Τετάρτη 4 Ιουλίου 2012

4 Ιουλίου Συναξαριστής.

Ανδρέου Ιεροσολυμίτου, Θεοδώρου Επισκόπου, Κυπρίλλας, Αρόας, Λούκιας, Ασκληπίας Θαυματουργής, 

Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Ἱεροσολυμίτης, Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης  

«Ζηλοῦτετὰ πνευματικά». Νὰ ἐπιθυμεῖτε μὲ ζῆλο τὰ πνευματικὰ χαρίσματα. Τέτοιο ζῆλο σὲ ὅλη του τὴν ζωὴ εἶχε καὶ ὁ ἅγιος  Ἀνδρέας. Ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἐκκλησιαστικοὺς ποιητὲς ὁ Ἀνδρέας, γεννήθηκε στὴν Δαμασκὸ ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸν Γεώργιο καὶ τὴν Γρηγορία. Σὲ ἡλικία 15 χρονῶν, κατατάχθηκε στὸν κλῆρο (ἀναγνώστης) τοῦ πατριαρχικοῦ θρόνου τῶν Ἱεροσολύμων, ἀπὸ τὸν τότε Πατριάρχη Θεόδωρο.Στὴν Ἱερουσαλήμ, ὁ Ἀνδρέας διακρίθηκε γιὰ τὴν μόρφωση καὶ τὴν ἀρετή του

μεταξὺ τῶν ἁγιοταφιτῶν πατέρων, γι’ αὐτὸ καὶ τὸν προέκριναν νὰ σταλεῖ
στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ τὴν ἕκτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο κατὰ τῶν Μονοφυσιτῶν.Μετὰ τὸ τέλος τῆς Συνόδου, ὁ Ἀνδρέας παρέμεινε στὴ βασιλεύουσα, ὅπου χειροτονήθηκε διάκονος καὶ διορίσθηκε διευθυντὴς τοῦ ὀρφανοτροφείου
«Ἅγιος  Παῦλος». Ἡ ἔξοχη ἐπιμέλεια ποὺ ἀνέπτυξε στὸ φιλανθρωπικὸ αὐτὸἵδρυμα, τὸν ἀνέδειξε ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης. Ἀφοσιωμένος στὰ καθήκοντα τῆς νέας του θέσης, ἀναδείχθηκε μέγας
ἐκκλησιαστικὸς διοικητής, ἀλλὰ καὶ λαμπρὸς διδάσκαλος καὶ ρήτορας. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅλο του τὸ ποιμνίο τὸν θεωροῦσε πραγματικὰ πατέρα.Ἀλλὰ ὡς μητροπολίτης πῆρε μέρος στὴν σύνοδο ποὺ συγκάλεσε ὁ Φιλιππικὸς Βαρδάνης (712) καὶ
ὑποστήριξε τὸν Μονοφυσιτισμό, ἀλλὰ ἐπανῆλθε στὴν ὀρθὴ πίστη μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Βαρδάνη. Στὸ γυρισμὸ ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου εἶχε πάει
γιὰ διάφορες ὑποθέσεις, πέθανε (740 μ.Χ.) ἐπάνω στὸ καράβι. Τὸν ἔθαψαν στὴν Ἐρεσσὸ τῆς Μυτιλήνης, στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας. Νὰ σημειώσουμε ἐπίσης, ὅτι ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας, συνέθεσε καὶ ἀρκετὰ μουσικὰ
τροπάρια καὶ κανόνες. Ἕνα ἀπὸ τὰ σπουδαία ἔργα τοῦ εἶναι καὶ ὁ Μέγας Κανόνας, ποὺ ψάλλεται τὴν Πέμπτη της Ε’ ἑβδομάδος Νηστειῶν τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τοῦ Δαβὶδ τὴν κινύραν Πάτερ μιμούμενος, ἐν Ἐκκλησίᾳ Ὁσίων προσᾴδεις ᾆσμα καινόν, ὡς σοφὸς ὑφηγητὴς τοῦ θείου Πνεύματος· σὺ γὰρ ἐβρόντησας ἡμῖν,
τὰς τῆς χάριτος ᾠδὰς, καὶ λόγον δικαιοσύνης, Ἀνδρέα Πατέρων κλέος, πρὸς σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Σαλπίσας τρανῶς, τὰ θεῖα μελῳδήματα, ἐδείχθης φωστήρ, τῷ κόσμῳ τηλαυγέστατος, τῷ φωτὶ λαμπόμενος, τῆς Τριάδος Ἀνδρέα Ὅσιε· ὅθεν πάντες βοῶμέν σοι· Μὴ παύσῃ πρεσβεύων, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις εὐσεβείας θεῖος αὐλός, καὶ τῆς Ἐκκλησίας, θεορρήμων ὑφηγητής· χαίροις ὁ ἐν λόγοις, καὶ ᾄσμασιν ἐνθέοις, Τριάδα μεγαλύνων, Ἀνδρέα πάνσοφε.
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Ἐπίσκοπος Κυρήνης (τῆς Λυβύης)
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ὑπῆρξε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Διοκλητιανοῦ (284 – 304) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Κυρήνη τῆς Λιβύης. Ἦταν ἀντιγράφος ἱερῶν βιβλίων, ποὺ τὰ μοίραζε στὶς ἐκκλησίες γιὰ τὸν φωτισμὸ τῶν πιστῶν.
Τὸν κατάγγειλε ὁ ἴδιος ὁ υἱός του Λέων, στὸν τοπικὸ ἡγεμόνα Διγνιανό, ὅτι προσηλυτίζει πολλοὺς εἰδωλολάτρες στὴν χριστιανικὴ πίστη μὲ τὰ βιβλία του. Τότε τὸν προσκάλεσε ὁ ἡγεμόνας καὶ ὁ Θεόδωρος παρουσιάστηκε μπροστά του, συνοδευόμενος ἀπὸ πολλοὺς χριστιανούς, μεταξὺ δὲ αὐτῶν ἦταν καὶ οἱ Ἁγίες Κυπρίλλα, Ἀρόα καὶ Λουκία.
Ὁ ἡγεμόνας τοῦ ζήτησε νὰ παραδώσει τὰ βιβλία του καὶ νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, ἀλλὰ ὁ Θεόδωρος δὲν ὑπάκουσε στὴ διαταγὴ τοῦ ἡγεμόνα καὶ ἔτσι
ὑπέστη σκληρὰ βασανιστήρια. Στὴν ἀρχὴ τὸν μαστίγωσαν ἀνελέητα, κατόπιν τὸν σταύρωσαν καὶ στὴν
συνέχεια ἔξυσαν τὶς πληγές του μὲ δέρματα. Ἔπειτα ἀφοῦ ἔκοψαν τὴν γλῶσσα του, τὸν ἔριξαν στὴν φυλακὴ ὅπου καὶ ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή.

Οἱ Ἁγίες Κυπρίλλα, Ἀρόα καὶ Λούκια οἱ Μάρτυρες
Ἡ ἁγία Κυπρίλλα, καταγόταν ἀπὸ τὴν ἴδια πατρίδα, μὲ αὐτὴν τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου ἐπισκόπου Κυρήνης, δηλαδὴ τὴν Κυρήνη. Παντρεύτηκε καὶ ἔζησε μὲ τὸν σύζυγό της μόνο δυὸ χρόνια. Διότι αὐτὸς πέθανε καὶ ἔτσι ἔμεινε χήρα 28 χρόνια. Ἐπειδὴ ὅμως εἶχε φοβεροὺς πονοκεφάλους, πῆγε στὸν ἅγιο Θεόδωρο, ποὺ τότε ἦταν φυλακισμένος γιὰ τὴν
πίστη τοῦ Χριστοῦ, καὶ τὴν θεράπευσε. Ἀπὸ τότε ἡ Κυπρίλλα, μαζὶ μὲ τὴ Λούκια καὶ τὴν Ἀρόα, ἔμεινε ἐκεῖ καὶ ὑπηρετοῦσε τὸν Ἅγιο. Μετὰ τὸ μαρτυρικὸ τέλος τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου, καταγγέλθηκε στὸν ἡγεμόνα καὶ ἡ Κυπρίλλα. Ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν κατόρθωσαν νὰ τὴν κάνουν νὰ θυσιάσει στὰ
εἴδωλα, τὴν κρέμασαν σ’ ἕνα ξύλο, ὅπου τῆς ξέσχισαν τὶς σάρκες, καὶ ἔτσι παρέδωσε τὴν μακαρία ψυχή της.
Τὸ τίμιο λείψανό της, παρέλαβαν καὶ ἔθαψαν μὲ τιμὲς ἡ Λούκια καὶ ἡ Ἀρόα. Ἀργότερα ὁ ἡγεμόνας Διγνιανός, θανάτωσε καὶ τὶς δυὸ αὐτὲς γυναῖκες.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Related Posts Plugin for WordPress,  Blogger...