Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

O ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΣ

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΒΑΣΕΙΣ

O Απόστολος Ανδρέας ήταν αδελφός του Σίμωνος Πέτρου, γιοι του Ιωνά. Πιθανότατα ήταν μεγαλύτερος στην ηλικία από τον Πέτρο. Συγκατοικούσε με αυτόν στην Καπερναούμ και συνεργαζόταν ως αλιέας στην λίμνη της Γενησαρέτ (Ματθ.4,18. Μαρκ.1,29). Πρωτύτερα είχε χρηματίσει μαθητής του Ιωάννου του Βαπτιστού. Εκεί κοντά στον Τίμιο Πρόδρομο απέκτησε σπάνια ευσέβεια και το σπουδαιότερο έμαθε για τον ερχόμενο Μεσσία. Φαίνεται ότι ήταν παρών όταν ο Ιωάννης έδειξε με το δάκτυλό του τον Κύριο και είπε: «ίδε ο αμνός του Θεού, ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου» (Ιωάν.1,30). Αυτή η φανέρωση του Μεσσία έκαμε προφανώς τον ευσεβή ψαρά να ακολουθήσει πρώτος τον Κύριο, χωρίς κανέναν δισταγμό και γι’ αυτό ονομάστηκε «Πρωτόκλητος»(Ιωάν.1,35-41).
    
Το όνομα του Ανδρέα αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη πάντοτε μαζί με του Φιλίππου, ο οποίος καταγόταν, όπως και εκείνος, από την Βηθσαϊδά. Μαζί με αυτόν είχε εκφράσει τη δυσπιστία του για τον χορτασμό των πεντακισχιλίων ανθρώπων με τους πέντε κρίθινους άρτους και τους δύο ιχθείς (Ιωάν.6,6-9). Αναφέρεται επίσης και στην περίπτωση της παρακλήσεως των Ελλήνων να ιδούν τον Κύριο (Ιωάν.12,20-22). Για τελευταία φορά αναφέρεται το όνομα του Ανδρέα στην Καινή Διαθήκη, όταν ανέβηκε μαζί με τους άλλους Αποστόλους στο υπερώο της Ιερουσαλήμ «προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τη προσευχή και τη δεήσει συν γυναιξί και Μαρία τη μητρί του Ιησού και συν τοις αδελφοίς αυτού» (Πραξ.1,13-14), όπου και έλαβε μαζί με τους άλλους τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος (Πράξ.2,4).
    
Μετά την Πεντηκοστή έλαχε σ’ αυτόν να αποσταλεί για ευαγγελισμό στην Έφεσο, όπου μαζί με τον Απόστολο Ιωάννη κήρυξαν μαζί και εδραίωσαν την Εκκλησία της μεγάλης αυτής πόλεως.
Στη συνέχεια, σύμφωνα με τον ιστορικό Ευσέβιο μετέβηκε και κήρυξε στη Σκυθία. Κατά τον άγιο Γρηγόριο το Ναζιανζηνό πέρασε στο Βυζάντιο, όπου ίδρυσε και εκεί Εκκλησία, γι’ αυτό θεωρείται ως ο ιδρυτής της αποστολικής Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως. Από εκεί ήρθε στην Ελλάδα και κήρυξε κατ’’ αρχάς στην Ήπειρο.

Σύμφωνα με τον άγιο Ιερώνυμο έφθασε στην Αχαϊα, όπου ίδρυσε Εκκλησία.
Εκεί στην Πάτρα συνελήφθη από τους διώκτες ειδωλολάτρες και υπέστη μαρτυρικό θάνατο, σταυρώθηκε κατακεφαλής επί σταυρού που είχε το σχήμα του γράμματος Χ, γι’’ αυτό και ο τύπος αυτός του σταυρού καλείται «Σταυρός του Αγίου Ανδρέου». Το λείψανό του φυλασσόταν από τους Χριστιανούς με ευλάβεια ως τα χρόνια των σταυροφοριών, οπότε το άρπαξαν οι Λατίνοι και το μετακόμισαν στην Ιταλία. Τα τελευταία χρόνια δωρίθηκε η τίμια κάρα του στην Αποστολική Εκκλησία των Πατρών και φυλάσσεται στον μεγαλοπρεπή ναό του στην πρωτεύουσα της Πελοποννήσου.

ΟΤΑΝ ΔΙΝΕΙΣ, ΠΛΟΥΤΙΖΕΙΣ... ΔΕΝ ΦΤΩΧΑΙΝΕΙΣ!

ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

1 Ο φούρναρης γκρίνιαζε συνέχεια στην γυναίκα του που πήγαινε στις εκκλησίες και έδινε στους φτωχούς και στους εράνους. Μια μέρα, εκεί που έβγαλε το ζεστό ψωμί και μοσχοβόλησε η γειτονιά, ήρθε και στάθηκε στην πόρτα του ένας φτωχος.- Αφεντικό, όλα αυτά τα ψωμιά είναι δικά σου;
.
.. - Αμ΄ τίνος να'ναι;
- Και δεν τα τρως;
- Βρε φύγε από δω!
- Δώσε μου και μένα ένα ψωμάκι που πεινάω.- Φύγε σου είπα, παράτα με.

- Αφεντικό!
- Φεύγεις ή δεν φεύγεις;
- Αφεντικό! Παρακαλούσε ο φτωχός...Δεν πρόλαβε να τελειώσει, και ο φούρναρης πετάει ένα ψωμί στο κεφάλι του. Έσκυψε ο φτωχός και το ψωμί τον πήρε ξυστά και έπεσε παραπέρα. Τρέχει, το αρπάζει, κάθεται σε μια γωνιά και το τρώει...
Ο φούρναρης όλη μέρα ήταν νευριασμένος για τον γρουσούζη επισκέπτη και το ψωμί που έχασε. Ας τολμήσει να ξανάλθει, έλεγε!

Τη νύχτα, κάπου δύο μετά τα μεσάνυχτα, πετάγεται ο φούρναρης από τον ύπνο του τρομαγμένος και καταϊδρωμένος.

- Γυναίκα, σήκω, ξύπνα. Φέρε μου μία φανέλα να αλλάξω και να σου πω… Γυναίκα, πέθανα λέει, και μαζεύτηκαν γύρω μου Άγγελοι και διάβολοι. Ποιoς να πάρει την ψυχή μου. Σε μια μεγάλη ζυγαριά όλο και πρόσθεταν οι τρισκατάρατοι τα κρίματά μου. Και ο ζυγός βάρυνε και βάρυνε και οι Άγγελοι δεν είχαν τίποτα να βάλουν και λυπόντουσαν. Σε μια στιγμή, ένας Άγγελος φωνάζει: Το ψωμί! Αυτό που χόρτασε τον πεινασμένο. Βάλτε το στον άλλο ζυγό. Οι διάβολοι επαναστάτησαν: Το ψωμί δεν το έδωσε. Το έριξε να σπάσει το κεφάλι του φτωχού. Και απάντησαν οι Άγγελοι: Όμως χόρτασε τον πεινασμένο και εκείνος έδωσε την ευχή του. Και που λες γυναίκα μου, εκείνο το ψωμί έκανε και έγειρε η ζυγαριά αντίθετα και σώθηκα. Το λοιπόν, δίνε, δίνε και μη σταματάς. Και εγώ θα δίνω. Αχ, και να ξανάρθει εκείνος ο φτωχός!

Οι κατά φαντασίαν ασθενείς...τι είναι ο λογισμός, όταν τον καλλιεργείς

Μεγαλύτερη αρρώστια είναι το να πιστέψη ο άνθρωπος στον λογισμό του ότι έχει κάποια αρρώστια. Ο λογισμός αυτός του δημιουργεί άγχος, τον κάνει να στεναχωριέται , να μην έχη όρεξη για φαγητό, να μην μπορή να κοιμηθή, να παίρνη φάρμακα, και τελικά αρρωσταίνει , ενώ ήταν καλά. Να είναι άρρωστος κανείς και  να κάνη θεραπεία, αυτό το καταλαβαίνω. Αλλά να είναι υγιής και να νομίζη ότι είναι άρρωστος και να αρρωσταίνη στα καλά καθούμενα, αυτό είναι ...; Ένας λ.χ., ενώ  έχει και σωματική και πνευματική δύναμη , δεν μπορεί να κάνη τίποτε , γιατί έχει πιστέψει στον λογισμό του που του λέει ότι δεν είναι καλά, με αποτέλεσμα να σβήνη  σωματικά και πνευματικά. Δεν είναι ότι λέει ψέματα. Αν ο άνθρωπος πιστέψη ότι κάτι έχει , πανικοβάλλεται , τσακίζεται , και δεν έχει μετά κουράγιο να κάνη τίποτε.

Έτσι αχρηστεύεται χωρίς λόγο.

Έρχονται μερικοί στο Καλύβι που είναι τελείως τσακισμένοι. " Μου λέει ο λογισμός ότι έχω έιτζ " , λένε και το πιστεύουν. Τους ρωτάω: " Μήπως συνέβη εκείνο, εκείνο; ". " Όχι ", μου λένε. « Τότε άδικα στεναχωριέσαι. Πήγαινε να κάνης μία εξέταση , για να σου φύγη ο λογισμός » . «Και αν γίνη η εξέταση και βρουν ότι έχω κάτι;» , λένε μερικοί και δε με ακούν και βασανίζονται . Ενώ αυτοί που ακούν, κάνουν εξέταση, βλέπουν ότι δεν έχουν τίποτε και, να δήτε, το πρόσωπό τους αλλάζει, το κουράγιο επανέρχεται. Οι άλλοι από την στενοχώρια ξαπλώνουν στο κρεβάτι και ούτε να φάνε δεν θέλουν. Εντάξει, έχεις έιτζ. Για τον Θεό δεν υπάρχει δύσκολο πρόβλημα . Αν ζήσης πιο πνευματικά , εξομολογήσαι , κοινωνάς, κ.λ.π., θα βοηθηθής.

- Πώς ξεκινάει , Γέροντα, και νομίζει κάποιος ότι είναι άρρωστος;

- Σιγά- σιγά καλλιεργεί αυτόν τον λογισμό. Πολλές φορές μπορεί να υπάρχη κάποια αιτία, αλλά να μην είναι κάτι σοβαρό. Βγάζει μετά και ο λογισμός κάτι ακόμη και το μεγαλοποιεί. Όταν ήμουν στην Μονή Στομίου, ήταν ένας οικογενειάρχης στην Κόνιτσα που νόμιζε ότι είχε φυματίωση. Δεν άφηνε ούτε την γυναίκα του να πάη κοντά του . « Μην πλησιάζης, της έλεγε, θα κολλήσης » . Σε ένα ξύλο κρεμούσε η καημένη το καλάθι με το φαγητό και του το έδινε από μακριά.

Η φουκαριάρα είχε λιώσει. Τα παιδιά του τα κακόμοιρα από μακριά τον έβλεπαν. Αυτός εν τω μεταξύ δεν είχε τίποτε, αλλά, επειδή ο ήλιος δεν τον έβλεπε ήταν κίτρινος και πίστευε ότι έχει χτικιό. Σηκώνομαι και πάω στο σπίτι του. Μόλις με είδε , μου λέει: « Μη με πλησιάζεις, καλόγερε, μην κολλήσης κι εσύ, και έρχεται κόσμος εκεί στο μοναστήρι. Έχω χτικιό. » « Ποιος σου είπε, μωρέ, ότι έχεις χτικιό, του λέω. Η γυναίκα του έφερε να με κεράση γλυκό καρύδι. « Άνοιξε το στόμα σου, του λέω. Θα κάνης υπακοή τώρα».

Το άνοιξε. Δεν ήξερε τι θα κάνω . Βάζω το καρύδι μέσα στο στόμα του και το γυρνάω δυο- τρεις φορές και ύστερα το παίρνω και το τρώω. « Μη, μη θα κολλήσης! » , φώναζε. « Τι θα κολλήσω! Τίποτε δεν έχεις , του λέω.

Αν είχες χτικιό , χαμένο το είχα να το κάνω; Σήκω να βγούμε έξω ». Λέω στην γυναίκα του: « Πέταξέ τα όλα, φάρμακα, κουβέρτες ...; » . Τον σηκώνω και βγαίνουμε έξω. Έπειτα από τρία χρόνια που ήταν κλεισμένος μέσα κοιτούσε τον κόσμο παράξενα. Ύστερα , σιγά-σιγά, πήγε και στην δουλειά του. Τι είναι ο λογισμός, όταν τον καλλιεργής!
Γ. Παϊσιος

O Αγιορείτης Ιερομόναχος Αρσένιος Μπόκα (1910 – 29 Νοεμβρίου 1989)

Γεννήθηκε στο χωριό Βάτσα Ντε Σους της Ρουμανίας το 1910, ο Ιωάννης, ο υιός του Ιωσήφ Μπόκα και της Χριστίνας. Το «παρατσούκλι» του στο σχολείο από τους συμμαθητές του ήταν «άγιος», για την ωραία και καθαρή ζωή του. Το σχολείο τελείωσε το 1929 αριστεύοντας. Κατόπιν σπούδασε στη Θεολογική Ακαδημία Σιμπίου. Επίσης έμαθε εκκλησιαστική μουσική, αγιογραφία και ιατρική. Το 1939 εκάρη μοναχός στο μοναστήρι Σίμπαντα Ντε Σιούς και στη συνέχεια χειροτονήθηκε ιερεύς από τον μητροπολίτη Νικόλαο.

Το 1940 ήλθε στο Άγιον Όρος για να εμβαθύνει στον μοναχισμό. Μη γνωρίζοντας κανένα, περιδιάβαινε τα δάση και προσευχόταν να του φανερώσει ο Κύριος πνευματικό οδηγό. Μη βρίσκοντας απάντηση στις προσευχές του, παρακαλούσε θερμά και μετά δακρύων την Παναγία, η οποία του παρουσιάσθηκε και τον ανέβασε στον Άθωνα. Εκεί του φανερώθηκε ένας έμπειρος, άγνωστος, γηραιός ασκητής, ο οποίος του δίδαξε τα της μοναχικής πολιτείας. Η Παναγία τον ενίσχυσε κι έμεινε εκεί επί σαράντα ήμερες νηστικός.

Επέστρεψε στην πατρίδα του από τον ιερό Άθωνα με πλούσιες εμπειρίες, Με τον π. Δημήτριο Στανιλοάε συζητούσε τα του αθωνικού ησυχασμού. Μαζί εργάσθηκαν για τη μετάφραση και τον σχολιασμό της Φίλοκαλιας. Τον καιρό εκείνο όποιος τον πλησίαζε του μιλούσε μόνο για τη Φιλοκαλία. Μένοντας στο μοναστήρι Σίμπαντα Ντε Σιούς απόκτησε το χάρισμα της προοράσεως, Οι καρδιές των άνθρώπων του ήταν ανοιχτό βιβλίο. Ως εξομολόγος βοηθούσε τους εξομολογούμενους ν’ ανοίξουν διάπλατα την καρδιά τους και να πουν όλα τους τ’ ανομήματα, δίχως να κρύβουν τίποτε. Πολύ τον λυπούσε η αμετανοησία των ανθρώπων.

Στην περίοδο του αθεϊστικού καθεστώτος φυλακίσθηκε και ταλαιπωρήθηκε. Δεν έπαυσε όμως ποτέ να προσεύχεται και να βοηθά τους ανθρώπους με διάφορους τρόπους, Προείδε το τέλος του τρία έτη προ της εκδημίας του. Ανεπαύθη στις 29.11.1989, αφού προείπε την πτώση του κομμουνισμού. Τα τελευταία του λόγια ήταν: «Τώρα γνωρίζω που πηγαίνω…», Πλήθος κληρικών, μοναχών και λαϊκών τον συνόδευσαν στην τελευταία κατοικία του. Ετάφη στο προαύλιο της γυναικείας μονής Πρίσλοπ, πού ήταν Πνευματικός. Ο τάφος του κατέστη προσκύνημα. Οι πιστοί μετά το προσκύνημά τους, την προσευχή τους, και κατά την πίστη τους, βλέπουν θαύματα. Τον όσιο επικαλούνται ιδιαίτερα οι νέοι. Στον τάφο του συμβαίνει ένα παράδοξο. Ενώ εκεί έχει συνήθως παγωνιά, τα λουλούδια του τάφου του είναι πάντοτε ανθισμένα και ποτέ δεν μαραίνονται, δεν καίγονται, δεν παγώνουν. Ο μακαριστός φίλος του μακάριου π. Αρσενίου, π. Δημήτριος Στανιλοάε, έλεγε: «Ο π. Αρσένιος είναι ένα μοναδικό φαινόμενο στην ιστορία του ορθοδόξου ρουμανικού μοναχισμού».

Ο π. Αρσένιος γράφοντας προς μοναχούς, ανέφερε τα εξής αξιοσημείωτα: «Οι λαϊκοί βλέπουν τους μοναχούς μέσα από τα πάθη τους, από τα οποία πολεμούνται, και δεν θέλουν να πιστεύσουν ότι είναι δυνατόν οι μοναχοί να κάμουν μία ενάρετη ζωή. Η αρετή είναι ακατανόητη, ενίοτε ονομάζεται άπ’ αυτούς και υποκρισία. Έτσι, αδελφέ μοναχέ, σκέπασε τους ανθρώπους εν αγάπη με την πολλή σου προσευχή και θα ιδής να ανάπτη στις καρδιές αυτών των εκκοσμικευμένων χριστιανών, με τους οποίους συνομιλούσες, μία θεία φλόγα, την οποία δεν ημπορώ να περιγράψω, αλλά μόνο με πάθος την υποστηρίζω».

Ο υποτακτικός του ιεροδιάκονος Δομέτιος, έξι μήνες μετά την κοίμηση του οσίου Γέροντός του, έγραφε γι’ αυτόν: «Ο π. Αρσένιος ήτο άνθρωπος του Θεού. Ήτο και θα παραμείνη ένα φως στον ουρανό της Ορθοδόξου Ρουμανικής Εκκλησίας. Εγοήτευε τα πλήθη των πιστών, όλων των ηλικιών και των κοινωνικών τάξεων. Ιδιαίτερα τον αγάπησε η σπουδάζουσα νεολαία, η οποία επιθυμούσε να γευθή τα πνευματικά του βιώματα και ενεργήματα της θείας Χάριτος για την διατήρησι της ανθρωπίνης αξιοπρέπειας και την βίωση της Αληθείας. Πολλές διδαχές και έργα θαυμαστά έκανε ο πατήρ με την θεία Χάρι, τα οποία αποκαλύπτονται και θα αποκαλυφθούν στον καιρό τους. Εμείς ημπορούμε να βεβαιώσουμε ότι ο πατήρ ήτο προορατικός και θαυματουργός άγιος των ημερών μας, ότι βασανίσθηκε πολύ στις φυλακές και, όταν εξήλθε, εργάσθηκε σαν ποιμήν αληθινός υπέρ σωτηρίας του λαού του Θεού…».

Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2012

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΦΙΛΟΥΜΕΝΟΣ του φρέατος του Ιακώβ

Ο Άγιος Φιλούμενος κατά κόσμος Σοφοκλής γεννήθηκε στην Λευκωσία, στις 15 Οκτωβρίου 1913. Γονείς του ήταν οι Ευσεβείς Γεώργιος και Μαγδαληνή. Ήταν δίδυμος αδελφός με τον π. Ελπίδιο κατά κόσμον Αλέξανδρος και από μικροί ξεχώρισαν για την αγάπη που είχαν προς τον Θεό και γι’ αυτό από πολύ νωρίς άναψε μέσα τους η επιθυμία για τη μοναχική ζωή. Το 1927, σε ηλικία μόλις 14 ετών αναχώρησαν και οι δυο για την Ιερά Μονή Σταυροβουνίου, αφού πήραν την ευχή του πνευματικού τους, αλλά και των ευλαβών γονέων τους. Εκεί έμειναν 6 περίπου χρόνια, όταν ο Έξαρχος του Παναγίου Τάφου τους πήρε για να φοιτήσουν στο Γυμνάσιο του Πατριαρχείου στα Ιεροσόλυμα, όπου βρέθηκαν το 1934, μαθητές στην Σχολή της Αγίας Σιών.Το 1937 εκάρησαν μοναχοί παίρνοντας ο Σοφοκλής το όνομα Φιλούμενος και ο Αλέξανδρος το όνομα Ελπίδιος. Στις 5 Σεπτεμβρίου του ιδίου χρόνου χειροτονήθηκαν διάκονοι και το 1939 αποφοίτησαν από το Γυμνάσιο του Πατριαρχείου. Ο π. Ελπίδιος έφυγε από την Αγία Γη, υπηρετώντας σε άλλους τόπους. Ο Άγιος Φιλούμενος παρέμεινε στα Ιεροσόλυμα για 45 συνεχή χρόνια, μέχρι το μαρτύριό του. Το 1943 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και αφού πέρασε από διάφορες διακονίες μέσα στο Πατριαρχείο και διορίσθηκε σε διάφορες θέσεις υπηρετώντας πάντοτε με ευθύνη και φόβο Θεού και με πολύ αγάπη προς τους αγιοταφίτες πατέρες, στις 8 Μαΐου του 1979 μετατέθηκε στο Φρέαρ του Ιακώβ όπου υπηρέτησε μέχρι το μαρτυρικό του θάνατο, στις 29 Νοεμβρίου του ιδίου έτους. Εκεί όμως, αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα από φανατικούς Εβραίους που συνέχεια τον απειλούσαν ότι αν δεν εγκαταλείψει το Φρέαρ και πάρει τις εικόνες και τον Εσταυρωμένο να φύγει, θα τον σκοτώσουν. Εκείνος όμως απαντούσε ότι δεν θα εγκαταλείψει ποτέ το προσκύνημα, αλλά ότι ήταν έτοιμος ακόμα και να μαρτυρήσει, ως πιστός φύλακας αυτού.Το απόγευμα της 29ης Νοεμβρίου του 1979, ημέρα της μνήμης του Αγ. Μάρτυρος Φιλούμενου, φανατικοί Εβραίοι μπήκαν στο χώρο του Φρέατος του Ιακώβ κι ενώ ο Άγιος τελούσε τον Εσπερινό, του επιτέθηκαν με τσεκούρι, τον κακοποίησαν και τέλος τον σκότωσαν. Το μαρτύριό του ήταν φρικτό, γιατί οι δήμιοί του τον χτύπησαν αλύπητα στο πρόσωπο και του έκοψαν τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού. Στη συνέχεια βεβήλωσαν την Εκκλησία και το Σταυρό κι έριξαν μια χειροβομβίδα καταστρέφοντας τον χώρο. Είναι συγκλονιστική η μαρτυρία του π. Σωφρονίου που παρέλαβε το τίμιο λείψανο του μάρτυρα για να το ντύσει και να το ετοιμάσει για την ταφή, ότι παρέμεινε 5 μέρες μετά το μαρτύριό του ζεστό και εύκαμπτο και «βοήθησε» το Γέροντα Σωφρόνιο για να τον ντύσει. Συγκλονιστική είναι επίσης η μαρτυρία του κατά σάρκα αδελφού του π. Ελπιδίου, που αν και μίλια μακρυά, άκουσε τη φωνή του π. Φιλουμένου να του λέγει: «Αδελφέ μου με σκοτώνουν προς δόξαν Θεού. Σε   παρακαλώ μην αγανακτήσεις».

ΙΕΡΑ ΚΑΤΗΧΗΣΙΣ

Ιερομονάχου Γρηγορίου Αγιορείτου

α. Τί εἶναι Κατήχησις
Κατήχηση ἀρχικὰ ὀνομαζόταν ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἀπευθυνόταν στοὺς κατηχουμένους, δηλαδὴ στοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους ποὺ εἶχαν δηλώσει τὴν ἐπιθυμία τους νὰ βαπτισθοῦν καὶ νὰ γίνουν μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ἐξηγοῦσε τὰ δόγματα καὶ τὸ μυστήριο τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος, καὶ ἀνέλυε τὶς βάσεις τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Ἡ ὁλοκληρωμένη διδασκαλία γιὰ τὰ ἱερὰ Μυστήρια ἀπευθυνόταν μόνο στοὺς βαπτισμένους, ὄχι μόνο γιὰ νὰ μὴν κοινοποιοῦνται τὰ ἅγια καὶ τυχὸν περιφρονηθοῦν, ἀλλὰ κυρίως διότι γιὰ τὴν βαθύτερη κατανόησή τους ἀπαιτεῖται ὁ φωτισμὸς τῆς θείας Χάριτος ποὺ χορηγεῖται μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα.

Σήμερα, μὲ τὸν ὅρο κατήχηση ἐννοοῦμε πλέον ὁλόκληρη τὴν συστηματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὴν ὁποία αὐτὴ παιδαγωγεῖ κατηχουμένους ἢ πιστούς, καὶ ἀναλύει τὰ δόγματα, τὰ ἱερὰ Μυστήρια καὶ τὶς ἀρχὲς τῆς χριστιανικῆς ζωῆς.

β. Τὸ περιεχόμενο καὶ ἡ ἐξέλιξη τῶν Κατηχήσεων

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἤδη ἀναφέρει τὰ βασικὰ θέματα μιᾶς κατηχήσεως: Εἶναι ἡ διδασκαλία περὶ μετανοίας, περὶ πίστεως στὸν Θεό, περὶ Βαπτίσματος, περὶ τοῦ Χρίσματος (τὸ ὁποῖο τότε ἐτελεῖτο μὲ χειροθεσία), περὶ ἀναστάσεως νεκρῶν καὶ περὶ τῆς μελλούσης κρίσεως.

Στὰ χρόνια τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ἡ κατήχηση ἦταν συνήθως μία ὁμιλία (ὅπως τὸ κήρυγμα τοῦ ἀποστόλου Πέτρου τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς). Τὴν σύντομη κατήχηση συμπλήρωναν τὰ πολλὰ θαύματα τῶν ἁγίων Ἀποστόλων ποὺ συνόδευαν τὸ κήρυγμα τῆς μετανοίας. Ἡ συστηματικὴ κατήχηση γινόταν τότε μετὰ τὸ ἅγιο Βάπτισμα.

Στοὺς μεταποστολικοὺς χρόνους χρησιμοποιοῦνταν ὡς βάση τῆς κατηχήσεως μιὰ ἐκλογὴ ἀποσπασμάτων ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, τὰ ὁποῖα ἀναφέρονται στὸ σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Τὰ ἀναγνώσματα αὐτὰ διαβάζονται μέχρι σήμερα στὸν Ἑσπερινὸ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Τὸν δεύτερο αἰῶνα, ἡ κατήχηση ἄρχισε νὰ συστηματοποιεῖται. Τότε δημιουργήθηκε ἡ τάξη τῶν κατηχουμένων, ἐνῶ ταυτόχρονα παρατάθηκε ὁ χρόνος τῆς κατηχήσεως, καὶ ὁρίσθηκε νὰ εἶναι τρία ἔτη. Ἡ παράταση αὐτὴ θεωρήθηκε ἀναγκαία γιὰ τὴν στήριξη τῶν κατηχουμένων στὴν ἐποχὴ ἐκείνη τῶν διωγμῶν.
Ἀργότερα, μὲ τὴν παύση τῶν διωγμῶν, οἱ ἐνδιαφερόμενοι γιὰ τὴν χριστιανικὴ πίστη ἔγιναν περισσότεροι. Ἡ Ἐκκλησία, γιὰ νὰ προστατεύση τὸ ποίμνιό της ἀπὸ ἀνθρώπους μὲ ἰδιοτελῆ κίνητρα, ἔκανε περισσότερο ἔλεγχο καὶ προετοίμαζε προσεκτικότερα τοὺς ὑποψηφίους.

Ἀπὸ τὸν τέταρτο αἰῶνα λοιπὸν διακρίνεται ἡ τάξη τῶν φωτιζομένων. Πρόκειται γιὰ τοὺς κατηχουμένους ἐκείνους πού, ὕστερα ἀπὸ τριετῆ κατήχηση, κρίνονταν ἕτοιμοι νὰ λάβουν τὸ ἅγιο Βάπτισμα. Κατὰ κανόνα ἡ βάπτισή τους γινόταν τὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα. Δημιουργήθηκαν λοιπὸν νέες κατηχήσεις, ποὺ ἀπευθύνονταν στοὺς φωτιζομένους κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Παράλ- ληλα συντάχθηκαν καὶ κατηχήσεις γιὰ τοὺς νεοφωτίστους, οἱ ὁποῖες ὀνομάσθηκαν μυσταγωγικές, διότι μυοῦν καὶ εἰσάγουν τοὺς βαπτισμένους στὴν κατανόηση τῶν ἱερῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων συνέταξε πρῶτος συστηματικὴ σειρὰ κατηχήσεων. Σώζονται δεκαοκτὼ κατηχήσεις του πρὸς φωτιζομένους, καὶ πέντε μυσταγωγικές. Οἱ τελευταῖες ἐκφωνήθηκαν ἀμέσως μετὰ τὸ ἅγιο Βάπτισμα, κατὰ τὴν Διακαινήσιμο ἑβδομάδα, καὶ ἑρμηνεύουν τὰ μυστήρια τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος, τοῦ Χρίσματος καὶ τῆς θείας Λειτουργίας.

Μὲ τὴν ἐπικράτηση τοῦ νηπιοβαπτισμοῦ, τὴν κατήχηση τοῦ νεοφωτίστου νηπίου ἀναλαμβάνουν πλέον ὁ ἀνάδοχος καὶ οἱ γονεῖς τοῦ παιδιοῦ, μὲ τὴν συμπαράσταση βέβαια τοῦ Ἐπισκόπου καὶ τοῦ Ἱερέως τῆς ἐνορίας.

γ. Σκοπὸς τῆς Κατηχήσεως

Ὁ ἀπόστολος Πέτρος μᾶς προτρέπει νὰ εἴμαστε πάντοτε ἕτοιμοι πρὸς ἀπολογίαν παντὶ τῷ αἰτοῦντι ἡμᾶς λόγον περὶ τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος, δηλαδή, νὰ ξέρουμε τί νὰ ἀπολογηθοῦμε σὲ ὅποιον μᾶς ρωτᾶ γιὰ τὴν πίστη μας. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος συμπληρώνει: «Ὅταν οἱ χριστιανοὶ δὲν ξέρουν νὰ ἀποκριθοῦν στοὺς ἀπίστους καὶ αἱρετικοὺς ποὺ τοὺς ρωτοῦν περὶ πίστεως, θὰ λένε ἐκεῖνοι πὼς ἡ χριστια- νικὴ πίστη εἶναι ἕνα ψέμα». Δὲν δικαιολογεῖται λοιπὸν ἕνας ὀρθόδοξος χριστιανός, νὰ μὴν γνωρίζη τί πιστεύει, ἰδιαίτερα μάλιστα στὴν σημερινὴ ἐποχή, ποὺ χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν ὑπερβολικὴ καὶ ποικίλη πληροφόρηση. Δὲν εἶναι ὅμως μόνον αὐτὸς ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο κρίνεται ἀναγκαία ἡ κατήχηση ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας. Ὑπάρχει καὶ ἕνας πολὺ βαθύτερος λόγος.

Στὸ Μυστικὸ Δεῖπνο ὁ Χριστὸς εἶπε στοὺς Μαθητές Του: Ἤδη ὑμεῖς καθαροί ἐστε διὰ τὸν λόγον ὃν λελάληκα ὑμῖν. Μὲ τὴν διδασκαλία Του ὁ Χριστός, ἐπὶ τρία ἔτη, καθάρισε τὶς καρδιὲς τῶν Μαθητῶν Του, καὶ τοὺς κατέστησε ἄξιους νὰ παρακαθήσουν στὸ εὐχαριστιακὸ Δεῖπνο, καὶ νὰ δεχθοῦν λίγο ἀργότερα τὴν πληρότητα τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Μὲ τὸ ἴδιο πνεῦμα, ἡ Ὀρθόδοξη Κατήχηση δὲν εἶναι ἁπλὰ μία θεωρητικὴ ἀνάλυση τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως, ἀλλὰ ἀποβλέπει καὶ στὴν κάθαρση τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἡ θεραπευτικὴ ἀγωγὴ ποὺ χρησιμοποιεῖ ἡ Ἐκ- κλησία προκειμένου νὰ θεραπεύση τὸν πεπτωκότα ἄνθρωπο, καὶ νὰ τὸν ὁδηγήση προοδευτικὰ στὴν θέωση. Ἐδῶ βρίσκεται ὁ σκοπὸς τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ ὁ σκοπὸς τῆς Ἐκκλησίας.

Μὲ βάση τὰ προηγούμενα καταλαβαίνουμε πόσο ἀπαραίτητη εἶναι ὄχι μόνον ἡ συγγραφὴ κάποιων βοηθημάτων Ὀρθοδόξου Κατηχήσεως, ἀλλά ϙκυρίως καὶ ἡ παρουσία ἐμπείρων πνευματικῶν ὁδηγῶν γιὰ τὸ ὑπεύθυνο καὶ δύσκολο αὐτὸ ἔργο. Σὲ κάθε περίπτωση ἀποτελεῖ ἀσφάλεια ἡ χρησιμοποίηση τῆς διδασκαλίας τῶν ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι κοπίασαν, καθάρισαν τὴν καρδιά τους, ἔφθασαν στὴν θέωση, καὶ κατέγραψαν γιὰ χάρη μας τὴν πολύτιμη πεῖρα τους.

Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

π. Αθανάσιος Λεμεσού - Πώς να διώχνουμε την απελπισία

Στην Ορθοδοξία δεν υπάρχει απελπισία, γιατί υπάρχει ο πνευματικός


Ή πρώτη συνάντηση με τον πατέρα Πορφύριο ήταν πολύ ήρεμη και φιλική. Χωρίς καμιά βλοσυρότητα ή κατήφεια, πού θα μπορούσε να φανταστεί κανείς ακούγοντας για γέροντα ασκητή.
Γαλήνιος και συγκαταβατικός, άκουγε αιχμηρές αποκαλύψεις των εσώτατων πτυχών της ψυχής, σαν να ήταν κοινές καθημερινές κουβέντες. Σαν να ήταν πράγματα πού ήξερε. Με την πρώτη γνωριμία όλες οι επιφυλάξεις διαλύθηκαν. Καμία απάνθρωπη αυστηρότητα. Μόνον φιλάδελφη αγάπη και συγχωρετικότητα.

Ακούει, προσεύχεται συνάμα με το κομποσκοίνι, ευλογεί και συγχωρεί. «Μεγάλο πράγμα ό πνευματικός», θα μας πει αργότερα. «Γι' αυτό στην Ορθοδοξία δεν υπάρχει απελπισία. Δεν υπάρχει αδιέξοδο. Γιατί υπάρχει ό πνευματικός, πού έχει τη χάρη να συγχωρεί. Να ελευθερώνει τους προστρέχοντες και εναποθέτοντες στο πετραχήλι του τα βάρη της ψυχής τους».
Μιλάει άπλα και ταπεινά, τονίζοντας και επαναλαμβάνοντας πώς ξέρει πολύ λίγα γράμματα. «Τετάρτης δημοτικού» Κάποια βραδιά είχαμε συγκεντρωθεί μια ομάδα μαζί με έναν αγιορείτη. Νύχτωσε. Ό καιρός ήταν ανταριασμένος και απειλητικός. Όμως κοντά στον γέροντα και όσοι ακόμη δεν ήταν μαθημένοι στη σκοτεινή νύχτα της φύσης δεν ταράζονταν. Ό γέροντας μιλούσε για τη διαφορά της ταπεινοφροσύνης από το πλέγμα της κατωτερότητος.
«Ό ταπεινός», έλεγε, «δεν είναι μια προσωπικότητα διαλυμένη. Έχει συνείδηση της κατάστασης του, άλλα δεν έχει χάσει το κέντρο της προσωπικότητας του. Ξέρει την αμαρτωλότητά του, την μικρότητα του και δέχεται τις παρατηρήσεις του πνευματικού του, των αδελφών του. Λυπάται, αλλά δεν απελπίζεται. Θλίβεται, άλλα δεν εξουθενώνεται και δεν οργίζεται. Ό κυριευμένος από το πλέγμα κατωτερότητας εξωτερικά και στην αρχή μοιάζει με τον ταπεινό. "Αν όμως λίγο τον θίξεις ή τον συμβουλεύσεις, τότε το αρρωστημένο εγώ εξανίσταται, ταράζεται, χάνει κι αυτή τη λίγη ειρήνη που έχει». Το ίδιο, έλεγε, συμβαίνει και με τον παθολογικά μελαγχολικό σε σχέση με τον μετανοούντα αμαρτωλό. «Ό μελαγχολικός περιστρέφεται και ασχολείται με τον εαυτό του και μόνο. Ό αμαρτωλός πού μετανοεί κι εξομολογείται βγαίνει από τον εαυτό του. Αυτό το μεγάλο έχει ή πίστη μας: τον εξομολόγο. Τον πνευματικό. Έτσι και το 'πες στο γέροντα κι έλαβες τη συγχώρεση, μην γυρνάς πίσω». Αυτό το τόνιζε πολύ. Να μην ξαναγυρνά κανείς στα προηγούμενα, αλλά να προχωρεί. Μεγάλη σημασία έδινε επίσης στη νηστεία χωρίς ακρότητες και υπερβολές, αλλά υπογραμμίζοντας την καθαρτική της σημασία.

Αυτομεμψία όχι απελπισία.

- Γέροντα, είναι εύκολο εξαρχής νά συναισθανθούμε σέ βάθος τήν άμαρτωλότητά μας;

- Ό  Θεός  άπό  αγάπη  δέν  επιτρέπει  στήν  άρχή  της  πνευματικής  μας  ζωής  νά συναισθανθούμε τήν άμαρτωλότητά  μας, γιά  νά μήν καμφθούμε. Υπάρχουν φιλότιμες και
ευαίσθητες ψυχές πού δέν θά τό άντεχαν και θά πάθαιναν ζημιά. Θαμπώνει τά μάτια μας και  δέν  βλέπουμε  όλα  μαζί  τά  σφάλματα  μας. Μπορεί  π.χ.  νά  έχουμε  κουτσουλιές  στό μανίκι  μας,  και  εμείς  νά  νομίζουμε  ότι  είναι  λουλούδια.  Προχωρώντας  στον  αγώνα  μας, λίγο-λίγο, επιτρέπει ό Θεός νά αρχίσουμε νά βλέπουμε τά σφάλματα μας και μας δίνει και δύναμη  νά  αγωνισθούμε,  γιά  νά  τά  διορθώσουμε.  Ή  λεπτή  εργασία  βλάπτει,  όταν  δέν ύπάρχη  πείρα.  Τό  ίδιο συμβαίνει  και  μέ  τήν  συναίσθηση  τών  ευεργεσιών  τού  Θεού.  Άν έβλεπε  ό  άνθρωπος  τις  εύεργεσίες  του  Θεού  στην  αρχή  της  πνευματικής  του  ζωής,  θά πάθαινε  πνευματική  αιμορραγία.  Γιατί,  όταν κανείς  βλέπη  τίς ευεργεσίες  του  Θεού  καί συναισθάνεται τήν αχαριστία του, μετά λειώνει.

- Γέροντα, δέν βλέπω τά σφάλματα μου καί ή καρδιά μου είναι πέτρα.
- Μερικές  φορές  επιτρέπει  ό  Θεός  νά  μή  βλέπουμε  τά  σφάλματα  μας  καί  νά  είναι  ή καρδιά  μας  πέτρα,  γιατί  μπορεί  ό διάβολος  νά  μάς  ρίξη  στήν  απελπισία.  Ό  άνθρωπος πρέπει  νά  σκέφτεται  τήν  άμαρτωλότητά  του  μέ  διάκριση.  Ή  μετάνοια  πού  έχει  μέσα της άγχος καί απελπισία δέν είναι άπό τόν Θεό έχει βάλει καί τό ταγκαλάκι τήν ουρίτσα του.
Πρέπει  νά  προσέξη  κανείς,  γιατί μπορεί  ό  διάβολος  νά  τόν  πιάση  άπό  τά  δεξιά,  άπό τήν μετάνοια, καί νά τόν πετάξη στά αριστερά, στήν θλίψη καί στήν απογοήτευση, ώστε νά τόν τσάκιση  ψυχικά  καί σωματικά καί  νά  τόν  άχρηστέψη. Φέρνει δηλαδή τήν  άλλη  συντριβή, πού  έχει  άγχος,  γιά  νά  τόν  κάνη  συντρίμμια.  Μπορεί  λ.χ.  νά  του  πή:  Είσαι  πολύ  αμαρτωλός, δέν θά σωθής. Δήθεν ενδιαφέρεται γιά τήν ψυχή του, καί του δημιουργεί άγχος καί απελπισία! Μά δέν θά αφήσω τόν διάβολο νά κάνη ό,τι θέλει. Όταν ό διάβολος σου λέη: είσαι αμαρτωλή, νά του λές: Τί σέ ενδιαφέρει εσένα; Όταν θέλω έγώ, θά πώ ότι είμαι αμαρτωλή, όχι όταν θέλης εσύ.
- Γέροντα, πού οφείλεται ή μελαγχολία πού έρχεται πολλές φορές στήν ψυχή;
- Ή  μελαγχολία  καί  τό  πλάκωμα  τής  ψυχής  οφείλονται  συνήθως  σέ  τύψεις  άπό ευαισθησία, καί τότε ό άνθρωπος χρειάζεται νά έξομολογηθή, γιά νά μπόρεση νά βοηθηθή άπό τόν πνευματικό. Γιατί, άν είναι ευαίσθητος, μπορεί τό σφάλμα πού έκανε νά είναι πολύ μικρό, άλλά ό εχθρός διάβολος νά τό μεγαλοποιή νά του τό δείχνη μέ μικροσκόπιο, γιά νά τόν  ρίξη  στήν απελπισία  καί  να  τόν  άχρηστέψη.  Μπορεί  νά  του  πή  λ.χ.  ότι  τάχα στενοχώρησε πολύ τούς άλλους, ότι τούς δυσκόλεψε κ.λπ., και νά τόν κάνη νά στενοχωριέται πιό πολύ άπό όσο αντέχει. Αφού ενδιαφέρεται ό διάβολος, γιατί δέν πηγαίνει νά πειράξη τήν συνείδηση ενός αναίσθητου άνθρωπου; Άλλά τόν αναίσθητο τόν κάνει νά θεωρή μηδαμινό ένα μεγάλο σφάλμα του, γιά νά μήν έρθη σέ συναίσθηση.
Πρέπει  ό  άνθρωπος  νά  γνωρίση  τόν  εαυτό  του  όπως  είναι,  καί  όχι  όπως  τόν παρουσιάζει  ό  εχθρός  διάβολος,  διότι  αυτός  ενδιαφέρεται γιά  τό  κακό  μας.  Ποτέ  νά  μήν απελπίζεται, αρκεί νά μετανοή, γιατί καί οί αμαρτίες του είναι λιγώτερες άπό τού διαβόλου καί  ελαφρυντικά  έχει,  επειδή  πλάσθηκε  άπό  χώμα  καί  άπό  απροσεξία  γλίστρησε  καί λασπώθηκε. Γιά νά γίνη σωστός αγώνας, πρέπει νά γυρίζουμε τήν ρόδα αντίθετα άπό εκεί πού τήν γυρίζει ό διάβολος. Άν μας λέη ότι είμαστε κάτι, νά καλλιεργούμε τήν αύτομεμψία. Άν μας λέη  ότι  δέν  είμαστε  τίποτε,  νά  λέμε:  Ό  Θεός  θά  μέ  έλεήση.  Έτσι  άπλά  άν  κινήται  ό άνθρωπος,  μέ  εμπιστοσύνη  καί  ελπίδα  στον  Θεό, μπαίνει  στήν  ζωή  του  ή  μετάνοια,  ή ταπείνωση, καί ανεβαίνει σέ πνευματικά ύψη.
- Δηλαδή, Γέροντα, ή αύτομεμψία δέν βοηθάει στον πνευματικό αγώνα;
- Βοηθάει,  άλλά  θέλει  διάκριση.  Μπορεί  π.χ.  νά  λέη  κανείς  στόν  εαυτό  του:  Είσαι ανόητος… .  Νά  τό  λέη όμως  μέ  ταπείνωση,  γιά  νά  κοροϊδέψη  τόν  διάβολο,  άλλά  καί  μέ λεβεντιά, όχι μέ κακομοιριά. Αυτομεμψία, όχι απελπισία. Σημείο  πνευματικής  ώριμότητος  είναι  νά  πιστέψω  ότι  δέν  κάνω  τίποτε,  νά απογοητευθώ μέ  τήν καλή έννοια άπό τόν εαυτό μου, άπό τό έγώ μου νά νιώθω πώς μέ ό,τι  κάνω  προσθέτω  συνέχεια  μηδενικά  καί  νά  συνεχίζω  τόν  αγώνα  μου  ελπίζοντας  στόν Θεό. Τότε ο Καλός Θεός, όταν δή τά μηδενικά της αγαθής μου προαιρέσεως, θά μέ λυπηθη, θά πρόσθεση στήν άρχή τήν μονάδα καί θά πάρουν άξια τά μηδενικά μου καί θά πλουτίσω πνευματικά.  Μέσα  στήν  ταπεινή  κατάσταση  τής  άπογοητεύσεως  άπό  τόν  εαυτό  μου κρύβεται ή καλή πνευματική κατάσταση.

Αντιμετώπιση περιπτώσεων απελπισίας.

Ήρθε  κάποιος  νεαρός  αναστατωμένος  καί  μου  είπε: Γέροντα,  δέν  πρόκειται  νά διορθωθώ. Μου είπε ό πνευματικός μου: “αυτά είναι καί κληρονομικά…”. Τόν είχε πιάσει απελπισία.  Έγώ,  όταν  μου  πή  κάποιος  ότι  έχει  προβλήματα  κ.λπ.,  θά  του  πώ:  Αυτό
συμβαίνει  γι’  αυτόν  καί  γι’  αυτόν  τόν  λόγο γιά  ν’  άλλάξης,  πρέπει  νά  κάνης  εκείνο  κι εκείνο. Έχει λ.χ. κάποιος έναν λογισμό πού τόν βασανίζει καί δέν κοιμάται, παίρνει χάπια γιά τό κεφάλι, γιά τό στομάχι καί μέ ρωτάει: Νά κόψω τά χάπια;. Όχι, του λέω, νά μήν κόψης τά χάπια. Νά πετάξης τόν λογισμό πού σέ βασανίζει καί ύστερα νά τά κόψης. Αν δέν πετάξης  τόν  λογισμό,  έτσι  θά  πάς  θά  ταλαιπωρήσαι.  Γιατί,  τί  θά  ώφελήση  νά  κόψη  τά χάπια, όταν κρατάη μέσα του τόν λογισμό πού τόν βασανίζει;

Καλά είναι ό πνευματικός νά μή φθάνη μέχρι του σημείου νά άνάβη κόκκινο φως νά ανέχεται λίγο μία κατάσταση, αλλά φυσικά πρέπει καί ό άλλος νά δουλεύη σωστά, γιά νά βοηθηθή. Ένας  νεαρός  ζόρισε  κάποια φορά  τήν  αρραβωνιαστικιά του  – ποιος  ξέρει  τί  της έλεγε; -καί εκείνη άπό τήν αγανάκτηση της πήρε τό αυτοκίνητο καί έφυγε καί στόν δρόμο σκοτώθηκε. Μετά ό νεαρός ήθελε νά  αύτοκτονήση, γιατί ένιωθε ότι αυτός έγινε αιτία καί σκοτώθηκε ή κοπέλα. Όταν ήρθε καί μου τό είπε, άν καί στήν ουσία είχε κάνει έγκλημα, τόν παρηγόρησα  καί  τόν  έφερα  σέ  λογαριασμό.  Έπειτα  όμως τό  έρριξε  τελείως  έξω,  έγινε τελείως αδιάφορος, βρήκε έν τω μεταξύ καί μιά άλλη. “Οταν ξαναήρθε μετά άπό δύο-τρία χρόνια,  τού έδωσα ένα τράνταγμα γερό,  γιατί  τότε  δέν υπήρχε κίνδυνος  νά  αύτοκτονήση. Χρειαζόταν τό τράνταγμα, άφού δέν υπήρχε αναγνώριση. Δέν καταλαβαίνεις, τού είπα, ότι έκανες φόνο, ότι έγινες αιτία καί σκοτώθηκε ή κοπέλα;. Άν δούλευε σωστά, θά συνέχιζε νά ύποφέρη,  άλλά  θά  ανταμειβόταν  μέ  θεϊκή  παρηγοριά  δέν  θά  έφθανε  σ’  αυτήν  τήν κατάσταση τήν άλήτικη τής αδιαφορίας. Θέλει δηλαδή πολλή προσοχή. Κάνει κάποιος ένα σφάλμα καί πέφτει στήν απελπισία. Εκείνη τήν στιγμή μπορεί νά τόν παρηγόρησης, άλλά, γιά νά μή βλαφθή, χρειάζεται καί τό δικό  του  φιλότιμο.  Μιά  φορά  είχε  έρθει  στο  Καλύβι  ένα  νέο  παιδί  απελπισμένο,  γιατί έπεφτε σέ σαρκική αμαρτία καί δέν μπορούσε νά απαλλαγή άπό αυτό τό πάθος. Είχε πάει σέ δυο πνευματικούς πού προσπάθησαν μέ αυστηρό τρόπο νά τό βοηθήσουν νά καταλάβη ότι είναι βαρύ αυτό πού κάνει. Τό παιδί απελπίσθηκε. Άφού ξέρω ότι αυτό πού κάνω είναι αμαρτία, είπε, καί δέν μπορώ νά σταματήσω νά τό κάνω καί νά διορθωθώ, θά κόψω κάθε σχέση  μου  μέ  τόν  Θεό.  Όταν  άκουσα  τό  πρόβλημα  του,  τό  πόνεσα  τό  καημένο  καί  τού είπα: Κοίταξε, ευλογημένο, ποτέ νά μήν ξεκινάς τον αγώνα σου άπό αυτά πού δέν μπορείς νά κάνης, άλλά άπό αυτά πού μπορείς νά κάνης. Γιά νά δούμε τί μπορείς νά κάνης, καί νά άρχίσης  άπό  αυτά.  Μπορείς  νά  εκκλησιάζεσαι  κάθε  Κυριακή;.  Μπορώ,  μού  λέει. Μπορείς  νά  νηστεύης  κάθε  Τετάρτη  και  Παρασκευή;.  Μπορώ. Μπορείς  νά  δίνης ελεημοσύνη τό ένα δέκατο άπό τόν μισθό σου ή νά επισκέπτεσαι άρρωστους καί νά τούς βοηθάς;. Μπορώ. Μπορείς νά προσεύχεσαι κάθε βράδυ, έστω κι άν αμάρτησες, καί νά λές  “Θεέ  μου, σώσε τήν ψυχή μου”;. Θά τό  κάνω,  Γέροντα, μού λέει. Άρχισε λοιπόν, του λέω, άπό σήμερα νά κάνης όλα αυτά πού μπορείς, καί ό παντοδύναμος Θεός θά κάνη τό ένα πού δέν μπορείς. Τό καημένο ηρέμησε καί συνέχεια έλεγε: Σ’ ευχαριστώ, πάτερ. Είχε, βλέπεις, φιλότιμο καί ό Καλός Θεός τό βοήθησε.

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

Δηλαδή υπάρχει μετάνοια χωρίς την προαίρεσή μας;

- Ναι , είναι η αναγκαστική μετάνοια. Σου ζητάω δηλαδή να με συγχωρέσης για ένα κακό που σου έκανα , για να γλυτώσω από τις συνέπειες , αλλά εσωτερικά δεν αλλάζω. Ο διαβολεμένος άνθρωπος κάνει δήθεν ότι μετάνιωσε και πηγαίνει με πονηριά, βάζει μετάνοιες με προσποιητή καλωσύνη, για να πλανέση τους άλλους.
Αλλά και το να πάη κανείς να πη τις αμαρτίες του στον πνευματικό ,γιατί φοβάται μήπως πάη στην κόλαση , κι αυτό δεν είναι μετάνοια . Γιατί δεν είναι ότι μετανοεί για τις αμαρτίες του, αλλά το θέμα είναι να μην πάη στην κόλαση! Μετάνοια πραγματική είναι πρώτα να συναισθανθή ο άνθρωπος το σφάλμα του , να πονέση , να ζητήση συγχώρεση από τον Θεό και μετά να εξομολογηθή. Έτσι θα έρθη η θεία παρηγοριά . Για αυτό πάντα συνιστώ μετάνοια και εξομολόγηση. Μόνον εξομολόγηση ποτέ δεν συνιστώ.

Να , και όταν γίνεται ένας σεισμός, βλέπει κανείς ότι όσοι έχουν καλή προαίρεση συγκλονίζονται, μετανοούν και αλλάζουν ζωή. Οι άλλοι, οι περισσότεροι , έρχονται προς στιγμήν σε συναίσθηση, μόλις όμως περάση ο κίνδυνος ,πάλι γυρίζουν στην παλιά τους ζωή. Για αυτό, όταν μου είπε κάποιος ότι στην πόλη που μένει έγινε δυνατός σεισμός ,του είπα: « Σας κούνησε δηλαδή γερά. Σας ξύπνησε όμως; » . « Μας ξύπνησε, μας ξύπνησε » , μου λέει. « Πάλι όμως θα κοιμηθήτε », του είπα.

Υπάρχουν τρεις τρόποι πνευματικής ζωής

Ο πρώτος είναι να έχεις μία αρρώστια. ό δεύτερος είναι να κάνεις όλες τις δουλειές με χαρά. και ο τρίτος είναι να υπακούς σε Γέροντα.Αυτό το τελευταίον έχει τί το περισσόν». «Να λυώνεις επάνω στην εργασία σου. Να εργάζεσαι, όμως, μ' ευλάβεια, να έχεις πίστη μέσα σου και προσευχή.

Μ' αυτό τον τρόπο θ' αγιάσεις».

Με την προσευχή σας, μέσω του Χριστού, επηρεάζετε ευνοϊκά τον άλλο. Να μην σκέφτεστε άσχημα για κάποιον, διότι τότε επηρεάζετε κι' αυτόν άσχημα.
«Οι περισσότεροι έρχονται εδώ και μου λένε: Κανείς δεν με θέλει, είμαι άχρηστος, δεν με καταλαβαίνουν, δεν μ' αγαπούν»Τους εξηγώ τότε «όλα αυτά προέρχονται από τον εγωισμό.
Όταν στραφείς προς το Θεό, δεν ζητάς τίποτε, δεν είσαι ανικανοποίητος κι' είσαι με όλα και με όλους ευχαριστημένος. Τους αγαπάς τότε όλους κι' εκείνοι σ' αγαπούν.
Κι' αυτό εξαρτάται από εσένα, διότι ενώθηκες με τον Θεό». «Η μητέρα αρχίζει να παιδαγωγεί το παιδί της μέσα από τη μήτρα της, με τα ψυχικά της βιώματα». «Επιτρέπεται», έλεγε, «να βοηθά ο Θεός τον άνθρωπο να κάμνει τόσες εφευρέσεις,
να τις χρησιμοποιεί ο διάβολος κι' εμείς οι χριστιανοί να μη τις χρησιμοποιούμε;».

«Όταν αγαπήσουμε τον Χριστό η ψυχή μας ελευθερώνεται από το φόβο».
- «Όποιος αγαπά το Χριστό αυτός αποφεύγει την αμαρτία».
«Βρίσκεσαι μέσα σ' ένα σκοτεινό δωμάτιο και κουνάς τα χέρια σου και προσπαθείς μ' αυτό τον τρόπο να διώξης το σκοτάδι. Δεν φεύγει, όμως, έτσι το σκοτάδι. Άνοιξε το παράθυρο για να μπη το φως και μόνο τότε θα φύγη το σκοτάδι. Το φως είναι εκείνο που θα διώξη το σκοτάδι. Να μελετούμε, λοιπόν, την Αγία Γραφή,τους βίους των Αγίων, τους Πατέρες αυτό είναι το φως, που θα διώξη το σκοτάδι».
«Όταν σε μια χώρα πέσει πολλή αμαρτία, τότε και τα πολιτικά της θέματα πάνε στραβά,
αντί να πηγαίνουν ίσια».

Όσιος Θεοδόσιος Τυρνόβου (†1362/3)



Νέος εγκατέλειψε την πατρίδα του και πήγε στη μονή Αγίου Νικολάου στο Βιδύνιο. Εκεί αποστήθισε ολόκληρο το Ψαλτήρι κι επιδόθηκε στην άσκηση των αρετών. Μετά την κοίμηση του Γέροντός του Ιώβ, μετέβη στη μονή της Οδηγητρίας στο Τύρνοβο, που βρισκόταν στην τοποθεσία Άγιον Όρος. Συχνά περιεφέρετο στα δάση του Σλίβεν, για ν' απολαύσει τη χάρη της ησυχίας. Από εκεί κατευθύνθηκε στη μονή της Θεοτόκου της Επικέρνους.
Όταν άκουσε πως ο όσιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης ήλθε από το Άγιον Όρος με τους μαθητές του στα Παρόρια, «όπως ο μαγνήτης έλκει προς αυτόν το σίδηρον, ούτω και η είδησις περί του πατρός είλκυσε και τον ένθεον άνδρα». Μετά την κοίμηση του οσίου Γρηγορίου ήλθε στον Άθωνα με τον φίλο του όσιο Ρωμύλο και έζησε αρκετό χρόνο μελετώντας τη ζωή και τα έργα των πατέρων. Κατόπιν αναχωρεί για τη Θεσσαλονίκη, Βέροια, Κωνσταντινούπολη, Παρόρια και Σλίβεν. Καταλήγει στο όρος Κελιφάρεβο, πλησίον του Τυρνόβου, όπου με τη βοήθεια του φίλου του βασιλέα Ιωάννου Αλεξάνδρου ιδρύει μονή, στην οποία συγκεντρώνονται αρκετοί μοναχοί. Η μονή αποτέλεσε φάρο της Ορθοδοξίας, κέντρο αντιαιρετικό, που ακτινοβολούσε στη Σερβία, Ουγγαρία και Βλαχία.
Συχνά αναγκαζόταν ν' αφήνει την ησυχία του για να υπερασπίσει το Ορθόδοξο δόγμα, που κινδύνευε από τους ακολούθους των αιρετικών Βαρλαάμ και Ακινδύνου, τους Βογόμιλους, τους Αδαμιτιστές και τους Εβραίους. Στη Σύνοδο του 1359 της Βουλγαρίας κατά των αιρετικών πρωτοστάτησε ο ίδιος κι έδωσε μεγάλη χαρά στους πιστούς για τη νίκη της Ορθοδοξίας.
Επί τριετία αποσύρθηκε σε σπήλαιο κι επιδόθηκε σε μεγάλη άσκηση. Κατά την εικοσάμηνη βαρειά ασθένεια που τον ακολούθησε παρέμεινε κλινήρης, αλλά αδιάκοπα ασχολούνταν με την προσευχή και τη μελέτη. Πριν το τέλος του επεθύμησε να επισκεφθεί στην Κωνσταντινούπολη τον παλαιό συμμαθητή του, τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κάλλιστο Α΄. Ο Πατριάρχης τον υποδέχθηκε φιλόφρονα και του παραχώρησε κελλί στο μοναστήρι του, του Αγίου Μάμαντος, για να ησυχάζει. Εκεί, σε μια επιδείνωση της ασθένειάς του, ήλθε το τέλος του. Αφού το προαισθάνθηκε, κάλεσε τους μαθητές που είχε μαζί του, για να τους δώσει τις τελευταίες συμβουλές του. Με αυστηρότητα τους μίλησε για το πόσο ακριβείς πρέπει να είναι στα δόγματα της Εκκλησίας και πόσο επίμονοι στην ενασχόλησή τους με τη θέα του Θεού και τη νοερά προσευχή. Ακολούθησαν συγκινητικές στιγμές όταν οι μαθητές του ασπαζόταν τα χέρια του και τα πόδια του με δάκρυα. Τους ζήτησε να σταματήσουν και να τον ανασηκώσουν. Απήγγειλε το σύμβολο της πίστεως, μετάλαβε των αχράντων μυστηρίων, δείχνοντας τους αγγέλους που παρευρίσκονταν εκεί, άφησε ένα μειδίαμα και παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο. Το κελλί γέμισε από ευωδία. Ανεπαύθη στις 27 Νοεμβρίου 1362/3, την ίδια ημερομηνία που εκοιμήθη και ο διδάσκαλός του όσιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης. Κηδεύθηκε με μεγαλοπρέπεια συνοδευόμενος από τον Πατριάρχη και τη σύνοδο.
Ο άγιος Θεοδόσιος απέκτησε πολλούς και σπουδαίους μαθητές, που συνέχισαν το έργο του. Γνωστότεροι είναι οι άγιοι Κυπριανός Κιέβου και Ευθύμιος Τυρνόβου και ο ασκητικότατος Ρωμύλος, ακόλουθος των πορειών του και άξιος διάδοχος της μονής του.
Ο βίος του γράφηκε «παρά του αγιωτάτου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως κυρ Καλλίστου».
Η μνήμη του τιμάται στις 27 Νοεμβρίου.

Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2012

Ο πράος άνθρωπος


Τίποτε δεν αναπαύει τόσο πολύ τήν ψυχή όσο η πραότητα.

Ούτε να εξαγριωνόμαστε για τις εναντίον μας ύβρεις, και αν ακόμη είναι κατώτεροι αυτοί που διαπληκτίζονται με μας, αλλά με την επιείκεια και την πραότητα να καταστέλλουμε το θυμό. Γιατί τίποτε δεν υπάρχει πιο ισχυρό και τίποτε πιο δυνατό από την πραότητα. Αυτή εξασφαλίζει διαρκή γαλήνη στην ψυχή μας και την προετοιμάζει, σαν να πρόκειται να προσορμισθεί στο λιμάνι, και γίνεται αιτία για κάθε ανάπαυσή μας. Γι' αυτό και ο Χριστός διδάσκοντας εκείνη τη θεία διδασκαλία, έλεγε: «Μάθετε από μένα, ότι είμαι πράος και ταπεινός κατά την καρδιά, και θα βρείτε ανάπαυση στις ψυχές σας». Γιατί τίποτε δεν αναπαύει τόσο πολύ την ψυχή και δεν την κάνει να ησυχάζει, όσο η πραότητα και η ταπεινοφροσύνη. Αυτές οι αρετές θα μπορούσαν να γίνουν γι' αυτόν που τις έχει αποκτήσει, πολυτιμότερες από κάθε στέμμα και ωφελιμότερες από κάθε λαμπρότητα και δόξα. (Ματθ. 11,29).

Ο πράος λοιπόν άνθρωπος είναι αγαπητός σ' όσους τον βλέπουν, αγαπητός και σ' εκείνους που τον γνωρίζουν μόνον εξ ακοής. Και δεν υπάρχει κανείς που, όταν ακούσει να επαινείται ένας ήμερος άνθρωπος, δεν θα επιθυμούσε να τον δει και να τον χαιρετίσει και να τον έχει συνεχώς μπροστά στα μάτια του, γιατί θεωρεί κέρδος τη φιλία ενός τέτοιου ανθρώπου. Κι' αν ακόμη μερικοί διαπληκτισθούν μεταξύ τους για χρηματικές διαφορές, πηγαίνουν γρήγορα στον καλοκάγαθο και πράο, γιατί πιστεύουν, ότι κάθε διαφορά και φιλονικία θα βρει γρήγορα τη λύση της από την καλοσύνη εκείνου. Κι' αν συμβεί ο ένας να αισθάνεται έχθρα προς τον άλλο, η ημερότητα του δικαστή τους αναγκάζει να γίνουν πράοι, αυτοί που εύκολα ξεσπούν σε οργή και θυμό ... Όπως η ακτίνα του ήλιου μόλις φανεί, διώχνει αμέσως το σκοτάδι, έτσι και ο καλοκάγαθος και πράος μεταβάλλει γρήγορα την ταραχή και τη διαμάχη σε ειρήνη και ησυχία.

Μην υπερηφανευόμαστε για κείνα που φοβίζουν τους ανθρώπους ... Ώστε λοιπόν συμπεραίνουμε, ότι έναν άνθρωπο ήμερο, πράο και καλόψυχο κανένας δεν θα ήταν δυνατόν να τον φοβηθεί, αλλά όλοι τον σεβόμαστε, τον τιμούμε και τον ντρεπόμαστε. Δεν βλέπετε, πώς ένας άνθρωπος που προκαλεί φόβο, είναι μισητός και ανεπιθύμητος από όλους; ...

Ας μη θεωρούμε λοιπόν σπουδαίο πράγμα, αν μας φοβούνται οι άνθρωποι.
Ο πράος και καλοσυνάτος άνθρωπος είναι πατέρας των ορφανών, προστάτης των χηρών, κηδεμόνας της φτώχειας, βοηθός των αδικούμενων και σ' όλες τις περιπτώσεις επιβάλλει τη δύναμη της δικαιοσύνης. Ο πράος πατέρας είναι σεβαστός στο παιδί και το πράο παιδί σεβαστό στον πατέρα και ο δούλος στον κύριό του και τον κύριο τίποτε δεν τον κάνει τόσο συμπαθή στους υπηρέτες, όσο η πραότητα. Γιατί, όταν τον δουν να διακρίνεται για την επιείκειά του και να συμπεριφέρεται σε όλους με πραότητα, πολύ τον εκτιμούν και τον θαυμάζουν και τον θεωρούν πιο πολύ πατέρα παρά αφέντη.
Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2012

Ο Γέροντας Παΐσιος για την Αγία Αικατερίνη


Γέροντα, γιατί πολλοί ἄνθρωποι, ἐνῶ πίστευαν, ἔχασαν τήν πίστη τους;
Ἄν δέν προσέχει κανείς στά θέματα τῆς πίστεως καί τῆς λατρείας, σιγά-σιγά ξεχνιέται καί μπορεῖ νά γίνη ἀναίσθητος, νά φθάση σέ σημεῖο νά μήν πιστεύη τίποτε.

- Μερικοί, Γέροντα, λένε ὅτι ἡ πίστη τους κλονίζεται, ὅταν βλέπουν νά ὑποφέρουν καλοί ἄνθρωποι.
Ἀκόμη κι αν κάψη ο Θεός όλους τους καλούς, δεν πρέπει να βάλη κανείς αριστερό λογισμό, αλλά να σκεφθή πως ο Θεός ό,τι κάνει, από αγάπη το κάνει. Ξέρει ο Θεός πώς εργάζεται. Για να επιτρέψη να συμβή κάποιο κακό, κάτι καλύτερο θα βγη.

- Γέροντα, σήμερα ἀκόμη καί τά πιστά παιδιά ἀμφιταλαντεύονται, γιατί στά σχολεῖα ὑπάρχουν καθηγητές πού διδάσκουν τήν ἀθεΐα.
Γιατί να αμφιταλαντεύωνται; Ἡ Ἁγία Αἰκατερίνη δεκαεννιά χρονῶν ῆταν και διακόσιους φιλοσόφους τους αποστόμωσε με την κατά Θεόν γνώση και την σοφία της. Ακόμη και οι Προτεστάντες την έχουν προστάτιδα της επιστήμης.
Στα θέματα της πίστεως και στα θέματα της πατρίδος δεν χωράνε υποχωρήσεις∙ πρέπει να είναι κανείς αμετακίνητος, σταθερός.

- Γέροντα, παλιά προσευχόμουν με πίστη στον Θεό και ό,τι ζητούσα μου το έκανε. Τώρα δεν έχω αυτήν την πίστη. Πού οφείλεται αυτό;
Στην κοσμική λογική που έχεις. Η κοσμική λογική κλονίζει την πίστη. «Εάν έχητε πίστιν και μη διακριθήτε, πάντα όσα εάν αιτήσητε εν τη προσευχή πιστεύοντες, λήψεσθε», είπε ο Κύριος. Όλη η βάση εκεί είναι. Στην πνευματική ζωή κινούμαστε στο θαύμα. Ένα συν δύο δεν κάνει πάντα τρία∙ κάνει και πέντε χιλιάδες και ένα εκατομμύριο!
Χρειάζεται καλή διάθεση και φιλότιμο. Γιατί, αν ο άνθρωπος δεν έχη καλή διάθεση, τίποτε δεν καταλαβαίνει. Να, και για την Σταύρωση του Χριστού, τόσες λεπτομέρειες είχαν πει οι Προφήτες- μέχρι και τί θα κάνουν τα ιμάτιά Του, τί θα κάνουν τα χρήματα της προδοσίας, ότι θα αγοράσουν μ’ αυτά τον αγρό του Κεραμέως, για να θάβουν τους ξένους-, αλλά, οι Εβραίοι πάλι δεν καταλάβαιναν. «Ο δε παράνομος Ιούδας ουκ ηβουλήθη συνιέναι»…

ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ 25 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ

Διηγήσεις θαυμαστές και ωφέλιμες από τον βίο της Αγίας Αικατερίνης.

Απολυτίκιο της Αγίας Αικατερίνης
Την πανεύφημον νύμφην Χριστού υμνήσωμεν,
Αικατερίναν την θείαν και πολιούχον Σινά,
την βοήθειαν ημών και αντίληψιν ότι
εφήμωσε λαμπρώς τους κομψούς
των ασεβών του Πνεύματος τη μαχαίρα,
και νυν ως μάρτυς στεφθείσα,
αιτείται πάσι το μέγα έλεος.

Βασιλική καταγωγή
Η Αγία Αικατερίνη είναι από τις πιό κοσμοαγάπητες Αγιες. Της κτίζουνε οι ανθρώποι μεγαλοπρεπείς Ναούς στο όνομα της. Οι ρήτορες της πλέξανε τα καλλίτερα εγκώμια. Οι υμνογράφοι της συνέθεσαν τους ωραιότερους ύμνους. Οι μεγαλύτεροι αγιογράφοι ασχολήθησαν με την μορφή της. Και οι ζωγράφοι κάνουν τις θαυμασιώτερες εικόνες γι’ αυτήν.Γιατί όμως είναι τόσο δημοφιλής; Διότι υπήρξαν μεγάλα τα κατορθώματα της. Πράγματι, θαυμαστά και υπέροχα είναι τόσο η δράσις της, όσο και τα έργα της, όπως θα δούμε.
Η Αγία Αικατερίνη γεννήθηκε στην Ελληνικώτατη και μεγάλη πόλη της Αιγύπτου, την Αλεξάνδρεια. Η οικογένεια της ήτανε από τις μεγαλύτερες και επισημότερες οικογένειες.
Είχε καταγωγή βασιλική. Ήταν απόγονος των Πτολεμαίων, των βασιλέων της Αιγύπτου. Ο δε πατέρας της λεγόταν Κώνστας και είχε διορισθή από εκείνους, που διοικούσαν την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία τοπάρχης στην Κύπρο. Κατόπιν όμως μετετέθη στην Αλεξάνδρεια. Εις δε την Κύπρο έμεινε ένας αδελφός του. Όταν όμως πέθανε ο πατέρας της Αικατερίνης, αυτή ωδηγήθηκε στην Κύπρο, στον θείο της. Αλλά, όταν εκείνος έμαθε, οτι συμπαθούσε την Χριστιανική Θρησκεία, την έκλεισε στην φυλακή. Κατ’ αρχάς μεν στην Σαλαμίνα και μετά στην Πάφο. Κατόπιν από εκεί την έστειλε πάλιν στην Αλεξάνδρεια.
Σήμερα στην Κύπρο κοντά στο νεκροταφείο της αρχαίας πόλεως Σαλαμίνος, υπάρχη φυλακή που λέγεται ” Φυλακή της Αγίας Αικατερίνης”.
Μόρφωσις καταπληκτική
Η Αικατερίνη ήτανε εξυπνότατη και είχε μεγάλη όρεξι, για σπουδή και γράμματα. Ως τα δεκαοκτώ χρόνια έμαθε τέλεια την Ελληνική και Ρωμαϊκή Παιδεία και Επιστήμη. Έμαθε τους μεγάλους ποιητές, τον Όμηρο και τον Βιργίλιο. Σπούδασε την Ιατρική και διάβασε τον Ιπποκράτη και τον Γαληνό, τους ιατρούς. Περισσότερο όμως ασχολήθηκε με την Φιλοσοφία. Τον Αριστοτέλη, τον Πλάτωνα, τον Φιλιστίωνα και τους άλλους φιλοσόφους τους έπαιζε στα δάκτυλα.
Ασχολήθηκε και με τους μεγάλους μάγους και αποκρυφιστάς, τον Διονύσιον και την Σίβυλλαν. Έμαθε την ρητορική τέχνη και είχε ευφράδεια καταπληκτική. Έμαθε επίσης πολλές γλώσσες. Τόση δε ήταν η εξυπνάδα της και η σοφία, που απέκτησε, ώστε έμειναν κατάπληκτοι όσοι την έβλεπαν και την άκουγαν.
Παρθενική ζωή
Είχε κάλλος και ομορφιά ασύγκριτη. Όταν μεγάλωσε, από το ένα μέρος η ομορφιά και η κορμοστασιά της νέας και από το άλλο η σοφία και η μόρφωσις συγκίνησαν πολλούς πλούσιους, άρχοντες και αξιωματούχους. Στρατιωτικοί, Συγκλιτικοί, μορφομένοι και μεγιστάνοι του πλούτου την ζητήσανε σε γάμο. Όχι μόνο από την Αλεξάνδρεια, αλλά ακόμη και από τη Ρώμη.
Εκείνη όμως ταπεινά απαντούσε σε όλους, οτι δεν ήθελε να παντρευτή. Και, όταν επέμειναν γι’ αυτό φορτικά, εκείνη απαντούσε οτι θέλει να ζήση μοναχή της και να περάσητη ζωή της εν παρθενία.
Η μητέρα της όμως, που σκεπτόταν κοσμικά και οι συγγενείς της την πιέζανε καθημερινά. Της λέγανε, οτι είναι ανάγκη να παντρευτή για να μην φύγουν από τα χέρια της οι οικογενιακοί τίτλοι. Είναι κρίμα, της τόνιζαν, με τέτοια ομορφιά, με τέτοια μόρφωσι και με τόσον πλούτο και οικογενιακή δόξα να μείνης ανύπαντρη, Τότε η Αικατερίνη, για να πάψουν να την ενοχλούν η μάννα της και οι συγγενείς της τους είπε:
- Βρέστε μου εσείς ένα νέον, που να μου μοιάζη σ’ αυτά τα χαρίσματα που λέτε, πως τα έχω παραπάνω από τις άλλες κοπέλλες και θα τον παντρευτώ. Διότι δεν καταδέχομαι να πάρω κατώτερο μου. Ψάξτε, λοιπόν, παντού. Αν όμως του λείπη έστω και ένα από αυτά, είτε η ευγενικιά καταγωγή, είτε ο πλούτος, είτε η σοφία, είτε η ομορφιά, να ξέρετε, πως δεν θα τον πάρω.
– Είναι, της είπαν, ο γιός του αυτοκράτορα της Ρώμης και μερικοί άλλοι αξιωματούχοι. Αυτοί και από μεγάλη οικογένεια είναι και πλουσιώτεροι από σένα. Μόνο στην ομορφιά και στην μόρφωσι είναι λίγο κατώτεροι σου.
– Αφού είναι κατώτεροι μου, σας είπα, δεν δέχομαι, τους απάντησε.
Ο ασκητής την καθοδηγεί
Όταν η μητέρα της είδε, οτι δεν μπορούσε να την καταφέρη να παντρευτή, σκέφθηκε να συμβουλευτή έναν άγιο άνθρωπο, και σοφό Χριστιανό, που τον λέγανε Ανανία. Αυτός ασκήτευε έξω από την πόλη, κρυμμένος σε μια ερημική τοποθεσία. Πήρε, λοιπόν, την Αικατερίνη και πήγανε να τον συμβουλευθούνε.
Ο ασκητής τους άκουσε με προσοχή. Στο καθαρό μυαλό του έκαναν εντύπωση τα γνωστικά λόγια της Αικατερίνης και σκέφθηκε να πλησιάση την καρδιά της στον Ουράνιο Νυμφίο – Χριστό.
- Εγώ, τους είπε, ξέρω έναν θαυμάσιο γαμπρό. Αυτός σε περνάει σε όλα τα χαρίσματα που είπες, οτι έχεις. Δεν του βγαίνεις μπροστά Του.
Η Αικατερίνη σαν το άκουσε αυτό έχασε το χρώμα της. Νόμισε πως κάποιος επίγειος άρχοντας θα ήταν και θα βρισκόταν τώρα σε δύσκολη θέση ν’ αρνηθή.
- Μα υπάρχει τέτοιος άνθρωπος πράγματι; Του είπε.
– Παιδί μου με βλέπεις, πως είμαι γέροντας με άσπρα γένεια και έχω βάλει όρο στη ζωή μου να μην πω ποτέ ψέμα, διότι το απαγορεύει ο Θεός.
– Αφού έτσι είναι, μπορώ να ιδώ και να συναντήσω τον νέον αυτόν; Ρώτησε η Αικατερίνη.
- Και βέβαια μπορείς! Αποκρίθηκε ο ασκητής. Αρκεί να με ακούσης σε οτι θα σου πω.
- Ευχαρίστως, του απάντησε, γιατί σε βλέπω σεβάσμιο και γνωστικό γέροντα.
– Άκουσε,παιδί μου. Πάρε αυτή την Εικόνα της Παναγίας, που κρατάει το Θείο Βρέφος στην αγκαλιά της και πήγαινε στο σπίτι σου. Κλείσε την πόρτα του δωματίου σου και προσευχή σου όλη τη νύκτα. Η Παναγία θα σε οδηγήση και θα σε φωτίση. Αύριο δε έλα πάλι να τα πούμε.
Ο Νυμφίος την αποστρέφεται
Πράγματι η Αικατερίνη πήρε την Εικόνα της Θεομήτορος από τον Ασκητή και πήγε στο σπίτι της γεμάτη σκέψεις και απορίες. Εκεί στο αρχοντικό της άφησε εντολή να μην την ενοχλήση κανείς και κλείστηκε, όπως της είπε ο ασκητής, ολομόναχη στο δωμάτιο της.
Προσευχόταν τη νύκτα συνεχώς. Τα βαθειά μεσάνυχτα, όμως, από την κούρασι και την αγωνία, την πήρε ο ύπνος. Και τι βλέπει στον ύπνο της!
Βλέπει την Βασίλισσα των Ουρανών, την Παρθένα Μαρία, με το Θείο Βρέφος τον Χριστόν στην αγκαλιά της. Ο Χριστός ακτινοβολούσε περισσότερο από τον ήλιο. Κοίταζε όμως την Μητέρα του και όχι την Αικατερίνη. Η Αικατερίνη δεν μπορούσε να ιδή το Πρόσωπο Του. Βλέπει επίσης στον ύπνο της, πως άλλαξε θέση. Πήγε από το άλλο μέρος για να αντικρύση το πρόσωπο Του και το βλέμμα Του. Ο Χριστός όμως γύρισε από το αντίθετο μέρος το πρόσωπο Του. Αυτό συνέβη τρείς φορές. Στην τρίτη φορά άκουσε την Παναγία να λέγη:
– Κοίταξε παιδί μου, την δούλη Σου Αικατερίνη πόσο ωραία είναι, πόσο όμορφη, πόσο λαμπρή…
– Όχι, απάντησε, το Θείο Βρέφος. Είναι άσχημη, μαύρη και σκοτεινή. Δεν μπορώ να την βλέπω.
– Μα είναι η πιο όμορφη από όλους τους φιλοσόφους και ρήτορας, η πιό ευγενής και η πιό πλούσια από όλες τις νέες του τόπου, λέγει η Παναγία.
– Και Εγώ, λοιπόν Μητέρα, σου λέγω πως είναι αμόρφωτη, φτωχή και άξια περιφρονήσεως. Εφ’ όσον βρίσκεται στην κατάσταση που βρίσκεται ( πλάνη της ειδωλολατρίας ή της αθεΐας ), δεν καταδέχομαι να Μου ιδή το πρόσωπο Μου.
- Παιδί μου, μη την καταφρονείς την νέα. Βοήθησε την, καθοδήγησε την, πως να μπορέση να ιδή το υπέρλαμπρον πρόσωπον Σου, πρόσθεσε η Θεοτόκος.
– Να πάη, απάντησε ο Χριστός, στο γέροντα που της έδωσε την Εικόνα και οτι εκείνος την συμβουλέψη, να κάνη. Μόνον έτσι θα ιδή το πρόσωπον Μου και θα νοιώση χαρά ανείπωτη και θα βρή την ευτυχία της.
Αυτά βεβαίως η Αικατερίνη τα είδε, όπως είπαμε, στον ύπνο της και ξύπνησε ταραγμένη.
Το δακτυλίδι της Θείας Μνηστείας
Νύχτα σχεδόν ξεκίνησε με μερικές άλλες γυναίκες, για να συναντήση τον άγιο εκείνο γέροντα ασκητή. Όταν έφτασε, έπεσε με δάκρυα στα πόδια του και άρχισε να του διηγήται λεπτομερώς όσα είδε στον ύπνο της. Έπειτα τον παρακαλούσε να την συμβουλέψη τι να κάνη, για να μπορέση να ιδή το πρόσωπον του Χριστού.
Ο ασκητής δεν έχασε την ευκαιρία. Της μίλησε για την χριστιανική Πίστι. Για τα μυστήρια του σύμπαντος και τον προορισμό του ανθρώπου. Της είπε έπειτα για τον Νυμφίον – Χριστόν και την αγάπη, που έδειξε για το ανθρώπινο γένος, ώστε να εγκαταλείψη την Βασιλεία των Ουρανών και να έλθη στη γη και να σταυρωθή για την κάθε ψυχή. Ακόμη της είπε για την ευτυχία, που ευρίσκουν οι ψυχές, που κατορθώνουν να γυρίσουν στον Χριστό, να συνδεθούν μαζί Του και να γίνουν νύμφες Του.
Η Αικατερίνη τ’ άκουσε όλα αυτά με μεγάλη προσοχή. Το σοφό μυαλό της και η ευαίσθητη καρδιά της δεν άργησαν να κλείσουν μέσα τους την αλήθεια της χριστιανικής Πίστεως. Ζήτησε μάλιστα να βαπτισθή. Μέχρι τότε ήταν αβάπτιστη. Πράγματι ο ασκητής, που είδε την αγάπη της προς τον Χριστό, την εβάπτισε.
Χαρούμενη τώρα η Αικατερίνη, πήγε στο μέγαρο και όλη τη νύχτα προσευχότανε στον Χριστό. Τι χαρά ήταν εκείνη! Τι ευτυχία!… Όταν όμως την πήρε ο ύπνος, βλέπει πάλι την Παναγία, με το λαμπερό Θείο Βρέφος. Αλλά αυτή τη φορά, δεν γύρισε το Βρέφος αλλού τα μάτια Του. Αλλά την κοίταζε με γλυκό και γαλήνιο βλέμμα.
- Πως, Τον ρώτησε η Παρθένος, Σου φαίνεται τώρα η νέα;
– Τώρα μάλιστα, απάντησε! Τώρα έγινε λαμπερή, ένδοξη, πλούσια και πάνσοφος. Τίποτε από τα παλαιά δεν ευρίσκω επάνω της. Έφυγε το σκοτάδι. Εξαφανίστηκε η ασχήμια της. Χάθηκε η φτώχια και η αμορφωσιά της. Τώρα είναι καλή. Είναι γεμάτη χαρές και αγαθά. Τώρα, μάλιστα, συμφωνώ και αποφασίζω να την μνηστευθώ, για νύμφη Μου άφθορο.
Τότε η Αικατερίνη, είδε, πως έπεσε χάμω και πως με δάκρυα Του έλεγε:
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...