Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2013

Ποιὸν δὲν εἰρωνεύτηκαν οἱ ἄνθρωποι; Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς (Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος). ῞Ενα κείμενο γιά τήν ἀναγκαιότητα τῆς ῾Ιερᾶς ᾿Εξομολογήσεως.

Στὸν τεχνίτη Παῦλο Τ., γιὰ τὴν ἐξομολόγηση
Θὰ ἤθελες νὰ μάθης ἂν ἡ ἐξομολόγηση εἶναι τόσο ἀπαραίτητη; Παλαιότερα πήγαινες πιὸ συχνὰ στὴν ἐξομολόγηση μὰ σταμάτησες ἐπειδὴ κάποιος σὲ εἰρωνεύτηκε γι' αὐτό. Δὲν ἔπρεπε νὰ διακόψεις. Ποιὸν δὲν εἰρωνεύτηκαν οἱ ἄνθρωποι; Ξέρεις τί εἶπε ὁ διορατικότερος ὅλων: οὐαὶ ὑμῖν οἱ γελῶντες νῦν, ὅτι πενθήσετε καὶ κλαύσετε (Λκ. 6, 25). Μοῦ γράφεις ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὴν τέχνη σου ἔχεις καὶ ἕνα ἀμπέλι, πού σοῦ δίνει καλὴ παραγωγή, ἐπειδὴ τὸ καλλιεργεῖς πολύ. Ἂν κάποιος ἐγκατέλειπε τὸ ἀμπέλι του καὶ εἰρωνευόταν ἐσένα ποὺ φροντίζεις μὲ ἐπιμέλεια τὸ δικό σου, μήπως θὰ σήκωνες τὰ χέρια σου ἀπὸ τ' ἀμπέλι καὶ θὰ σταματοῦσες νὰ τὸ καλλιεργεῖς; Σίγουρα, δὲ θὰ τὸ ἔκανες αὐτό.

Πῶς μπορεῖς λοιπὸν νὰ ταλαντεύεσαι ἀναφορικὰ μὲ τὴν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς σου ἡ ὁποία εἶναι σημαντικότερη ἀπ' ὅλα τ' ἀμπέλια τοῦ κόσμου; Ἐπειδὴ ὅταν πεθάνεις, τὴν ψυχή σου θὰ τὴν πάρεις ἐνῶ τὸ ἀμπέλι θὰ τὸ ἀφήσεις. Ἀπ' ὅλες τὶς καλλιέργειες, ἡ σημαντικότερη εἶναι ἡ καλλιέργεια τῆς ψυχῆς. Καὶ ἀπ' ὅλους τοὺς κόπους ποὺ ὁ ἄνθρωπος καταβάλλει πάνω στὴ γῆ, ὁ κόπος γιὰ τὴν ψυχὴ εἶναι ὁ πιὸ συνετός. Γιὰ τοῦτο, γύρνα στὴν προηγούμενη προσπάθειά σου γύρω ἀπὸ τὴν ψυχή σου καὶ ξεκίνα πάλι νὰ ἐξομολογῆσαι....

Οἱ ἁμαρτίες θεριεύουν καὶ πολλαπλασιάζονται μέσα στὴ μυστικότητα. Μόλις ὅμως βγοῦν στὸ φῶς, ξηραίνονται καὶ πεθαίνουν. Μὴν πεῖς: δὲν ἔχω ἁμαρτίες! Διάβασε αὐτὸ ποὺ λέει ὁ δίκαιος στὸ Ψαλτήρι: ἐν ἀνομίαις συνελήφθην, καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου (Ψ. 50, 7). Μὴν πεῖς πάλι: ἐγὼ ἐξομολογοῦμαι τὶς ἁμαρτίες μου στὸν Ἴδιο τὸ Θεὸ καὶ δὲ χρειάζεται νὰ ἐξομολογοῦμαι σὲ ἀνθρώπους. Ποιὸς ἦταν περισσότερο δίκαιος ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο; Καὶ ὁ Παῦλος αὐτός, εἶχε μία ἁμαρτία πρὶν ἀπὸ τὴν ἀποστολική του κλήση ὡς Σαῦλος καὶ τὴν ἁμαρτία του αὐτὴ τὴν ἐξομολογήθηκε δημόσια, ὄχι μία φορὰ ἀλλὰ πολλὲς καὶ ὄχι μονάχα μπροστὰ σὲ πιστοὺς ἀλλὰ καὶ σὲ εἰδωλολάτρες. Γράφει στοὺς βαπτισμένους Γαλάτες: ἠκούσατε γὰρ τὴν ἐμὴν ἀναστροφὴν ποτε ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῶ, ὅτι καθ' ὑπερβολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπόρθουν αὐτὴν (Γαλ. 1, 13). Τὸ ἴδιο ἀποκαλύπτει καὶ μπροστὰ στὸν ἀβάπτιστο βασιλιὰ Ἀγρίπα.

Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Ἅγιος Παῦλος ἐνεργοῦσε ἔτσι, ἐσὺ γιατί νὰ κρατᾶς τὰ τραύματα τῆς ψυχῆς σου κρυμμένα; Γιατί νὰ ἀφήνεις τὰ φίδια νὰ πολλαπλασιάζονται στὸν κόρφο σου; Μήπως ἐπειδὴ κάποιος σὲ εἰρωνεύτηκε; Καὶ ἂν σὲ εἰρωνεύτηκε μία φορά, μήπως θὰ σὲ εἰρωνεύεται αἰώνια; Προσευχήσου μυστικὰ γι' αὐτὸν στὸ Θεό. Ἴσως μετανοήσει καὶ μὲ δάκρυα ἐκθέσει τὸ ἁμάρτημά του. Τί εἶναι πιὸ ἀσταθὲς ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη σκέψη; Πόσοι καὶ πόσοι ἄνθρωποι δὲν μετανοιώνουν τὸ βράδυ γιὰ λόγια ποὺ ξεστόμισαν τὴν ἡμέρα; Γι' αὐτό, σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν ψυχή σου, μὴν ἀκοῦς τὸν καθένα πού σοῦ λέει περιστασιακὰ κάτι ἀλλὰ ἄκουε αὐτὸ ποὺ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ κηρύττει. Κᾶνε συζήτηση μὲ πνευματικοὺς ποὺ ἐξομολογοῦν ἀνθρώπους καὶ θ' ἀκούσεις ἀπὸ ἐκείνους πολλὰ παραδείγματα γιὰ τὸ πόση ψυχικὴ ἀνακούφιση ἔλαβαν ὅσοι ἀπὸ καρδιᾶς ἐξομολογήθηκαν.

Δὲν εἶναι κανένα παραμύθι ἀλλὰ ἡ ὠμὴ ἀλήθεια, ὅτι πολλοὶ ἑτοιμοθάνατοι, ὄντες σὲ πολύωρη ἀγωνία, μπόρεσαν νὰ ξεψυχήσουν μονάχα τότε, ὅταν ἐξομολογήθηκαν τὶς ἁμαρτίες τους στὸν ἱερέα. Θὰ μποροῦσα καὶ ἐγὼ ὁ ἴδιος νὰ σοῦ ἀναφέρω κάποια τέτοια παραδείγματα στὰ ὁποῖα ἤμουν αὐτόπτης. Ὁ Θεὸς μας εἶναι Θεὸς ἐλέους καὶ καλοσύνης καὶ θέλει τὴ σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Πῶς ὅμως νὰ σωθεῖ κάποιος ἄνθρωπος, ἂν συνειδητὰ δὲν κάνει διάκριση μεταξὺ ἁμαρτίας καὶ δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, ἂν δὲν ἀπορρίψει τὴν ἁμαρτία καὶ δὲν ἀναγνωρίσει τὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ;

Μὲ αὐτὸ ποὺ ὁ ἄνθρωπος κουβαλᾶ στὴν ψυχὴ του κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου, μὲ τοῦτο ἀπέρχεται στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ. Ἂν αὐτὸ εἶναι ἁμαρτία, μὲ τὴν ἁμαρτία, καὶ ἂν εἶναι δικαιοσύνη, τότε μὲ τὴ δικαιοσύνη. Ὁ Θεὸς περιμένει ἀπὸ κάθε θνητὸ ἄνθρωπο τὴ μετάνοια καὶ ἡ μετάνοια περιλαμβάνει τὴν ἐξομολόγηση τῶν ἰδίων ἁμαρτημάτων. Καὶ ἐπειδὴ κάθε ὥρα καὶ ἡμέρα, μπορεῖ ὁ ἄγγελος τοῦ θανάτου νὰ ἔρθει γιὰ νὰ παραλάβει τὴν ψυχή μας, γι' αὐτὸ ἡ ἐκκλησία συνιστᾶ στοὺς πιστούς, συχνὴ ἐξομολόγηση καὶ ἀκόμη συχνότερη Μετάληψη.

Ὁ Θεὸς νὰ σὲ φωτίζει καὶ νὰ σὲ εὐλογεῖ.

Γι αυτό στο εξής να μην πολυεξετάζεις τις κρίσεις του Θεού

Ένας ασκητής βλέποντας την αδικία πού υπάρχει στον κόσμο προσευχόταν στο Θεό και του ζητούσε να του αποκαλύψει το λόγο που δίκαιοι και ευλαβείς άνθρωποι δυστυχούν και βασανίζονται άδικα, ενώ άδικοι και αμαρτωλοί πλουτίζουν και αναπαύονται.
Ενώ προσευχόταν ο ασκητής να του αποκαλύψει ο Θεός το μυστήριο, άκουσε φωνή που του έλεγε:
- Μη ζητάς εκείνα που δε φτάνει ο νους σου και η δύναμη της γνώσης σου.
Ούτε να ερευνάς τα απόκρυφα, γιατί τα κρίματα του Θεού είναι άβυσσος.
Αλλά, επειδή ζήτησες να μάθεις, κατέβα στον κόσμο και κάθισε σ' ένα μέρος και πρόσεχε αυτά που θα δεις, για να καταλάβεις από τη μικρή αυτή δοκιμή, ένα μικρό μέρος από τις κρίσεις του Θεού.
Θα γνωρίσεις τότε ότι είναι ανεξερεύνητη και ανεξιχνίαστη η προνοητική διακυβέρνηση του Θεού για όλα.
Ο γέροντας, όταν τ' άκουσε αυτά, κατέβηκε με πολλή προσοχή στον κόσμο κι έφτασε σ' ένα λιβάδι που το διέσχιζε ένας πολυσύχναστος δρόμος.
Εκεί κοντά ήταν μία βρύση κι ένα γέρικο δέντρο, στην κουφάλα του οποίου μπήκε ο γέροντας και κρύφτηκε καλά.
Μετά από λίγο πέρασε ένας πλούσιος πάνω στο άλογό του. Σταμάτησε για λίγο στη βρύση, για να πιει νερό και να ξεκουραστεί.

Αφού ξεδίψασε, έβγαλε από την τσέπη του ένα πουγκί με εκατό φλουριά και τα μετρούσε.
Όταν τελείωσε το μέτρημα, θέλησε πάλι να τα βάλει στη θέση τους. Χωρίς όμως να το καταλάβει, το πουγκί έπεσε στα χόρτα.
Έφαγε, ξεκουράστηκε, κοιμήθηκε και μετά καβαλίκεψε το άλογο κι έφυγε χωρίς ν' αντιληφθεί τίποτα για τα φλουριά.
Μετά από λίγο ήρθε άλλος περαστικός στη βρύση, βρήκε το πουγκί με τα φλουριά, το πήρε κι έφυγε τρέχοντας μέσ' απ' τα χωράφια.
Πέρασε λίγη ώρα και φάνηκε άλλος περαστικός. Κουρασμένος, όπως ήταν, σταμάτησε κι αυτός στη βρύση, πήρε λίγο νεράκι, έβγαλε και λίγο ψωμάκι από ένα μαντήλι και κάθισε να φάει.

Την ώρα, που ο φτωχός εκείνος έτρωγε, φάνηκε ο πλούσιος καβαλάρης εξαγριωμένος, με αλλοιωμένο το πρόσωπο από οργή, και όρμισε επάνω του.
Με θυμό φώναζε να του δώσει τα φλουριά του. Ο φτωχός, μη έχοντας ιδέα για τα φλουριά, διαβεβαίωνε με όρκους πως δεν είδε τέτοιο πράγμα.
Εκείνος όμως, όπως ήταν θυμωμένος, άρχισε να τον δέρνει και να τον χτυπά, μέχρι που τον θανάτωσε.
Έψαξε μετά όλα τα ρούχα του φτωχού, δεν βρήκε τίποτα και έφυγε λυπημένος.
Ο γέροντας εκείνος τα έβλεπε όλα αυτά μέσα άπ' την κουφάλα και θαύμαζε.
Λυπόταν πολύ κι έκλαιγε για τον άδικο φόνο που είδε και προσευχόμενος στον Κύριο, έλεγε:
Κύριε, τι σημαίνει αυτό το θέλημά Σου; Γνώρισε μου, Σε παρακαλώ, πώς υπομένει η αγαθότητα Σου τέτοια αδικία.
Άλλος έχασε τα φλουριά, άλλος τα βρήκε κι άλλος άδικα φονεύθηκε!


Ενώ ο γέροντας προσευχόταν με δάκρυα, κατέβηκε ο Άγγελος Κυρίου και του είπε:

Μη λυπάσαι, γέροντα, ούτε να σου κακοφαίνεται και να νομίζεις ότι όλα αυτά γίνονται τάχα χωρίς θέλημα Θεού.
Αλλά άπ' αυτά πού συμβαίνουν, άλλα γίνονται κατά παραχώρηση, άλλα για παίδευση κι άλλα κατά οικονομία.

Άκουσε λοιπόν:

Αυτός που έχασε τα φλουριά είναι γείτονας εκείνου που τα βρήκε.
Ο τελευταίος είχε ένα περιβόλι αξίας εκατό φλουριών. Ο πλούσιος, επειδή ήταν πλεονέκτης, τον εξανάγκασε να του το δώσει για πενήντα φλουριά.
Ο φτωχός εκείνος, μη έχοντας τι να κάνει, παρακαλούσε το Θεό να κάνει την εκδίκηση. Γι' αυτό και οικονόμησε ο Θεός και του τα έδωσε διπλά.
Εκείνος, πάλι, ο φτωχός, ο κουρασμένος, που δεν βρήκε τίποτα και φονεύτηκε άδικα, είχε κάνει μια φορά φόνο.
Μετανόησε όμως ειλικρινά και σ' όλη την υπόλοιπη ζωή του τα έργα του ήταν χριστιανικά και θεάρεστα.

Διαρκώς παρακαλούσε το Θεό να τον συγχωρέσει για το φόνο που διέπραξε και συνήθιζε να λέει:
«Θεέ μου, τέτοιο θάνατο πού έδωσα, ίδιο να μου δώσεις!».
Βέβαια, ο Κύριός μας τον είχε συγχωρέσει από την πρώτη στιγμή πού εκδήλωσε τη μετάνοιά του.
Συγκινήθηκε όμως ιδιαίτερα από το φιλότιμο του παιδιού του, το οποίο όχι μόνο φρόντιζε για την τήρηση των εντολών του, αλλά ήθελε και να πληρώσει για το παλιό του φταίξιμο.
Έτσι δεν του χάλασε το χατίρι, επέτρεψε να πεθάνει με βίαιο τρόπο - όπως του το είχε ζητήσει - και το πήρε κοντά Του, χαρίζοντας του μάλιστα και λαμπρό στεφάνι γιΌ αυτό του το φιλότιμο!

Ο άλλος, τέλος, ο πλεονέκτης, που έχασε τα φλουριά κι έκανε το φόνο, θα κολαζόταν για την πλεονεξία και τη φιλαργυρία του.
Το άφησε λοιπόν ο Θεός να πέσει στο αμάρτημα του φόνου για να πονέσει η ψυχή του και να έρθει σε μετάνοια.

Με την αφορμή αυτή αφήνει τώρα τον κόσμο και πάει να γίνει καλόγερος!
Λοιπόν, πού, σε ποια περίπτωση, βλέπεις να ήταν άδικος ή σκληρός και άπονος ο Θεός;
ΓιΌ αυτό στο εξής να μην πολυεξετάζεις τις κρίσεις του Θεού, γιατί Εκείνος τις κάνει δίκαια και όπως ξέρει, ενώ εσύ τις περνάς για άδικες.
Γνώριζε επίσης ότι και πολλά άλλα γίνονται στον κόσμο με το θέλημα του Θεού για λόγους που οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν.
Κι έτσι το σωστό είναι να λέει ο καθένας:

«Δίκαιος ει Κύριε, και ευθείαι αι κρίσεις σου.»

Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2013

ΕΣΥ Ο ΙΔΙΟΣ ΔΕΝ ΑΚΟΥΣ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΣΟΥ ΚΑΙ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΤΗΝ ΑΚΟΥΣΕΙ Ο ΘΕΟΣ;

Tου Αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου

Πολλοί μπαίνουν στην εκκλησία, λένε διάφορες προσευχές και βγαίνουν. Βγαίνουν, χωρίς να γνωρίζουν τι είπαν. Τα χείλη τους κινούνται, αλλά τ’ αυτιά τους δεν ακούνε.

Εσύ ο ίδιος δεν ακούς την προσευχή σου, και θέλεις να την ακούσει ο Θεός;

“Γονάτισα”, λες. Γονάτισες, αλλά, ενώ το σώμα σου ήταν μέσα, ο νους σου πετούσε έξω. Με το στόμα έλεγες την προσευχή και με τη σκέψη λογάριαζες τόκους, έκανες συμβόλαια, πουλούσες εμπορεύματα, αγόραζες κτήματα, συναντούσες τους φίλους σου. 

Γιατί ο διάβολος, που είναι πονηρός και γνωρίζει ότι στον καιρό της προσευχής μεγάλα πράγματα κατορθώνουμε, τότε ακριβώς έρχεται και σπέρνει λογισμούς μέσα μας. Να, πολλές φορές είμαστε ξαπλωμένοι στο κρεβάτι, και τίποτα δεν συλλογιζόμαστε· πάμε στην εκκλησία για να προσευχηθούμε, και τότε χίλιες σκέψεις περνούν από το νου μας. Έτσι χάνουμε τους καρπούς της προσευχής, φεύγοντας από το ναό με άδεια χέρια. Το ίδιο, βέβαια, γίνεται και όταν προσευχόμαστε στο σπίτι μας ή οπουδήποτε αλλού.

Κάθε φορά, λοιπόν, που, καθώς προσευχόμαστε, συνειδητοποιούμε ότι ο νους μας έχει φύγει από το Θεό κι έχει στραφεί σε βιοτικά πράγματα, ας τον φέρνουμε πίσω, αναγκάζοντάς τον να μένει σταθερά και προσεκτικά προσκολλημένος στα νοήματα της προσευχής. Ας επαναλαμβάνουμε, μάλιστα, την προσευχή από την αρχή.

Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2013

ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ: ΠΕΡΙ ΦΙΛΙΑΣ

Φιλία είναι αγάπη υγιούς ψυχής προς ψυχή επίσης υγιή. Η φιλία ως απόρροια υγιούς ψυχής είναι ιερή, αγνή, ακέραιη, πιστή, σταθερή, ειλικρινής, θαρραλέα, αληθινή, αιώνια. Η φιλία είναι αρετή, γιατί θεμελιώνεται στο ήθος και την καλή διαγωγή της ψυχής. Γι' αυτό και μόνο με την αρετή συνάπτεται και αυτής γίνεται εραστής και αυτήν αγκαλιάζει, μένοντας μαζί της πάντοτε.

Η φιλία σαν αρετή, έλκεται από το όμοιο και αναπαύεται με τις συγγενείς αρετές. Είναι σύνδεσμος δύο όμοιων ψυχών. Είναι πάθος συνετής ψυχής και συνδέει τους φίλους με σφοδρή αγάπη. Συνδέει δε με πόθο τους ανθρώπους που έχουν από τη φύση τους την τάση να διασπώνται.
Η φιλία έχει σταθερό και ασυμβίβαστο ήθος. Είναι η φιλία ένα είδος ηθικής ευχαρίστησης, που κατευχαριστεί την ψυχή. Η φιλία υπομένει τα πάντα, συμπάσχουσα  και συμπαραστεκόμενη.

Ο Αριστοτέλης έχει πει: "Φιλία είναι μία ψυχή που κατοικεί σε δύο σώματα". Η φιλία είναι πιο δυνατή από τη συγγενική αγάπη, διότι η μεν συγγενική αγάπη είναι έργο ανάγκης, η φιλία όμως βασίζεται στη θέληση. Η φιλία υπαγορεύει ευλάβεια προς τα ιερά των φίλων, αγνότητα στη συμπεριφορά, ακεραιότητα στα ήθη, πίστη στον χαρακτήρα, σταθερότητα στις αποφάσεις, ειλικρίνεια στους λόγους, θάρρος στο να ειπωθούν τα ορθά και ωφέλιμα και στο να λέγεται η αλήθεια.

Η φιλία είναι το στήριγμα για την ευτυχία δύο αγαθών ανθρώπων, γιατί μόνο μεταξύ αγαθών ανθρώπων μπορεί να αναπτυχθεί η αληθινή φιλία. Ο Πλάτων λέει: "Φιλία είναι η ομόνοια υπέρ των καλών και των δικαίων. Η θέληση για κοινό τρόπο ζωής, ίδιος τρόπος σκέψης και πράξης, ζωή με αρμονία και καλή διάθεση ώστε να υπάρχει ομόνοια, συνοδοιπορία τόσο στα ευχάριστα, όσο και στα δυσάρεστα".

Τρία είναι τα είδη της φιλίας: αυτή που βασίζεται στην αρετή, αυτή που θεμελιώνεται στο συμφέρον και αυτή που υπάρχει από συνήθεια. Άριστη όμως είναι η χάριν της αρετής φιλία, γιατί τη στερεώνει η αρετή της αγάπης."
“Το Γνώθι Σ’αυτόν”
Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως 

Πνευματικές Συμβουλές του μακαριστού παπα-Διονύσιου της Βατοπαιδινής Σκήτης της Κολιτσού

Είπε ο παπα-Διονύσιος της Κολιτσού, ο Ρουμάνος Πνευματικός:
«Όταν πήραμε τον Άγιο Γεώργιο στην Κολιτσού, ήταν ερείπιο. Πηγαίναμε και φέρναμε ξύλα από την Φιλοθέου με την βάρκα τραβώντας κουπί. Κάναμε δύο-τρία δρομολόγια την ημέρα. Είχαμε ειδικά σαμαράκια για την πλάτη, για να κουβαλάμε τις πέτρες. Ακολουθία ούτε μία μέρα δεν χάσαμε. Κάναμε 150 μετάνοιες και 12 εκατοστάρια σταυρωτά. Τότε, άμα έλεγες στον Πνευματικό ότι δεν έκανες τον κανόνα, δεν σε κοινωνούσε».
«Κουραζόμασταν πολύ, αλλά είχαμε χαρά μέσα μας, πολλή χαρά. Η στέρηση και ο αγώνας που κάναμε μας έδινε χαρά. Τότε λίγα πράγματα είχαμε. Τώρα έχομε πολλές ευκολίες αλλά όχι χαρά. Εμείς οι μοναχοί γίναμε σαν τους παλαιούς ευλαβείς λαϊκούς, και οι λαϊκοί είναι κατ’ όνομα Χριστιανοί».
«Κάποτε πήγαμε με τα πόδια από την Κολιτσού στην πανήγυρη του αγίου Αθανασίου στην
Λαύρα μετά την εργασία. Είχαμε χαρά που περπατούσαμε τη νύχτα στο Περιβόλι της Παναγίας, ξημερώματα φθάσαμε στο Αγίασμα και προλάβαμε την θεία Λειτουργία».
«Αυτά(σπίτια, κήποι, εργόχειρα) είναι γι’ αυτήν την ζωή. Αλλά και χωρίς αυτά δεν μπορούμε».
«Η καλύτερη προσευχή γίνεται τη νύχτα μετά τον ύπνο. Διότι τότε ο νους είναι ξεκούραστος και συγκεντρωμένος».
«Όταν ο κανόνας γίνεται πριν από την Εκκλησία (νυχτερινή ακολουθία), είναι χρυσός,μετά την ακολουθία αργυρός και την ημέρα μπακίρι».
«Οι δύο πτέρυγες του μοναχού είναι ο προσωπικός του κανόνας και η ακολουθία στην Εκκλησία.Και οι δύο πρέπει να είναι χωρίς ελλείψεις».
«Κάθε βράδυ να εξετάζης τους λογισμούς σου, τι έκανες την ημέρα, και κάθε δύο εβδομάδες το πολύ να εξομολογιέσαι ενώπιον Πνευματικού».
«Ο βασιλικός δρόμος για τον ύπνο είναι τέσσερις ώρες τη νύχτα και δύο την ημέρα.Την ημέρα δεν είναι απαραίτητο να κοιμηθής, παρά μόνο να ξαπλώσης, ανάλογα με τις δυνάμεις σου».
«Αν έχης μία εντολή σαν κανόνα και δεν μπορής για κάποιο λόγο να την εκπληρώσης κάποια μέρα, πρέπει να την κάνης άλλη μέρα».
«Αυτό που βλάπτει περισσότερο το νέο είναι ο πολύς ύπνος. Πιο πολύ και από το πολύ φαγητό».
«Ο μοναχός πρέπει να είναι σε όλη την ακολουθία στην Εκκλησία˙ να μη λείπη ποτέ ούτε να καθυστερή, αλλά ούτε και να φεύγη πιο νωρίς, πριν από το “δι’ευχών”».
«Όταν κάνης τον κανόνα σου, να μη δέχεσαι λογισμούς κατακρίσεως για τους αδελφούς, ότι είναι αμελείς, αλλά να αυτομέμφεσαι ότι εσύ είσαι ο πιο αμαρτωλός και κάνεις αυτό που έχεις χρέος να κάνης, ενώ οι άλλοι πατέρες έχουν αρετές που εσύ δεν τις βλέπεις».
«Όταν κάνης μικρές μετάνοιες, το χέρι πρέπει να φθάνη στο χώμα. Αν δεν μπορής,τουλάχιστον στα γόνατα. Αν κουραστής κατά τον κανόνα, μπορείς να κάνης διάλειμμα, προσευχόμενος όμως νοερώς. Αν δεν μπορής να κάνης μετάνοιες μεγάλες για κάποιο λόγο, να κάνης διπλάσιες μικρές».
«Είμαστε υποχρεωμένοι να προσευχώμαστε για τους ευεργέτες μας. Να μη μένουμε χρεωμένοι στους ευεργέτες μας, αλλά να ξεπληρώνουμε με προσευχή. Ένας μοναχός που δεν προσευχόταν για τους ευεργέτες του, όταν εκοιμήθη πήγε να περάση η ψυχή του τα τελώνια. Όμως αυτά που είχε κερδίσει από τα καλά του έργα, ο φύλακας Άγγελός του τα μοίρασε στους ευεργέτες του για να ξεπληρώση, και έτσι δεν κατώρθωσε να περάση τα τελώνια. Τότε ο Άγγελος του είπε να επιστρέψη στο σώμα του και μέχρι το τέλος της ζωής του έκλαιγε και έδινε ελεημοσύνη».
«Χωρίς να κάνουμε τον κανόνα μας δεν μπορούμε να είμαστε μοναχοί. Όταν ήρθα το 1924 στο Άγιον Όρος, στο Καρακάλλου σ’ ενα τοίχο είχε την εξής διήγηση: “Δύο καλοί ιερομόναχοι στα Ιεροσόλυμα βοηθούσαν και ωφελούσαν πολύ κόσμο, αλλά πολλές φορές άφηναν τον κανόνα τους. Όταν τους έκαναν την ανακομιδή βρέθηκαν άλυωτοι.Τότε ο Πατριάρχης έδωσε εντολή σε όλους τους μοναχούς να κάνουν αγρυπνία γι’αυτούς. Σ’ έναν αναχωρητή εμφανίστηκε Άγγελος και είπε ότι αυτοί οι δύο είναι καλοί, αλλά δεν έλυωσαν, γιατί άφηναν τον κανόνα τους. Ο Άγγελος είπε να κάνουν οι μοναχοί της περιοχής τον κανόνα των δύο ιερομονάχων για ένα χρόνο. Όταν έπειτα έκαναν την ανακομιδή, είχαν λυώσει”».
«Παλαιά στο Άγιον Όρος, για να γίνη κανείς μοναχός, έπρεπε να μάθη τους Χαιρετισμούς απ’έξω».
«Αν στην προσπάθεια για νοερά προσευχή εμφανιστούν πόνοι στην καρδιά σωματικοί και όχι πνευματικοί, αυτοί που λένε οι Πατέρες, τότε μπορεί να είναι κρύωμα η τα νεύρα.Πάντως μην αφήσης την ευχή και να σταυρώνης την καρδιά με λάδι από το καντήλι του Αγίου της Μονής».
«Αν στον κανόνα σου έρθη κατάνυξη και κατάσταση καλή, ακόμη και αν τελείωσης τα κομποσχοίνια, μη σταματήσης την ευχή μέχρι να φύγη από μόνη της αυτή η κατάσταση».
«Να μη λες την ευχή με βεβιασμένη εσωτερική κατάσταση, αλλά ο νους σου να είναι συγκεντρωμένος στην ευχή. Την αίσθηση της μετανοίας και την κατάνυξη να τις περιμένης από τον Κύριο».
«Όταν φιλοξενήσαι μαζί με άλλους στο ίδιο δωμάτιο και δεν μπορής να κάνης τον κανόνα σου, πρέπει να τον κάνης την άλλη μέρα. Καλά είναι να έχης κάνει μερικούς κανόνες από πρίν, και όταν δεν μπορής να κάνης κανόνα, να τον έχης εξασφαλισμένον από πρίν».
«Οι Παλαιοί πατέρες έλεγαν: “Όταν πας κάπου και σε φιλοξενήσουν, ύστερα, όταν φύγης,ακόμη και στον δρόμο, κάνε ενα κομποσχοίνι γι’ αυτούς, γιατί έκαναν κόπο˙και αν δεν προσευχηθής γι’ αυτούς μένεις με χρέος.
Πάντοτε να ευχαριστής εκείνους που σε φιλοξένησαν, και να προσεύχεσαι γιαυτούς”».
«Εδώ δεν ήρθαμε να κάνουμε καλά έργα, αλλά να κάνουμε υπακοή».
«Πρώτα από όλα να προσπαθής να απόκτησης ταπεινοφροσύνη. Αν κάποιος σου πη κάτι, εσύ πες”Ω, μόνο αυτό; Εγώ είμαι πολύ πιο αμαρτωλός, είμαι και τέτοιος και τέτοιος”. Όταν απόκτησης ταπεινοφροσύνη, τότε από τις βρισιές θα αισθάνεσαι χαρά. Όταν έχης ταπείνωση, τότε ο Θεός δίδει την χάρι Του. Στην καρδιά έρχεται ουράνια χαρά. Τότε ο Κύριος βοηθά σε όλα».
«Αν εχης ενυπνιασμό την Κυριακή, αντί πενήντα μετάνοιες μεγάλες, να κάνης εκατό μικρές μετάνοιες. Δεν είναι αμαρτία να κάνης μεγάλες μετάνοιες την Κυριακή, αλλά οι Πατέρες μας έκριναν έτσι προς δόξαν Θεού. Αλλά αν κάποια φορά αισθάνεσαι μετάνοια και η ψυχή σου θέλη να γονατίση, τότε μπορείς και δεν είναι αμαρτία».
«Όταν στην τράπεζα έχη πολλά φαγητά, καλύτερα να δοκιμάσης λίγο απ’ όλα και να μη χορτάσης εντελώς. Αν δεν τρως μερικά φαγητά, τότε θα υπερηφανευτής, χωρίς να το καταλάβης».
«Για να θυμάμαι αυτά που διάβασα σε κάποιο βιβλίο, όταν ξαπλώνω να κοιμηθώ, προσπαθώ να θυμηθώ τι διάβασα».
«Για να αποφυγής τον μετεωρισμό, αν εχης να κάνης πολλά πράγματα, εκ των προτέρων να ορίζης (να προγραμματίζης)· τώρα θα κάνω μία ώρα αυτά, μετά δύο ώρες το άλλο κ.ο.κ.».
«Καλύτερα να ξεκουράζεσαι και τη νύχτα και την ημέρα. Ακόμη και πέντε ώρες αν κοιμηθης την ημέρα, το σώμα πάλι θέλει ξεκούραση. Γι’ αυτό τη νύχτα να κοιμάσαι τρισήμισι-τέσσερις ώρες και την ημέρα να βρής μία ώρα η τουλάχιστον σαράντα-πενήντα λεπτά λίγο να ξεκουραστή το σώμα».
«Όταν προσευχώμαστε για τους άλλους, δείχνουμε αγάπη. Και “ο Θεός αγάπη εστί”. Άμα βλέπη ότι εγώ προσεύχομαι για σένα και συ για μένα, θα πει: “Ας τους βοηθήσω και τους δύο”. Και όταν προσεύχεσαι για τους κεκοιμημένους,πολύ βοηθάς τις ψυχές τους. Και αν κάποιος από αυτούς αξιώθηκε της Βασιλείας των ουρανών,τότε η αγάπη σου προς αυτόν επιστρέφει πάνω σου».
«Η υπομονή πάντοτε κερδίζει. Τίποτε καλό δεν γίνεται γρήγορα. Γι’ αυτό, πάντοτε υπομονή.Όταν έχης υπομονή, οπωσδήποτε κερδίζεις».
«Στην Εκκλησία οι Πατέρες μας ώρισαν να καθώμαστε στο Ψαλτήρι».
«Όταν δεν έχης πολλή δουλειά στο διακόνημα, πήγαινε στο κελλί σου και κάνε ένα κανόνα, για να τον έχης έτοιμο, όταν δεν θα μπορείς άλλη μέρα να τον κάνης».
«Ο Γέροντάς σου πρέπει να γνωρίζη τα πάντα για σένα και όλα να τα κάνης με την ευλογία του. Να έχης υπακοή σε όλους. Τους νεώτερους μοναχούς να τους βλέπης σαν δεκαπέντε χρόνια παλαιότερους από σένα. Αν σου πούνε να κάνης κάποια δουλειά την ώρα της θείας Λειτουργίας, να μην αντιλογήσης. Θα πας και θα λες την ευχή ο(μοναχός πάντοτε πρέπει να την λέη), και να ξέρης ότι Άγγελος Θεού θα σε γράψει πρώτον στην Λειτουργία. Έτσι θα φυλάξεις και την εσωτερική σου ειρήνη και την ειρήνη των άλλων. Δεν πρέπει να γίνωνται σκάνδαλα».
«Περισσότερο μας εμποδίζουν δύο πράγματα: Το «εγώ» και το «γιατί». Όταν τα έχουμε αυτά, τότε η προσευχή μας είναι άκαρπη και ειρήνη δεν έχουμε. Κάνε ο,τι σου πούνε. Αυτός που διατάζει έχει και την ευθύνη˙ ενώ εσύ θα αποκτήσεις ειρήνη και ουράνια στεφάνια, αν σε μαλώνουν άδικα».
«Αν σε πολεμούν λογισμοί εκδικήσεως για κάποιον αδελφό, να προσευχηθης γι’ αυτόν,να κάνης μερικές μετάνοιες γι’ αυτόν και να εύχεσαι ο Θεός να του δίνη μακροζωΐα και υγεία».
«Αν εχης ανάγκη να φας εκτός τραπέζης, πάντοτε να λες σε κάποιον αδελφό: “Ευλογείτε”.Όταν αυτός απαντήση “ο Κύριος”, τότε το φαγητό δεν βλάπτει. Αν δεν το κάνης αυτό, τότε μπαίνει ο διάβολος εξ αιτίας της λαθροφαγίας. Από εκεί έρχονται και κακοί λογισμοί για τους αδελφούς».
«Πάντοτε έχεις χρέος να προσεύχεσαι για τους πατέρες της Μονής˙ κάθε μέρα από ενα κομποσχοίνι».
«Να μη φύγης από το Μοναστήρι σου. Μετά από χρόνια θα λές: “Καλά που δεν έφυγα και έμεινα στην μετάνοιά μου”».
«Όταν κατακρίνης, να ξέρης ότι θα σου έρθει διπλάσιος σαρκικός πόλεμος. Και έτσι μας πολεμά σαρκικά, αλλά μέσα από την κατάκριση έρχεται διπλάσιο. Δεν έχουμε καμμία ωφέλεια από την κατάκριση».
«Το ρακί δεν απαγορεύεται. Μετά από μεγάλη σωματική κούραση η μετά από πολύ δρόμο μπορεί να πάρης λίγο και καλό κάνει στο σώμα».
«Όταν κάθεσαι στην ακολουθία και βλέπης ότι νυστάζεις, σήκω. Δεν είναι αμαρτία να κάθεσαι –γι’αυτό οι Πατέρες έβαλαν στασίδια στην Εκκλησία-, αλλά είναι αμαρτία να κοιμάσαι. Γι’ αυτό να κάθεσαι, να σηκώνεσαι, αλλά να μένης ξύπνιος και ν’ άκούς αυτά που διαβάζονται σαν να τα διαβάζης ο ίδιος».
«Αν ο νους σου είναι κουρασμένος, μπορείς να αντικαταστήσης αυτά που διαβάζεις, στο κελλί σου με κομποσχοίνι. Η παράκληση της Παναγίας ένα τριακοσάρι, οι Χαιρετισμοί ενα τριακοσάρι,Το κάθισμα του Ψαλτηρίου ενα τριακοσάρι, ο κανόνας του φύλακα Αγγέλου ενα τριακοσάρι, ο κανόνας του Αγίου της Μονής ενα τριακοσάρι. Αν θέλης να κοινωνήσης και δεν έχης μαζί σου την ακολουθία της θείας Μεταλήψεως, να κάνης δέκα κομποσχοίνια εκατοστάρια. Αλλά είναι καλύτερα να διαβάζης τις ευχές».
«Όταν σηκωθής από τον ύπνο, πρώτα απ’ όλα να κάνης τρεις μετάνοιες στον Κύριο. Μετά μπορείς να πλυθής κ.λπ.».
«Πρόσεξε να πας στην ακολουθία πριν αρχίση, γιατί Άγγελος Κυρίου γράφει ποιος είναι εκεί από την αρχή. Όταν αργούμε, ζημιωνόμαστε».
«Μέσα στην ακολουθία, πότε ν’ ακούς την ανάγνωση, πότε να λες την ευχή. Το πιο σπουδαίο είναι η ακολουθία. Αλλά όταν κουραστή ο νους στο ν’ ακούη, τότε λέγε την ευχή. Όταν προσέχουμε τα τροπάρια, τότε δεν μας πιάνει ύπνος».
«Μην αφήνης τον αγώνα σου. Πρέπει κάτι να κάνης, να αγωνίζεσαι. Όλοι ήρθαμε στο Άγιον Όρος κάτι να κάνουμε. Όσο περισσότερο κόπο κάνουμε, τόσο πιο πολύ μισθό θα έχουμε».
«Αν μετά την εξομολόγηση και πριν από την θεία Κοινωνία σου συμβή κάτι και δεν είναι σοβαρό, κάνε τον σταυρό σου και πες: “Θεέ μου, συγχώρησόν με”, και κοινώνησε».
«Ποτέ να μην κατηγορής το Μοναστήρι σου μπροστά σε ξένους και ιδιαίτερα μπροστά σε κοσμικούς».
«Πριν κοινωνήσης, την προηγούμενη ημέρα να μην τρως ελιές. Εμείς παλαιότερα τρώγαμε μόνο μία φορά το βράδυ λίγο ψωμί με τσάι. Αν έχης πληγές και τρέχει αίμα, να μην κοινωνάς, η σκέπασε τις πληγές, ώστε να μην τρέχουν τουλάχιστον για ενα εικοσιτετράωρο».
«Όταν κάνης κομποσχοίνια περισσότερα απ’ τράς».
«Όταν σε κάνουν μοναχό, για οχτώ μέρες να πηγαίνης με τον μανδύα παντού· μην τον βγάλης καθόλου. Και αν μπορής, αυτές τις μέρες να μην κοιμάσαι στο κρεββάτι,αλλά σ’ ενα σκαμνάκι».
«Όταν δεν θα μπορώ να πηγαίνω στην ακολουθία,να ξέρετε ότι πλησιάζει ο θάνατος μου». (Όπως και συνέβη).

Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2013

Ο υποκριτής κατά τον Μέγα Βασίλειο


«Υποκριτής είναι εκείνος που υποδύεται ξένο πρόσωπο στο θέατρο. Ενώ είναι δούλος, πολλές φορές υποδύεται το πρόσωπο του Κυρίου, και ενώ είναι κοινός πολίτης, υποδύεται το πρόσωπο του Βασιλιά.Έτσι και η ζωή αυτή. Οι πιο πολλοί παίζουν θέατρο, σαν να παίζουν στη σκηνή της δικής τους ζωής, έχοντας άλλα στην καρδιά και επιδεικνύοντας άλλα φανερά στους ανθρώπους.Οι υποκριτές μοιάζουν με τις υφάλους. Ενώ κρύβουν βαθιά στις ψυχή τους το φθόνο και το μίσος, δείχνουν στο πρόσωπο τους τα χρώματα της αγάπης. Έτσι μοιάζουν με τις υφάλους, τις βραχώδεις προεκτάσεις που μόλις καλύπτονται από την επιφάνεια της θάλασσας, και κρύβουν μεγάλο κίνδυνο για τα σκάφη που θα πέσουν επάνω τους».


Μέγας Βασίλειος

Για την συνείδηση


'Όταν ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο, έβαλε μέσα του ένα θείο σπέρμα, σαν ένα είδος λογισμού πιο θερμού και φωτεινού, να έχει τη θέση της σπίθας, για να φωτίζει το νου και να του δείχνει να ξεχωρίζει το καλό από το κακό. Αυτό ονομάζεται συνείδηση, και είναι ο φυσικός νόμος (Ιωαv. Χρυσ. Ρ. G. 49, 131-133). Αυτό είναι τα πηγάδια πού άνοιγε ο Ιακώβ, όπως ακριβώς είπαν οι Πατέρες, και τα παράχωναν οι Φιλισταίοι (Γεν. 26, 15). Μ' αυτό το νόμο, δηλαδή με τη συνείδηση, συμμορφώθηκαν οι Πατριάρχες και όλοι οι άγιοι πού έζησαν πριν από το γραπτό νόμο και ευαρέστησαν το Θεό. Επειδή όμως αυτή παραχώθηκε και καταπατήθηκε από τούς ανθρώπους με την προοδευτική εξάπλωση της αμαρτίας, χρειαστήκαμε το γραπτό νόμο, χρειαστήκαμε τούς Αγίους Προφήτες, χρειαστήκαμε την ενανθρώπιση του Ιδίου του Δεσπότη μας Ιησού Χριστού, για να την ξαναφέρει στο φως και να την αναστήσει, για να ξαναδώσει ζωή, με την τήρηση των αγίων εντολών του Θεού εκείνη την σπίθα πού ήταν παραχωμένη.

Τώρα λοιπόν, είναι στο χέρι μας ή να Την παραχώσουμε πάλι ή να την αφήσουμε να λάμπει και να μας φωτίζει, αν συμμορφωνόμαστε με τις υποδείξεις της. Γιατί όταν η συνείδησή μας μας υπαγορεύει να κάνουμε αυτό και αδιαφορούμε, και πάλι μας λέει να κάνουμε εκείνο και δεν το κάνουμε, αλλά σταθερά και αδιάκοπα την καταπατούμε, έτσι τη θάβουνε και δεν μπορεί πια να φωνάξει δυνατά μέσα μας, από το βάρος πού τη σκεπάζει. όπως ακριβώς το λυχνάρι πού δίνει θαμπό φώς, έτσι και αυτή αρχίζει να μας δείχνει όλο πιο θολά, όλο πιο σκοτεινά τα πράγματα, όπως συμβαίνει και με το θολωμένο από τα πολλά χώματα νερό, πού δεν μπορεί να δει κανείς διεστραμμένη διάθεση- και αρχίζει να καταφρονεί και τα μεγάλα και βαρύτερα, και να καταπατεί την ίδια τη συνείδησή του. Και έτσι προχωρώντας σιγά-σιγά κινδυνεύει να πέσει και σε τέλεια αναισθησία.

Γι' αυτό, προσέξτε, αδελφοί μου, να μην αμελήσουμε τα μικρά, προσέξτε να μην καταφρονήσουμε αυτά σαν ασήμαντα. Δεν είναι μικρά, γιατί απ' αυτά τρέφεται η ψυχή, απ' αυτά δημιουργείται κακή συνήθεια. Ας αγρυπνήσουμε, ας φροντίσουμε τα ελαφρά, όσο είναι ακόμη ελαφρά, για να μην γίνουν βαριά. Και η πρόοδός μας στην αρετή και η αμαρτία, ξεκινάνε από τα μικρά και καταλήγουν σε μεγάλα είτε καλά είτε κακό. Γι' αυτό μας προτρέπει ο Κύριο να φυλάμε τη συνείδησή μας, σαν να θέλει να κάνει κάποιον Ιδιαίτερα προσεκτικό και του λέει: «Πρόσεξε τι κάνεις, ταλαίπωρε, ξύπνα, δημιούργησε καλές σχέσεις με τον αντίπαλό σου, όσο ακόμα βρίσκεσαι στο δρόμο μαζί του». Και προσθέτει το φόβο και τον κίνδυνο πού έχει η υπόθεση, λέγοντας «Μήπως κάποτε σε παραδώσει στον κριτή και ο κριτής στους υπηρέτες και σε βάλουν στη φυλακή». Και τί άλλο; «Αληθινά σου λέω, δεν θα βγεις από εκεί, μέχρις ότου ξεπληρώσεις και την τελευταία δεκάρα του χρέους σου». Γιατί η συνείδηση μας ελέγχει, όπως είπα, για το καλό και για το κακό, και μας υποδεικνύει τί να κάνουμε και τί όχι. Και αυτή πάλι θα μας κατηγορήσει και στη μέλλουσα ζωή. Γι' αυτό λέει: «Μήπως κάποτε σε παραδώσει στον κριτή κτλ».

Η προσπάθειά μας για να φυλάξουμε τη συνείδησή μας άγρυπνη και να συμμορφωνόμαστε με τις υποδείξεις της, παίρνει πολλές και ποικίλες μορφές, Γιατί πρέπει να ενεργεί κανείς «κατά συνείδηση» και προς το Θεό και προς τον πλησίον και προς τα πράγματα. Προς μεν το Θεό, για να μην καταφρονεί τις εντολές Του, και όταν δεν τον βλέπει άνθρωπος και όταν κανείς δεν απαιτεί τίποτα απ' αυτόν. Αυτός ενεργεί «κατά συνείδηση» απέναντι του Θεού μυστικά. Να, τί θέλω να πω: Αμέλησε την προσευχή, ανέβηκε στην καρδιά του «εμπαθής λογισμός» και δεν πρόσεξε και δεν πίεσε τον εαυτόν του αλλά συγκατατέθηκε. Είδε τον πλησίον του να λέει τι να κάνει κάτι και κατά τη φαντασία του τον υποψιάστηκε και τον κατάκρινε. Και με λίγα λόγια, σε όσα γίνονται εσωτερικά, μυστικά, πού κανένας δεν ξέρει, παρά μόνον ο Θεός και η συνείδησή μας, σ' αυτά πρέπει να συμμορφωνόμαστε με τη φωνή της συνειδήσεως. Αυτό σημαίνει το να τηρούμε τη συνείδησή μας προς το Θεό.

Η τήρηση της συνειδήσεως προς τον πλησίον είναι να μην κάνει κανείς τίποτα απολύτως πού καταλαβαίνει όταν θλίβει ή πληγώνει τον πλησίον, είτε με έργο, είτε με λόγο, είτε με κάποια κίνηση είτε μ' ένα βλέμμα - γιατί μπορεί κανείς και με μια κίνηση, όπως πολλές φάρες λέω, να πληγώσει τον πλησίον, μπορεί και μ' ένα βλέμμα. Και με λίγα λόγια, ο άνθρωπος μολύνει τη συνείδησή του με όσα καταλαβαίνει ότι κάνει επίτηδες για να προκαλέσει λογισμό στον πλησίον, επειδή ξέρει ότι το κάνει επίτηδες για να τον βλάψει ή να τον στενοχωρήσει. Το να φυλάξει λοιπόν τη συνείδηση και να μην κάνει κάτι τέτοιο, είναι αυτό πού λεμέ, «να ενεργεί κατά συνείδηση» προς τον πλησίον.

Να ενεργεί κανείς «κατά συνείδηση» προς τα υλικά πράγματα σημαίνει να μην κάνει κατάχρηση κανενός πράγματος, να μην αφήνει κάτι να καταστραφεί ή να πεταχτεί. Αλλά και αν ακόμα δει κάτι πεταμένο, να μην το αγνοήσει έστω και αν είναι ασήμαντο, αλλά να το μαζέψει και να το βάλει στη θέση του. Να μην χρησιμοποιεί απρόσεκτα τα ρούχα του. Γιατί, ας υποθέσουμε ότι μπορεί να φορέσει κανείς το ρούχο του άλλη μια ή δύο εβδομάδες και πηγαίνει και το βάζει και το πλένει, πριν της ώρας του, και το φθείρε. Και αντί να το χρησιμοποιήσει άλλους πέντε μήνες ή και περισσότερο, με το πλύνε-πλύνε το παλιώνει και το αχρηστεύει. Και αυτό γίνεται «παρά συνείδηση». Το ίδιο συμβαίνει και με το στρώμα. Πολλές φορές μπορεί κανείς να βολευτεί μ’ ένα παπλωματάκι και ζητάει παχύ στρώμα. Άλλοτε πάλιν έχει τρίχινο και θέλει να το αλλάξει και να πάρει άλλο καινούργιο και όμορφο από ματαιοδοξία ή από ακηδία.

Μπορεί να αρκεστεί μ’ ένα παλιόρουχο και ζητάει μάλλινο και δημιουργεί ζητήματα, αν δεν του δώσουν. Αν δε και αρχίσει και προσέχει τον αδελφό του και να λέει «Γιατί αυτός έχει αυτό και εγώ δεν έχω;» Ε, αυτός είναι μακάριος! Τότε πρόκοψε! (Εδώ ειρωνεύεται τον τοιούτον μοναχό).Άλλοτε πάλιν απλώνει κανείς το ρούχο του ή το σκέπασμά του στον ήλιο και αμελεί να το μαζέψει και το αφήνει και καίγεται. Και αυτό είναι «παρά συνείδηση». Παρόμοια και με τα φαγητά. Μπορεί κανείς να βολευτεί με μικρό λάχανο ή λίγα όσπρια ή λίγες Ελιές, και δεν το σηκώνει, αλλά ζητάει άλλο φαγητό πιο γευστικό και πιο πολυτελές. 'Όλα αυτά είναι «παρά συνείδηση». Οι Πατέρες όμως λένε ότι δεν πρέπει ο μοναχός ν' αφήσει ποτέ τη συνείδησή του να τον κατατυραννεί για οποιοδήποτε θέμα. Πρέπει λοιπόν, αδελφοί μου, ν' αγρυπνούμε πάντοτε και να φυλαγόμαστε απ' όλα αυτά, για να μην πέσουμε σε κίνδυνο. Και ο ίδιος ο Κύριος μας το προείπε, όπως το ξανάπαμε. Ο Θεός να δώσει να τ' ακούμε και να τα τηρούμε, για να μην μας κατακρίνουν οι λόγοι των Πατέρων μας. Αμήν.



Αββά Δωροθέου

Ο φθόνος είναι αρρώστια της φιλίας...


Όπως ακριβώς η σκουριά φθείρει τον σίδηρο
Έτσι και ο φθόνος καταστρέφει την ψυχή που τον έχει.
Και το σκληρό της ασθενείας
Είναι ότι δε μπορεί να την ομολογήσει
Αλλά όμως σκύβει και είναι κατηφής και τα έχει χαμένα.
Ντρέπεται να ομολογήσει τη συμφορά...
Ότι είμαι φθονερός και πικρός και με συντρίβουν τα καλά του φίλου
Κλαίω για τη χαρά του αδελφού
Και δεν υποφέρω να βλέπω τα ξένα καλά
Αλλά κάνω συμφορά την ευτυχία των πλησίον μου.
Όπως ακριβώς η καπνιά είναι χαρακτηριστική ασθένεια του σιταριού

Έτσι ο φθόνος είναι αρρώστια της φιλίας.
Εκείνο βέβαια, που θα μπορούσε κανείς να επαινέσει από το φθόνο
Είναι ότι όσο μεγαλύτερος, τόσο ενοχλητικότερος γίνεται στον κάτοχό του.
Διότι ποιος απ' αυτούς που λυπείται ζημίωσε ποτέ τα αγαθά του πλησίον;
Κατέστρεψε όμως τον εαυτό του με το να λιώνει από τις λύπες.
Ο φθόνος είναι ένα δυσκολομεταχείριστο είδος έχθρας.
Διότι οι ευεργεσίες τους μεν εμπαθείς τους κάνουν πιο ήρεμους
Τον φθονερό δε και τον κακοήθη τον εξερεθίζει η καλή ευεργεσία και όσο περισσότερο επιτυγχάνει
Τόσο περισσότερο αγανακτεί και στεναχωρείται και δυσανασχετεί.
Περισσότερο δηλαδή λυπείτε για τη δύναμη του ευεργέτη
Παρά ευγνωμονεί γι αυτά που γίνονται σ' αυτόν.
Οι σκύλοι εξημερώνονται με την τροφή και τα λιοντάρια γίνονται ήμερα με την περιποίηση
Οι δε φθονεροί αξαγριώνονται ακόμη περισσότερο με τις περιποιήσεις.
Ας αποφύγουμε το αφόρητο κακό.
Είναι εφεύρεση δαιμόνων, πρόσθετη σπορά εχθρού, εμπόδιο στην ευσέβεια, στέρηση της Βασιλείας.
Πως θα μπορούσαμε να απαλλαγούμε;
Εάν θεωρήσουμε ότι τίποτε από τα ανθρώπινα πράγματα δεν είναι μέγα ούτε θαυμαστό
Αλλά έχουμε κληθεί να γίνουμε μέτοχοι των αιωνίων αγαθών.
Εάν, λοιπόν και ο θάνατος για μας από το φθόνο, σαν από πηγή, απέρρευσε
Η έκπτωση από τα αγαθά
Η αποξένωση από τον Θεό
Η σύγχυση των θεσμών και η ανατροπή όλων των καλών της ζωής
Ας εμπιστευτούμε τον Απόστολο και
"Μη γενώμεθα κενόδοξοι αλλήλους προκαλούμενοι αλλήλους φθονούντες".



Μέγας Βασίλειος

«Δανείζει Θεώ ο ελεών πτωχόν»


Μια μέρα, την ώρα που περνούσα μαζί με τον όσιο από την πλατεία της πόλης, βλέπω στα δεξιά μου έναν άνθρωπο, που κάτι σιγομουρμούριζε. Τον ακολουθούσαν ένα σμάρι φτωχοί και ζητιάνοι, ζητώντας του ελεημοσύνη. Κι εκείνος, ενώ έκανε πως τους απόδιωχνε τάχα, τους έβαζε κρυφά στα χέρια τα ελέη της αγάπης του. Μ’ αυτόν τον τρόπο έκρυβε από τους ανθρώπους τις αγαθοεργίες Του.Εγώ όμως το πήρα είδηση. Σκούντησα λοιπόν τον όσιο και του φανέρωσα χαμηλόφωνα την αρετή του διαβάτη. Αυτός δεν φάνηκε να εντυπωσιάστηκε.
- Τον ξέρω, παιδί μου, είπε. Πολλές φορές έχουμε ανταμώσει. Εσύ μάθε μόνο τούτο, ότι για τον Θεό είναι μέγας.


Λίγες μέρες αργότερα του ζήτησα να μου πει κάτι γι’ αυτή την αρετή, και μου διηγήθηκε ένα παράδοξο θαύμα.
- Ήμουνα παιδί μικρό, είπε, ίσαμε δέκα χρονών, και είχα πάει στην εκκλησία του αγίου αποστόλου Θωμά για να προσευχηθώ. Εκεί βρήκα ένα γέροντα να διδάσκει το λαό. Ανάμεσα στ’ άλλα μίλησε και για την ελεημοσύνη. Είπε μάλιστα, ότι αυτός που δίνει κάτι στους φτωχούς, είναι σαν να το καταθέτει στα χέρια του ίδιου του Κυρίου. Με κάποια δυσφορία άκουσα τα λόγια εκείνου του κήρυκα. Μου φάνηκαν υπερβολικά.

«Μα αφού ο Χριστός, όπως μου λένε, είναι στους ουρανούς, στα δεξιά του Πατέρα Του», συλλογιζόμουν με το παιδικό μου μυαλό, «πώς θα βρεθεί στη γη, για να πάρει αυτά που δίνουμε στους φτωχούς;». Με τέτοιες σκέψεις προχωρούσα στο δρόμο, όταν, ξάφνου, βλέπω να περνάει ένας φτωχός κουρελής, που -ω του θαύματος!- πάνω απ’ το κεφάλι του είχε την εικόνα της μορφής του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Η εικόνα, αόρατη βέβαια στους άλλους, στεκόταν όρθια και ακολουθούσε το ζητιάνο παντού. Καθώς λοιπόν αυτός περπατούσε, συναντήθηκε μ’ έναν καλό άνθρωπο, που του έδωσε ψωμί. Τη στιγμή όμως που ο φιλάνθρωπος εκείνος διαβάτης άπλωσε το χέρι του, άπλωσε κι ο Χριστός το δικό του μέσ’ από τη μετέωρη εικόνα, πήρε το ψωμί και, αφού ευχαρίστησε, το έδωσε στο φτωχό. Μα ούτε εκείνος ούτε κι ο διαβάτης κατάλαβαν τι έγινε. Ο θαυμασμός μου γι’ αυτό που είδα δεν περιγράφεται. Ε, από τότε πια πίστεψα ακράδαντα, πως όποιος δίνει στους αδελφούς ό,τι έχουν ανάγκη, το βάζει πραγματικά στα χέρια του Χριστού, που τη μορφή Του βλέπω να στέκεται πάνω απ’ όλους τους φτωχούς. Όσο μπορώ λοιπόν ασκώ την αρετή της ελεημοσύνης. Και ο Χριστός μου μ’ ευχαριστεί για κάθε φτωχό που βοηθάω.



Πηγή: Από το βιβλίο «Ένας ασκητής Επίσκοπος Όσιος Νήφων Επίσκοπος Κωνσταντιανής»
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...