, με στολίσετε και μ’ μάθατε να καμαρώνω σαν το παγώνι.
Το γνωρίζω, ήμουν το είδωλό σας, η μεγάλη σας αδυναμία, ο θεός σας. Ποτέ δε μου αρνηθήκατε τίποτα. Ότι ζήτησα το πήρα. Και ότι ήθελα το έκανα. Ποτέ δεν θυμάμαι να μου είπατε ένα όχι. Ότι ώρα ήθελα έφευγα από το σπίτι.
Και όσες φορές γύριζα στο σπίτι αργά το βράδυ, εσείς ...πάντα σιωπούσατε. Ποτέ δεν υψώσατε τη φωνή σας να διαμαρτυρηθείτε. Τα μόνα λόγια που θυμάμαι είναι η επωδός των λόγων σας: «αυτό που εγώ στερήθηκα στην ηλικία σου, εσύ να μη το στερηθείς».
Όμως πρέπει να γνωρίζετε πως τώρα σας κατηγορώ. Ναι, σας κατηγορώ εγώ, το παιδί σας. Όλα μου τα δώσατε, και εκείνα ακόμα που δεν θα έπρεπε.
Στα παιδικά μου χέρια άμετρος ευδαιμονισμός και απόλυτη ελευθερία ήταν δίκοπο μαχαίρι που πλήγωσαν το κορμί μου και μάτωσαν την ψυχή μου. Όλα μου τα δώσατε και όμως μου αρνηθήκατε το ένα. Δεν μου δώσατε το Θεό!
Παραμελήσατε να με μάθετε να προσεύχομαι σ’ Αυτόν.
Δεν σύρατε τα βήματά μου στον Ιερό Ναό να εκκλησιαστώ και να μεταλάβω των Αχράντων Μυστηρίων.
Δεν μου κάνατε λόγο ποτέ για το κατηχητικό και αρνηθήκατε επίμονα να με οδηγήσετε στον Πνευματικό.
Δεν με διδάξατε να μελετώ τον νόμο του Θεού.
Ποτέ δεν μου είπατε πως η τιμή της αγνότητας είναι ο ατίμητος θησαυρός, που όποιος νέος τον χάσει δεν τον ξαναβρίσκει.
Πότε, αλήθεια, δουλέψατε στην καρδιά μου;
Τι κάνατε για την προσωπικότητά μου; Λησμονήσατε, να μου πείτε πως η ζωή δεν είναι ένα αδιάκοπο γλέντι, αλλά ένας συνεχής και αδιάκοπος αγώνας με επιτυχίες και αποτυχίες, με νίκες και ήττες, με ευχάριστα και δυσάρεστα.
Για ότι είμαι σήμερα, φταίτε εσείς.
Σας συγχωρώ, αλλά δεν θα σταματήσω να σας κατηγορώ!
Το παιδί σας