Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2016

Ο ΓΕΡΩΝ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΣΑΛΟΣ Ο ΚΕΡΑΣΙΩΤΗΣ (+1880)

Στὴν Κερασιά, τὸ Κελλὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ζοῦσε ὁ «σαλὸς» μοναχὸς π. Διονύσιος ὁ Ἕλληνας. Ἐγεννήθη τὸ ἔτος 1814 καὶ ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος τὸ 1842. Ἔζησε ἀρχικῶς κοντὰ στὸν π. Νικηφόρο, στὴν Σκήτη τῶν Καυσοκαλυβίων, μὲ τὸν ὁποῖο ζοῦσε καὶ ὁ ἄλλος μαθητής, ὁ π. Παρθένιος. Ἐξ αἰτίας τῆς αὐστηρότητος τοῦ π. Νικηφόρου ἐκλονίσθη ἡ υγεία τοῦ Παρθενίου καὶ ἐμφανίσθηκε κάποια μορφὴ πνευμονίας, ὁπότε μὲ τὴν εὐλογία του ἀγόρασε τὸ Κελλὶ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καὶ μετεκόμισε σ’ αὐτό. Μαζί του πῆρε καὶ τὸν Διονύσιο καὶ ἐκεῖ τὸν ἔκειρε μοναχό.
Ὁ π. Διονύσιος ἔζησε κοντά του 14 ἔτη καὶ κατόπιν ἀγόρασε τὸ Κελλὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων στὴν Κερασιά, ὅπου ἔζησε ἄλλα 20, μὲ τέτοια ἀνέχεια ποὺ σπανίως συναντᾶται.
Ἡ μικρὴ ἐκκλησία καὶ τὸ κελλί του ἦταν ἀπολύτως πτωχά. Δὲν εἶναι γνωστὸ ἀπὸ ποῦ καὶ πῶς ἀγόραζε λάδι γιὰ τὰ κανδήλια, ἀφοῦ χρήματα δὲν εἶχε. Γι’ αὐτό, λίγο πρὸ τοῦ θανάτου καὶ γιὰ μικρὸ χρονικὸ διάστημα ἄρχισε νὰ δέχεται ἐλεημοσύνη, ἐνῶ ἐνωρίτερα δὲν ἐδέχετο τίποτε.
Ἐπὶ παραδείγματι, ἕνας ἄνθρωπος τυχαίως συνήντησε τὸν π. Διονύσιο μακριὰ ἀπὸ τὸ Κελλί του. Ἀπὸ συμπόνια τοῦ ἔδωσε μερικὰ τούρκικα νομίσματα καὶ συνέχισε τὸν δρόμο του. Ὅταν ἐκεῖνος ἀντελήφθη ὅτι τοῦ ἐδόθησαν χρήματα, τόσο ἀναστατώθηκε, ὥστε ἄρχισε νὰ ψάχνει τὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ τοῦ τὰ ἐπιστρέψει. Ἐν τέλει τὸν εὑρῆκε καὶ τοῦ εἶπε:
-Γιατί μοῦ τὰ ἔδωσες; Ντυμένος εἶμαι, ψωμὶ ἔχω· τί μου χρειάζονται;
Ἦταν φανερὸ ὅτι ὁ π. Διονύσιος, ἐπειδὴ δέχθηκε ἐκεῖνα τὰ χρήματα, βασανιζόταν πολύ, ἀλλὰ τὸν ἔπεισαν νὰ τὰ κρατήσει γιὰ τὸ λάδι τῆς ἐκκλησίας. Ἔτσι τὰ κράτησε λίγον καιρό. Ξαφνικὰ ὅμως πνίγηκε στοὺς λογισμούς, ὁπότε τὰ πέταξε στὴν γῆ καὶ ἔφυγε βιαστικά!
Ἡ ἐσωτερική του ζωή, ὅπως φαίνεται, ἦταν «ἐν τῷ Θεῷ», ὁ ὁποῖος καὶ τὸν ἐφρόντιζε σὰν πιστὸ δοῦλό Του.
***
Δίπλα στὸ Κελλὶ ὑπῆρχε κῆπος μὲ μερικὰ κλήματα καὶ διάφορα καρποφόρα δένδρα, γιὰ τὰ ὁποῖα -ὅπως καὶ γιὰ τὸ ἴδιο τὸ Κελλί- δὲν ἐφρόντιζε καθόλου, ὣς τὸ σημεῖο ποὺ ἐρήμωσαν ἐντελῶς. Ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ἀμεριμνία, ἂν καὶ εἶχε ὡς σκοπὸ νὰ ἐμβαθύνει ὁ Γέροντας στὴν προσευχὴ καὶ στὴν μνήμη τοῦ Θεοῦ, τελικῶς ἀποδείχθηκε μεγάλος πειρασμός. Πολλὲς φορὲς τοῦ ὑπενθύμιζαν ἀπὸ τὴν Λαύρα ὅτι πρέπει νὰ φροντίζει τὸ Κελλί του, ὅπως ἔχει ὑποχρέωση, ἀλλὰ αὐτὸς δὲν ἔδινε σημασία. Τέλος, ἄρχισαν νὰ τὸν ἀπειλοῦν ὅτι, ὰν δὲν ἐπιδιορθώσει τὸ ἐρειπωμένο Κελλὶ καὶ δὲν καλλιεργήσει τὸν κῆπο, θὰ τὸν διώξουν. Κάποιοι προεστῶτες ἐγνώριζαν τὸν Γέροντα καὶ τὸν ἐσέβοντο ὡς ἀσκητή, γι’ αὐτὸ ἐμπόδιζαν τοὺς ὑπολοίπους νὰ τοῦ συμπεριφέρονται σκληρά. Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ σύντομα ἄρχισε νὰ δέχεται τὴν ἐλεημοσύνη.
Ὁ π. Διονύσιος καλλιεργοῦσε τὴν νοερὰ προσευχὴ καὶ σ’ αὐτὴν προόδευσε πολύ. Ἔκρυβε ὅμως τοὺς ἄθλους του μὲ διάφορες παραξενιές, προσπαθῶντας νὰ ἀφήσει σὲ ὅλους τοὺς γνωστοὺς ἐντύπωση ἀνυπολήπτου ἀνθρώπου καὶ σαλοῦ. Συνομιλοῦσε μὲ λίγους, ἀλλὰ τότε ἀπεκαλύπτετο ἡ βαθειά του σοφία καὶ ἡ πεῖρα στὴν πνευματικὴ ζωή. Μὲ ὅλους τοὺς ὑπολοίπους συζητοῦσε μὲ τέτοιον τρόπο, ὥστε, ἂν δὲν τὸν ἐγνώριζες, εὔκολα μποροῦσες νὰ τὸν θεωρήσεις σαλό.
***
Σὲ σπάνιες στιγμές, ὅταν ἄνοιγε τὴν καρδιά του, ὁ Γέροντας ἔλεγε:
-Σήμερα, ἐπειδὴ ἀρετὲς δὲν ὑπάρχουν, οἱ μοναχοὶ σώζονται μόνο διὰ τῶν πειρασμῶν· γι’ αὐτὸ, ὅσοι τοὺς ὑπομένουν θὰ εὑρεθοῦν μὲ τοὺς παλαιοὺς πατέρας, οἱ ὁποῖοι ἠσκοῦντο πολύ. Τὸ νὰ ὑπομένεις τοὺς πειρασμοὺς εἶναι καὶ αὐτὸ ἀρκετό, ἐπειδὴ ἡ ἀγόγγυστη ὑπομονὴ εἶναι τὸ ἴδιο μὲ τὴν προσευχή.
Ὁ διάβολος μᾶς πειράζει, ὄχι ὅσο ἐκεῖνος θέλει, ἀλλὰ ὅσο ὁ Θεὸς τοῦ ἐπιτρέπει. Αὐτὸς μὲ τὶς πονηριές του προσπαθεῖ νὰ ἀναστατώνει τὸν ἄνθρωπο, ὥστε νὰ ἐξασθενήσει ἡ συνείδησή του, καὶ ἢ νὰ ὁδηγηθῆ σὲ ἀπελπισία καὶ ἀπόγνωση, ἢ νὰ πιστεύσει ὅτι δῆθεν εἶναι Ἅγιος. Ὑπάρχουν πλῆθος τεχνάσματα καὶ πανουργίες. Σὲ ὅσους ἐπιθυμοῦν νὰ σωθοῦν, ὁρμᾶ σὰν λυσσασμένος σκύλος. Ἐγὼ τοῦ εἶπα: «Διάβολε, κάνε με ὅ,τι θέλεις». Ἀλλὰ ὁ ἐχθρὸς δὲν εἶναι εἰς θέσιν τίποτε νὰ μοῦ κάνει, ἐπειδὴ ἔχω Πνευματικὸ καὶ κοινωνῶ τῶν Ἁγίων Μυστηρίων. Τί μπορεῖ νὰ κατορθώσει μὲ τὶς ἀπάτες του;
-Ἀλήθεια, τὸν ῥώτησε κάποιος, οἱ πειρασμοὶ προσβάλλουν καὶ ἄνθρωπο ποὺ ζῆ μόνος; Ἐσύ, ἀσκούμενος ἐδῶ, ἔχεις κάποιο ἰδιαίτερο βίωμα;
-Ὤ, πόσοι ἦταν οἱ δαιμονικοὶ πειρασμοί! ἀμέτρητες οἱ παγίδες τοῦ σατανᾶ! Ἀλλά, ἐπειδὴ ὅλα αὐτὰ τὰ ἐδοκίμασα καὶ σὲ ἄλλους τόπους, ἀπεφάσισα νὰ ὑπομένω ἐδῶ, γνωρίζοντας ὅτι τοὺς πειρασμοὺς πουθενὰ δὲν θὰ τοὺς ἀποφύγω. Ἂν θέλεις νὰ μὴν σ’ ἐνοχλῆ ὁ ἐχθρός, τρώγε, πίνει, κοιμήσου, κάνε ὅ,τι τοῦ ἀρέσει. Τότε δὲν θὰ σοῦ ὑποβάλει κανέναν πειρασμὸ ἢ μέριμνα, σὰν τὸν σκύλο πού, ὅταν κανεὶς δὲν τὸν πειράζει, εἶναι ἥσυχος· ἂν ὅμως κάποιος τὸν πειράξει, ὁρμᾶ νὰ τὸν δαγκώσει. Πρέπει νὰ ἔχεις ἔμπειρον Πνευματικὸ καὶ σύμβουλο, τὸν ὁποῖον νὰ ἐκτιμᾶς καὶ νὰ σέβεσαι, ἐπειδὴ στὴν εὐλάβεια περικλείεται ἡ ταπεινοφροσύνη.
***
Κάποτε, Μεγάλη Παρασκευή, συγκεντρώθηκαν διάφοροι πατέρες τῆς ἐρήμου σὲ ἕνα Κελλί, γιὰ νὰ τελέσουν ἀγρυπνία. Δύο ἀπὸ αὐτούς, ποὺ ἔφθασαν πρὸ τῆς καθορισμένης ὥρας, τακτοποιήθηκαν σὲ στασίδια τοῦ νάρθηκος. Ἦταν ἤδη σκοτεινά, ἀλλὰ παρετήρησαν ὅτι στὴν γωνία κάποιος στεκόταν καὶ πλησίασαν ἥσυχα νὰ δοῦν. Ἦταν ὁ Γέρων Διονύσιος, ὁ ὁποῖος βρισκόταν «ἐν ἐκστάσει νοὸς» πρὸς τὸν Θεό, τὴν στιγμὴ ποὺ τὸ σῶμα μοιάζει ἐξαϋλωμένο. Ὅταν τὸν ἀνεγνώρισαν, ὁ ἕνας ῥώτησε τὸν ἄλλο:
-Βλέπεις αὐτὸν τὸν «τρελλό»;
-Τὸν βλέπω, τὸν βλέπω. Κοίταξε ποῦ βρίσκεται αὐτὸς τώρα!
Ἀντιλαμβανόμενοι ποῦ εἶχε ἀνυψωθῆ ἡ ψυχή του μὲ τὴν ἐνέργεια τῆς νοεροκαρδιακῆς προσευχῆς, δὲν μπροῦσαν νὰ ἀτενίζουν τὸν ἅγιο Γέροντα χωρὶς βαθειὰ εὐλάβεια. Γιὰ ἀρκετὴ ὥρα ὁ π. Διονύσιος δὲν αἰσθανόταν τὴν παρουσία ἀνθρώπων δίπλα του. Ὅταν ἐπανῆλθε στὴν φυσική του κατάσταση καὶ τοὺς ἀντελήφθη, ἄρχισε ἀμέασως νὰ κάνει τὶς συνηθισμένες του παραξενιές, γιὰ νὰ τὸν θεωρήσουν τρελλό.
***
Ὁ Γέρων Διονύσιος ἐκοιμήθη τὸ ἔτος 1880.
***

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Related Posts Plugin for WordPress,  Blogger...