Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες


Κάποτε χριστιανοί μου κάποιος μοναχός, ἔφυγε ἀπὸ τὸ κοινόβιο καὶ τὴν εὐλογημένη ὑπακοὴ καὶ πῆγε στὴν ἔρημο νὰ γίνει ἡσυχαστής. Ὁ λογισμὸς τοῦ ἀπαιτοῦσε νὰ ἀφοσιωθεῖ μέρα νύχτα στὴ μελέτη καὶ θεωρία τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ μάλιστα στὸ μυστήριο τῆς Τριαδικότητος τοῦ Ἁγίου Θεοῦ. Ἔτσι πίστευε ὅτι θὰ μποροῦσε μέσα στὴν ἐρημιὰ καὶ στὴ γαλήνη τῆς ἡσυχίας νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεὸν χωρὶς μέριμνες καὶ χωρὶς σκοτοῦρες.
Ὕστερα ὅμως ἀπὸ δύο τρεῖς ἡμέρες, δὲν μπορεῖ κανένας νὰ ἀντέξει καὶ παραπάνω ἐδῶ ποὺ τὰ λέμε, σὲ κάποια στιγμὴ τῶν ἱερῶν του στοχασμῶν, αἰσθάνθηκε κοντὰ τοῦ τὴν παρουσία κάποιου… Τί ἦταν? Ἕνα μικρὸ ποντίκι. Εἶχε ἀνεβεῖ στὴν μπαλωμένη καὶ τρύπια παντούφλα του, καὶ μύριζε τὸ μεγάλο δάκτυλο τοῦ ποδιοῦ του. Ἔτσι ἀποσπάσθηκε ἡ προσοχή του καὶ ἦταν ἀδύνατον νὰ κρατήσει ἀμετακίνητο τὸ νοῦ του, στὴν ἐνθύμηση τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν προσευχή του. Τὸ εἶδε καὶ εἶπε μέσα του, τί εἶπε μέσα τοῦ τώρα, «Ἐγὼ ἄφησα τὰ πάντα γιὰ νὰ ἐπικοινωνῶ ἀμέριμνα καὶ σωστὰ μὲ τὸν Θεὸν καὶ νὰ ἔρχεται τώρα νὰ μοῦ τὴν χάλασε ἕνας ποντικός. Ε, αὐτὸ δά, παρατραβάει τὸ κορδόνι, καὶ λέγει νευριασμένος στὸ ποντίκι, δυνατὰ τώρα: -«Γιατί βρὲ σιχαμένο μου διακόπτεις τὴν προσευχή μου;» -«Γιατί πεινάω, ἀπάντησε τὸ ποντίκι». Καὶ ὁ ἡσυχαστὴς ἀνταπάντησε μὲ ἀγανάκτηση, χωρὶς νὰ ἀναρωτηθεῖ, πῶς τὸ ποντίκι μίλησε μὲ ἀνθρώπινη φωνή, -«Φύγε ἀπὸ δῶ βρὲ μαγαρισμένο, ἐγὼ προσπαθῶ μὲ χίλιους κόπους νὰ δῶ πῶς θὰ ἑνωθῶ μὲ τὸν Θεό, καὶ σὺ ἦρθες νὰ μοῦ ζητήσεις νὰ ἀσχοληθῶ μὲ τὴν κοιλιά σου;» καὶ φράπ, τίναξε τὸ πόδι του καὶ πέταξε τὸν ποντικὸ στὴν ἀπέναντι γωνία τῆς σπηλιᾶς του. Καὶ τότε τὸ ποντίκι γυρίζει καὶ μὲ πολὺ ἠρεμία, ἀφοῦ τὸν κοίταξε στὰ μάτια, τοῦ ἀπάντησε, μὲ ἀνθρώπινη γλώσσα: – «Μάθε τὸ μία γιὰ πάντα, πάτερ, ἂν δὲν μπορέσεις μὲ τοὺς γύρω συνασκητᾶς σου καὶ μὲ τὸν γέρο Ἀβακούμ, ποὺ ψήνεται στὸν πυρετό, καὶ πεθαίνει ἀπὸ τὴν πείνα μέσα σὲ μία διπλανή σου σπηλιά, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν κάθε Ἀβακούμ, δηλαδὴ τὸν πλησίον σου, ποὺ πονάει καὶ ὑποφέρει, ποὺ πεινάει καὶ διψάει καὶ κεῖται γυμνὸς καὶ πληγιασμένος, καὶ δὲν τὸν συμπονέσεις, καὶ δὲν τοῦ σταθεῖς, στὰ προβλήματά του, τότε, ποτέ, μὰ ποτὲ δὲν θὰ μπορέσεις νὰ ἑνωθεῖς μὲ τὸν Θεὸν τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ ἐλέους. Καὶ χάθηκε ὁ ποντικός.

πηγή: π. Στέφανος Ἀναγνωστόπουλος (ἀπὸ τὸ Γεροντικὸ)
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Related Posts Plugin for WordPress,  Blogger...