Πως Ένας Απλός Παπάς Έσωσε το Ομοούσιο!
Ή συνοδική καταδίκη του Αρείου δεν ανέστειλε τη διάδοση της αιρέσεως του. Σέ τουτο συνετέλεσαν δύο παράγοντες. Ό πρώτος ήταν ότι οι διάδοχοι, του Μεγάλου Κωνσταντίνου (306-323) άμεσα ή έμμεσα υποστήριξαν τον αρειανισμό, μέχρις ότου στον αυτοκρατορικό θρόνο ανέβηκε ο Θεοδόσιος ό Μέγας (373-395). Ό δεύτερος παράγοντας ήταν ότι υπήρχαν και θεολόγοι άρειανίζοντες, οι οποίοι με τη βοήθεια και την υποστήριξη των όμόπιστων αυτοκρατόρων εξακολουθούσαν να κατέχουν υψηλές εκκλησιαστικές θέσεις.
Ανάμεσα σ' αυτούς τους άρειανίζοντες υπήρξαν και θεολόγοι με μεγάλη μόρφωση και αντίστοιχη διαλεκτική ικανότητα, όπως για παράδειγμα ό Εύνόμιος
. Ό
τελευταίος άρειανός αυτοκράτορας, ό Ούάλης (364-378)μαζί με τον όμόπιστό
του αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως Εύδόξιο (360-370) έκαναν τον
Εύνόμιο επίσκοπο Κυζίκου. Σκοπός τους ήταν να επηρεάσει ό Εύνόμιος με τα
φυσικά χαρίσματα πού είχε και να παρασύρει στον αρειανισμό ολόκληρη την
ορθόδοξη επισκοπή. Ό νέος επίσκοπος στην αρχή πράγματι εξέπληξε το λαό
με τη δύναμη του λόγου του. "Οταν όμως άρχισε να προβάλλει τις
άρειανικές του δοξασίες, ό λαός αντέδρασε, γιατί κατάλαβαν έγκαιρα πώς
ήταν άρειανός. Τελικά τον απόδιωξαν από την πόλη τους. Ό Εύνόμιος
αναχώρησε και εγκαταστάθηκε σε ένα κτήμα πού είχε στη Χαλκηδόνα κοντά
στην Κωνσταντινούπολη. Έκει συνέχισε με τα κηρύγματα του να διδάσκει τις
θέσεις του.Ή φήμη του ως κήρυκα ήταν μεγάλη, σε τέτοιο βαθμό πού πολλοί
από την Κωνσταντινούπολη και από τα γύρω κοντινά μέρη πήγαιναν στο
κτήμα του για να τον ακούσουν. Οι άνθρωποι, πού πήγαιναν στον Εύνόμιο
δεν ήσαν όλοι οπαδοί της αίρέσεως, άλλα προφανώς τους κινούσε ή
περιέργεια να άκούσουν τα λόγια του. Πάντως, ή δραστηριότητα και ή φήμη
του Εύνομίου είχε προξενήσει, στους ορθοδόξους έγνοια και φόβο.
Τελικά ό αυτοκράτορας παρέμεινε πιστός στην ορθόδοξη πίστη εξαιτίας και ενός απροσδόκητου περιστατικού.
Εκείνη την εποχή βρίσκονταν στην Κωνσταντινούπολη αρκετοί επίσκοποι διάφορων δογματικών αποκλίσεων, πού συγκεντρώνονταν με σκοπό τη σύγκληση της νέας συνόδου, πού πραγματοποιήθηκε το 381 και πού αργότερα ονομάστηκε Οικουμενική Β'.
Κάποια ημέρα, οί συγκεντρωμένοι στην Κωνσταντινούπολη επίσκοποι παρουσιάστηκαν στα βασιλικά ανάκτορα για να χαιρετήσουν, σύμφωνα με το έθος, τον αυτοκράτορα. Μεταξύ αυτών υπήρχε και ένας ιερέας από κάποια άσημη πόλη, πού ήταν απλός και στα κοινωνικά άσχετος, αλλά συγχρόνως «περί τα θεία νουν έχων». Σύμφωνα με το πρωτόκολλο όλοι οί επίσκοποι χαιρετούσαν τον αυτοκράτορα, καθώς και τον παρακαθήμενο μικρά γιο του, με πολλή ευλάβεια. "Οταν ήρθε ή σειρά του ιερέα χαιρέτησε κι αυτός τον αυτοκράτορα, αλλά δεν απέδωσε την ίδια τιμή και στο γιο του. Τον χαιρέτησε όπως κάνουμε στα παιδιά, λέγοντας του ''γεια σου'' και νεύαντας απλά με τα δάχτυλα του. Ή συμπεριφορά του ιερέα εξόργισε τον αυτοκράτορα, γιατί τη θεώρησε ως περιφρόνηση του γιου του, καθώς δεν αποδόθηκε και σ' αυτόν ή ίδια τιμή, όπως και στον πατέρα.
Ό οργισμένος αυτοκράτορας έδωσε αμέσως διαταγή να συλλάβουν τον ιερέα και να τον πετάξουν έξω άπο τα ανάκτορα. Καθώς οι φρουροί τον έσπρωχναν, αυτός στράφηκε προς τα πίσω και είπε στον αυτοκράτορα: «Κατάλαβε, βασιλιά, ότι κατά τον ίδιο τρόπο ό ουράνιος Πατέρας αγανακτεί κατά των άνομοίων [αιρετικοί στους οποίους άνηκε και ό Εύνόμιος, Σ.τ.Σ], πού δεν τιμούν τον Υίό Του όπως Αυτόν τον ίδιο, άλλα τον θεωρούν κατώτερο Του''. Ό λόγος αυτός άρεσε στον αυτοκράτορα. Γύρισε τον ιερέα πίσω, του ζήτησε συγνώμη και του δήλωσε ότι συμφωνεί με όσα είπε.
"Ετσι, με αυτό το απλό γεγονός ό αυτοκράτορας βεβαιώθηκε περισσότερο για την αλήθεια των ορθοδόξων, τους οποίους και μόνο πλέον αποδεχόταν. Μάλιστα απαγόρευσε να γίνονται τέτοιου είδους συζητήσεις στην αγορά και, όρισε ανάλογες τιμωριες σε περίπτωση περιφρονήσεως των διαταγών του
πηγή, το βιβλίο ''Καθημερινές ιστορίες αγίων και αμαρτωλών στο Βυζάντιο εκδ.''ΜΑΙΣΤΡΟΣ''